Σαν σήμερα, στις 20 Δεκεμβρίου 2009, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 93 ετών ο ζωγράφος και σκηνογράφος Γιάννης Μόραλης.
Όπως γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 21ης Δεκεμβρίου 2009 και η Παρασκευή Κατημερτζή:
«O Γιάννης Μόραλης, ο τελευταίος ίσως των μεγάλων ζωγράφων, που πέθανε χτες στα 93 του, ήταν από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της περίφημης γενιάς του ΄30, ένα κίνημα που αγκάλιασε όλες τις τέχνες και επιφορτίστηκε με τον στόχο να εκφράσει τα ελληνικά βιώματα με μια γλώσσα σύγχρονη.
»Πέθανε χθες το απόγευμα στις 15.00 στο σπίτι του και μέχρι το τέλος ήταν χαμογελαστός και χαιρετούσε όσους βρίσκονταν κοντά του, μαρτυρούν άνθρωποι του περιβάλλοντός του. Δεν έχει περάσει ούτε μήνας δε, από την στιγμή που κατάλαβε πως κόνταιναν τα βήματά του. Και σε μια από τις τελευταίες του βόλτες στο Κολωνάκι πέρασε από την γκαλερί Ζουμπουλάκη με την οποία συνεργαζόταν εδώ και χρόνια. Χαιρέτησε τους συνεργάτες του και τους εκμυστηρεύτηκε το προαίσθημά του: ότι δεν θα ξανακατέβαινε τα σκαλιά της γκαλερί».
Για την ελληνικότητα των έργων του
«Δεν τους καταλαβαίνω αυτούς που μιλούν για την ελληνικότητα που υπάρχει στα έργα του Μόραλη» έλεγε. «Λες και ζωγράφιζα κατόπιν αποφάσεως. Αυτά είναι βιώματα. Αφού είμαι Έλληνας, γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ, μου αρέσει η ελληνική φύση, αυτομάτως ζωγραφίζω έτσι. Όχι κατόπιν αποφάσεως. Όλα αυτά συναιρούνται μέσα μου. Ζωγράφιζα όπως ζωγράφιζα, διότι αυτό ήταν το φυσικό».
Διαβάστε επίσης: Οδυσσέας Ελύτης – Το Νόμπελ στον «ποιητή του Αρχιπελάγους»
Οι διακρίσεις
Ο Γιάννης Μόραλης υπήρξε από τις περιπτώσεις των ανθρώπων που οι διακρίσεις τις οποίες κατέκτησε, αποτυπώνουν το μέγεθός της αξίας τους.
Ταξιάρχης του Φοίνικος,1965
Χρυσό μετάλλιο στη διεθνή έκθεση χειροτεχνίας στο Μόναχο,1973
Αριστείο Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, 1983
Ταξιάρχης της Τιμής,1999
«Υπήρξε ο νεώτερος καθηγητής που εκλέχθηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών στα 31 του (παρέμεινε 33 χρόνια). Οι μαθητές του τον λάτρευαν και όταν αποχώρησε από τη σχολή, τους αποχαιρέτησε μ΄ ένα ποίημα του Σεφέρη που το κρατούσε στο τσεπάκι του σακακιού του μέχρι το τέλος. «Εδώ τελειώνουν τα έργα της θάλασσας, τα έργα της αγάπης»… Δεν έπαψε, ακούραστος ώς το τέλος, να βλέπει όλες τις εκθέσεις τους».
Πώς δούλευε
«Αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς, ο Μόραλης, αν και καταξιωμένος, άργησε να πραγματοποιήσει την πρώτη ατομική έκθεση ζωγραφικής του, η οποία έγινε σε ηλικία 42 χρόνων, στην Αίθουσα Τέχνης «Αρμός» και τέσσερα χρόνια μετά στο Χίλτον, όπου παρουσίασε για πρώτη φορά τα κορυφαία «Επιτύμβια», που τον καθιέρωσαν ως κλασικό και μοντέρνο-μεγάλες γυναικείες μορφές σε αρχιτεκτονικό φόντο που θυμίζουν τα ανάγλυφα της αρχαίας τέχνης και κυρίαρχο ρόλο παίζει το χρώμα, η φόρμα, η κίνηση, η αφαίρεση.
»Έπειτα από εννέα χρόνια, το1972, επανέρχεται με ατομική έκθεση, τα “Επιθαλάμια”, στην γκαλερί “Ζουμπουλάκη”, που επί σχεδόν μισό αιώνα αποτέλεσε το μόνιμο καλλιτεχνικό σπίτι του. Αυτός ο κοινωνικός, εύθυμος, γαλαντόμος άρχοντας, όταν δούλευε στο σπίτιεργαστήριό του στην Αίγινα, κάνοντας αμέτρητα σχέδια, που τα έσχιζε μέχρι να φτάσει στον μέγιστο επιθυμητό βαθμό ακρίβειας, ισορροπίας, αφαίρεσης, δούλευε μόνος ακούγοντας Μπαχ και Γρηγοριανό Μέλος.
“Όταν ζωγραφίζω, όπως και όταν γράφω δύο σελίδες, κόβω, κόβω, πετώ τις φλυαρίες. Το περιττό αδυνατίζει το έργο. Η ένταση και η δύναμη είναι στην καθαρότητα”
«Η τελευταία πρόκληση για τον Γιάννη Μόραλη ήταν η γλυπτική. Μνημειακότητα και μετωπικότητα χαρακτηρίζουν άλλωστε το σύνολο του έργου του. Αφού πειραματίστηκε με τη μονοχρωμία, με μικρογλυπτά, αφού ανέπτυξε τον διάλογο με την αρχιτεκτονική σε ανάγλυφα και εσώγλυφα σε διάφορα υλικά, το 2004, ο ογδονταοκτάχρονος «έφηβος» τόλμησε τη μεταφορά των έργων του από την επίπεδη επιφάνεια του πίνακα σε αυθύπαρκτα γλυπτά, συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων, κάτω από τους ενδεικτικούς τίτλους “Αίγινα”, “Συνάντηση”, “Ερωτικό”, πάνω σε φύλλα χονδρού σιδήρου, που κόπηκε με ακρίβεια χιλιοστού από λέιζερ».
Είπε
«O καλλιτέχνης πρέπει να εκφράζεται μαζί με τις αμαρτίες του, μαζί με τις πληγές τις δικές του και του χώρου του. Όχι να αποστειρώνεται»
«Καλλιτέχνης είναι αυτός που δουλεύει με την καρδιά»
«Η ερμηνεία κάθε έργου είναι ερμηνεία του εαυτού μας. Όχι εκείνου που το δημιούργησε, αλλά εκείνου που το διαβάζει, το βλέπει ή το ακούει…».
«Καλλιτέχνης είναι αυτός που δουλεύει με την καρδιά, με το μυαλό και με το χέρι. Τεχνίτης είναι αυτός που δουλεύει με το μυαλό και το χέρι. Εργάτης είναι αυτός που δουλεύει με το χέρι».
«Η διδασκαλία είναι μια αμφίρροπη σχέση».
«Ένας Λατίνος φιλόσοφος έλεγε πως ο δάσκαλος μοιάζει με το ακόνι, δηλαδή το ακόνι κάνει το μαχαίρι να κόφτει δίχως κατ΄ ανάγκη το ίδιο να είναι κοφτερό. Έτσι ένιωθα στη σχολή».
Eίπαν
Οδυσσέας Ελύτης: «Μ΄ ένα ολιγοψήφιο αλβάβητο στα χέρια του, όπου τα στοιχεία που επανέρχονται περισσότερο είναι οι δύο αντίθετες καμπύλες, η ώχρα και το μαύρο, επέτυχε ο Μόραλης να μετατρέψει την ομιλία των πραγμάτων σε οπτικό φαινόμενο κατά τρόπο μοναδικό μέσα στη σύγχρονη ελληνική τέχνη».
Γιώργος Σεφέρης: «Όταν ο Μόραλης μου έδειξε τις ζωγραφιές του, κατάλαβα ότι μπορεί να μην υπάρχει διόλου αμάξι παρά μόνο δύο ελεύθερα άλογα, καλπάζοντας ανεξάρτητα σ΄ ένα πράσινο λιβάδι. Κατάλαβα πως προκαλούσε έναν διάλογο…»
Μάνος Χατζηδάκις: «Ο Μόραλης κατάφερε να συνθέσει ένα μαγικό εξάπτυχο, που περιείχε μέσα του χρωματική και γεωμετρική «ανάλυση» του πρωτοφανέρωτου εκείνο τον καιρό «ρεμπέτικου», επισημαίνοντας, προβάλλοντας το παραδοσιακό διαχρονικό στοιχείο του κι όχι την ηδονιστική ατμόσφαιρα που εξέπεμπαν και στην οποία άλλωστε ο ίδιος ήτανε ξένος κι αμήχανος».