Συνεχίζονται οι αντιδράσεις για την υπόθεση του Στάθη Παναγιωτόπουλου, που κατηγορείται ότι ανέβασε στο διαδίκτυο ιδιαίτερες στιγμές και αυστηρά ιδιωτικό περιεχόμενο με μια πρώην σύντροφό του εν αγνοία της, με την 30χρονη σήμερα γυναίκα να μαθαίνει τυχαία τη διαρροή προσωπικών της στιγμών και να καταθέτει μήνυση.
Το κλίμα στην εκπομπή των «Ράδιο Αρβύλα» ήταν βαρύ, με τον Στάθη Παναγιωτόπουλο να απουσιάζει.
Η καταγγελία
H καταγγελία της 30χρονης ότι ο επί 2 χρόνια σύντροφός της «ανέβαζε» βίντεο και 300 φωτογραφίες από ιδιωτικές τους στιγμές χωρίς τη συγκατάθεσή της, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στα social media και όχι μόνο, με τον κεντρικό παρουσιαστή της εκπομπή να δηλώνει το πρωί μετανιωμένος και να υποστηρίζει πως τα υπόλοιπα μέλη της εκπομπής δεν γνώριζαν τίποτα.
Η 30χρονη έμαθε τυχαία τα όσα συνέβαιναν στην πλάτη της και κατέθεσε μήνυση από το 2019. Η υπόθεση όμως λόγω κορωνοϊού δεν εκδικάστηκε και το τοπίο συσκοτίστηκε.
«Από τις 20 ημέρες της γνωριμίας μας, ανέβηκε το πρώτο βίντεο και κάποιες φωτογραφίες και δεν το έκανε μόνο σε μένα. Είχε ένα κανάλι για 10 χρόνια περίπου και εκεί υπήρχαν οκτώ βίντεο και πολλές φωτογραφίες κι άλλων γυναικών, δηλαδή. Εγώ, όταν μπήκα, είδα πολύ υλικό, σε δύο κανάλια, σε δύο ιστοσελίδες τέτοιου περιεχομένου», είπε το θύμα στην κατάθεσή του.
Όπως υποστηρίζει, τα πρώτα βίντεο ανέβηκαν εν αγνοία της στο διαδίκτυο το 2016 και η ίδια, όπως λέει, έμαθε τα πάντα από μια κολλητή της φίλη.
«Αυτός ανέβασε 3 βίντεο αρχικά και αυτά αναπαρήχθησαν μέχρι και στο εξωτερικό. Το πρώτο βίντεο ανέβηκε το 2016, ενώ είχαμε σχέση, απλώς εγώ δεν το είχα αντιληφθεί μέχρι να μου το πει η φίλη μου. Όταν έκανα τη μήνυση, διέφυγε του αυτοφώρου», είπε.
Μετά το σάλο που προκάλεσαν οι αποκαλύψεις, ακολούθησαν άλλες δύο καταγγελίες για τον παρουσιαστή, που ετοιμάζει την υπερασπιστική του γραμμή.
«Ήμουν 15 χρονών. Το ήξερε. Με αυτήν την ευκολία με παρενόχλησε, χωρίς δεύτερη σκέψη. Γιατί δε θα μιλούσα. Και όντως δε μίλησα, το είπα σαν μυστικό λες και έφερα την ευθύνη του, σε δυο φίλες μου. Σήμερα, καμία μόνη», συμπλήρωσε στην κατάθεσή της η 30χρονη.
Η υπόθεση αναμένεται να εκδικαστεί τον ερχόμενο Φλεβάρη, με τις δύο πλευρές να ετοιμάζουν τη στρατηγική τους.
«Κενό νόμου για το ανέβασμα προσωπικών στιγμών στο διαδίκτυο»
Στην εκπομπή Κοινωνία Ώρα MEGA μίλησε σχετικά ο δικηγόρος Γιάννης Μαρακάκης.
«Στην εκκίνησή του δε φαίνεται να έγινε με κίνητρα εκδικητικά. Προφανώς ήταν μια προσωπική διαστροφή. Το θέμα μας έχει απασχολήσει και με τα ανήλικα παιδιά. Δε θα αντιμετωπιστεί ως σεξουαλικό έγκλημα, η επαπειλούμενη ποινή είναι μέχρι δύο χρόνια. Για αυτού του τύπου τα εγκλήματα που προσομοιάζουν με βαριά σεξουαλικά εγκλήματα, η δίωξη είναι πλημμεληματική. Υπάρχει σοβαρό κενό νόμου», είπε ο κ. Μαρακάκης.
«Το αν ονομάζεται εκδικητική πορνογραφία αυτό που έγινε ή όχι είναι λίγο πιο πολύπλοκο. Το φαινόμενο ονομάζεται τεχνολογική σεξουαλική κακοποίηση. Αφορά συνήθως σε πρώην ερωτικούς συντρόφους που θέλουν να εκδικηθούν. Βλέπουμε όμως ότι γίνεται και σε σχολεία, και ίσως προέρχεται από την ανάγκη να ανήκει κάπου το παιδί. Επίσης υπάρχει η περίπτωση να γίνει χακάρισμα της συσκευής κάποιου», ανέφερε από την πλευρά της η διευθύντρια του CSI Institute – κλινική εγκληματολόγος, Κέλλυ Ιωάννου.
«Άπαξ και ανέβει κάτι στο διαδίκτυο, δε σβήνεται, δε χωράει εκεί blanco. Το delete δεν ισχύει. Δεν ξέρουμε ποιος έχει κατεβάσει το υλικό στη συσκευή του και να το οικειοποιηθεί. Πλέον, όμως, η τεχνολογία έχει εξελιχθεί στο αντίστροφο κομμάτι της και εντοπίζονται. Κάθε φωτογραφία έχει ψηφιακά ίχνη», πρόσθεσε η κ. Ιωάννου.
«Πλέον είναι πιο εύκολο να φτάσουμε σε κάποιον που συλλέγει πορνογραφικό υλικό, αλλά αυτό αφορά σε περιπτώσεις με ανήλικους», τόνισε ο κ. Μαρακάκης.
«Κάθε βδομάδα έχουμε 2-3 περιστατικά revenge porn»
«Σε εβδομαδιαία βάση έχουμε 2-3 τέτοια περιστατικά με revenge porn, και στις περσότερες περιπτώσεις έχει συμβεί όταν το θύμα ήταν ανήλικο. Δε φταίει το θύμα, αλλά είναι σημαντική η εμπιστοσύνη. Βλέπω ότι οι περισσότερες γυναίκες εκβιάζονται και στο να γίνει η λήψη του υλικού, ειδικά στις περιπτώσεις των ανηλίκων», σημείωσε η κ. Ιωάννου.
«Οι δράστες δεν έχουν επίγνωση των κυρώσεων, γιατί δεν υπάρχουν κυρώσεις», τόνισε ο κ. Μαρακάκης.