Σε καμία από τις επτά νίκες που είχε πετύχει η Μπάγερν πριν εμφανιστεί στο ΣΕΦ δεν δέχτηκε περισσότερους από 78 πόντους. Για την ακρίβεια ο μέσος όρος των πόντων που επέτρεψε στους αντιπάλους της ήταν 70,8. Από την άλλη, η επιθετική συγκομιδή του Ολυμπιακού στα εννέα νικηφόρα παιχνίδια του ανερχόταν στους 82,4 πόντους, ενώ στις τρία τελευταία θετικά τους αποτελέσματα οι ερυθρόλευκοι πέτυχαν 87, 93 και 90 πόντους αντίστοιχα.
Η λογική έλεγε, λοιπόν, ότι η γερμανική ομάδα θα επεδίωκε να αιχμαλωτίσει την αναμέτρηση του ΣΕΦ σ’ ένα αργό τέμπο λίγων κατοχών, ώστε το σκορ να μείνει χαμηλά, ο ρυθμός των γηπεδούχων να μην επιβληθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα, και κάπως έτσι οι πιθανότητες για την πρώτη απόδρασή της από το Φάληρο να αυξηθούν. Άλλωστε, το σφιχτό και μαζεμένο ροτέισον των Βαυαρών, αλλά και η δεδομένη αδυναμία τους στην παραγωγή παιχνιδιού και συνεργασιών στην επίθεση (μόλις 13 ασίστ για 11,5 λάθη), ελλείψει ενός top class δημιουργικού γκαρντ, τους τοποθετούσε σε μονόδρομο ως προς την προσέγγιση του ματς.
Το θέμα είναι ότι ο φετινός Ολυμπιακός παρουσιάζει εντυπωσιακή ισορροπία μεταξύ άμυνας και επίθεσης, αλλά και μια αξιοπρόσεκτη προσαρμοστικότητα στις διαφορετικές μορφές που μπορεί να πάρει ένα παιχνίδι. Δεν φτάνει να τον περιορίσεις επιθετικά, αλλά πρέπει και να διασπάσεις την άμυνα του, που είναι το κατ’ εξοχήν σημείο αναφοράς του. Δεν είναι τυχαίο, ότι στις τρεις από τις τέσσερις χειρότερες παραγωγικά βραδιές του έφυγε νικητής από το παρκέ.
Κέρδισε την Μπασκόνια σκοράροντας 75, την Ρεάλ σκοράροντας 74 και την Φενέρ σκοράροντας 67, ενώ έχασε από την Εφές με 69 πόντους ενεργητικό, σε μια βραδιά που μέχρι το μπλακ άουτ του τέταρτου δεκαλέπτου η επίθεση του λειτουργούσε μια χαρά. Με λίγα λόγια, από όπου κι αν το «έπιανε» κανείς γινόταν αντιληπτό ότι εφόσον οι ερυθρόλευκοι πλησίαζαν τα στάνταρ τους στις δύο πλευρές του παρκέ -χωρίς δηλαδή να φτάσουν σε κάποια εξαιρετική επίδοση- θα είχαν τον πρώτο λόγο για να πάρουν το ματς…
Εν τέλει το ματς ξεκίνησε και μετά από λίγο… τελείωσε. Αυτό που είδαμε στο πρώτο ημίχρονο από τους παίκτες του Μπαρτζώκα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του παρκέ ήταν αριστουργηματικό, ήταν καταιγιστικό, ήταν απόλυτο. Ηταν μια ακόμη δήλωση ότι ο φετινός ο Ολυμπιακός δεν αστειεύεται κι όποιος δεν το έχει υπόψιν του πιθανότητα θα… κλάψει πικρά. Ηταν για να σηκώνεσαι από την θέση σου και να χειροκροτάς με δύναμη κι ενθουσιασμό.
Δεν ξέρω αν και σε ποιο βαθμό αποδεικνύεται με στοιχεία, όμως το πώς θα μπει στο ματς ο Γουόκαπ αποτελεί ενός είδους preview για το τι θα δούμε από τον Ολυμπιακό. Κατά κάποιο τρόπο ο Αμερικανός αποτελεί το βαρόμετρο της ομάδας, υπό την έννοια ότι π.χ. ο Βεζένκοφ είναι τις περισσότερες φορές καλός, αλλά ακόμα κι αν ξεκινήσει υποτονικά έχει τα αποθέματα να ανακάμψει κατα τη διάρκεια του παιχνιδιού. Το ίδιο μπορεί να ισχύει και για τον Ντόρσει ή τον Σλούκα, όμως ο Γουόκαπ συνήθως είναι εκείνος που μας προϊδεάζει. Που δίνει το σύνθημα ή που… δεν το δίνει ποτέ, όπως συνέβη στο Βελιγράδι για παράδειγμα.
Ε, λοιπόν απόψε με το που έγινε το τζάμπολ, άρχισε να μας έδωσε την εικόνα του παιχνιδιού. Εβγαλε 4-5 φοβερές άμυνες οδηγώντας τους παίκτες της Μπάγερν σε απανωτά λάθη, έβγαλε την ομάδα υποδειγματικά στην επίθεση, σκόραρε, πήρε φάουλ (το τρίτο του Χάντερ στο τέλος του ημιχρόνου ήταν μια πανέξυπνη κίνηση που φέρει την υπογραφή του) και μαζί με τον σεσημασμένο πια Βεζένκοφ, αλλά και τον Ντόρσεϊ, δημιούργησαν σκηνικό ασφυξίας στους αντιπάλους τους.
Σταδιακά μπήκαν στην εξίσωση, ο Σλούκας, ο Μάρτιν, ο Φαλ και ο Λαρεντζάκης και το ερυθρόλευκο ρεσιτάλ διήρκησε μέχρι την ανάπαυλα. Η διαφορά άνοιγε με γεωμετρική πρόοδο και οι παίκτες του Ολυμπιακού δεν έδειχναν καμία διάθεση να αφήσουν το πόδι από το γκάζι. Στο 5´ το σκόρ ήταν 10-0, στο 10′ ήταν 26-10, στο 15′ 39-19 και στο 20′ 49-24… Νταμπλ σκορ και σχεδόν 50 πόντοι στο ημίχρονο, χωρίς ένα εύστοχο τρίποντο, αφού οι Πειραιώτες έβαλαν φωτιά στο ζωγραφιστό, χτυπώντας, είτε στο τρανζίσιον, είτε με συνεργασίες, είτε με επιθετικά ριμπάουντ.
Θα περίμενε κανείς ότι η επανάληψη θα είχε διαδικαστικό χαρακτήρα κι ο Ολυμπιακός θα έκανε περισσότερο διαχείριση ενόψει και του αγώνα της Παρασκευής με την Βιλερμπάν. Τελικά κάτι τέτοιο συνέβη μόνο στην τελευταία περίοδο καθώς οι ερυθρόλευκοι επέστρεψαν από τα αποδυτήρια με το… κέφι στα ύψη. Ο Λαρεντζάκης ξεκλείδωσε και την «πίστα» των 6μ.75 η διαφορά έφτασε μέχρι και τους 34 πόντους και κάπου εκεί ο Γιώργος Μπαρτζώκας αποφάσισε να ρίξει στροφές.
Το πιο δύσκολο από μια θριαμβευτική βραδιά είναι η επόμενη μέρα, η επόμενη προπόνηση και κατ’ επέκταση ο επόμενος αγώνας που στην προκειμένη περίπτωση ξεκινάει σε λιγότερο από 48 ώρες. Για να έχει άλλωστε και πραγματικό βαθμολογικό αντίκρισμα η αποψινή πανέμορφη εικόνα, θα πρέπει να αποφευχθεί η παγίδα της Παρασκευής…