Η Δήμητρα Ιωάννου επιστρέφει με το όγδοο βιβλίο της «Αλεξάνδρεια- Γητειές, Μάγια και Μπαχάρια», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Μια ιστορία γεμάτη ξόρκια, μπαχάρια, σερμπέτια, βοτάνια και γλυκό καπνό ζυμωμένο με μέλι που θα σας ταξιδέψει στην πιο μαγική πόλη της Ανατολής. Ένα δυνατό μυθιστόρημα, γεμάτο έντονες συγκινήσεις, συναισθήματα, ίντριγκες και ανατροπές.
Η αφήγηση του βιβλίου περιλαμβάνει δυο γυναίκες, μια αμύθητη περιουσία, ένα τρανταχτό όνομα και το πιο σημαντικό ερώτημα: Ποια από τις δυο είναι η πραγματική Ισιδώρα Κοσμίδη; Η Φατρία του Κύκνου και η Φατρία του Δράκου, δυο οικογένειες με απαρχές χαμένες στον χρόνο που γεννούν τις πιο δυνατές μάγισσες της Αιγύπτου. Γυναίκες αντίπαλες που φέρνουν στην ψυχή τους το φως και το σκοτάδι.
Πρόκειται για μια ιστορία που θα σας μεταφέρει στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια, την πόλη με τα δυο πρόσωπα. Και κατόπιν στην Αθήνα για την τελική αναμέτρηση των ηρωίδων τη δεκαετία του ‘60. Ένας αγώνας μέχρι θανάτου. Γιατί η Αλεξάνδρεια δεν τις χωρά και τις δυο. Και πρέπει να μείνει μόνο μία.
Η Δήμητρα Ιωάννου μιλάει στα «Νέα» για το νέο βιβλίο της, την Αλεξάνδρεια και την Ανατολή.
Από πού αντλήσατε έμπνευση για να γράψετε το βιβλίο;
Πάντα με γοήτευε το μυστήριο του αιγυπτιακού πολιτισμού και των Ιερατείων. Ιδιαίτερα η αιγυπτιακή μαγεία, η Χέκα, η οποία αναφέρεται στην ενεργοποίηση του Κα, δηλαδή εκείνου του σημείου της ψυχής που εκφράζει την προσωπικότητα του ατόμου, θεωρείτο πως ενείχε πολύ μεγάλη δύναμη και επηρέαζε βαθύτατα θεούς και ανθρώπους. Περιλάμβανε γνώσεις που παραδίδονταν μόνο σε μυημένους και εξασκείτο από συγκεκριμένους Ιερείς. Από εκεί ξεκίνησε και η σπίθα για να ξετυλιχθεί η ιστορία των δυο αντίπαλων φατριών που είχαν τις απαρχές τους στα βάθη του χρόνου και γεννούσαν τις πιο δυνατές μάγισσες της Αιγύπτου. Η φατρία του Κύκνου και η φατρία του Δράκου, με ονόματα που παραπέμπουν σε αστερισμούς που υπάρχουν στο ουράνιο στερέωμα. Επίσης τα ονόματα που συναντώνται σε βαθμοφόρους των φατριών, όπως του Αλμπιρέο, του Ρασταμπάν και της Αριντέντ είναι τα πραγματικά ονόματα αστέρων των συγκεκριμένων αστρικών συμπλεγμάτων.
Οι Έλληνες έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με την Αλεξάνδρεια. Η δική σας σχέση ποια είναι;
Η Αλεξάνδρεια μιλάει στην καρδιά μου και στην πραγματικότητα είναι μια έμμεση πατρίδα για μένα. Εκεί γεννήθηκε η μητέρα μου και εκεί έζησε την πρώτη εικοσαετία της ζωής της. Στο σπίτι μας εκτός από τα ελληνικά πάντα ακούγαμε και αραβικά, η κουζίνα μας ζωντάνευε από τις γευστικές πινελιές της σακσούκας, της μολοχίας, των φαλάφελ και του μπαμπαγκανούς, ενώ η φαντασία μου ταξίδευε με πλήθος ιστοριών που μας διηγιόταν η γιαγιά μου, οι φίλες και οι αδερφές της. Πάντα είχα αδυναμία στην Αλεξάνδρεια και ήταν τελικά ζήτημα χρόνου να τοποθετήσω στα αγαπημένα χώματά της την υπόθεση κάποιου βιβλίου μου.
Η Ανατολή πάντα μας συναρπάζει. Το άρωμά της πώς είναι διάσπαρτο στο έργο σας;
Νομίζω πως έχετε δίκιο, ελάχιστοι μπορούν να αντισταθούν στη μαγεία της Ανατολής και πιστέψτε με, δεν είμαι μια από αυτούς. Στο συγκεκριμένο βιβλίο ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να ζήσει για λίγο στην Αλεξάνδρεια εκείνης της εποχής και να τη βιώσει με όλες του τις αισθήσεις. Να νιώσει την αλμύρα της Κορνίς, να περιπλανηθεί στο Καρτιέ Γκρεκ αλλά και στα στενά των αραβικών συνοικιών, να αγοράσει μπαχάρια και βοτάνια στα αχτάρικα του Ατταρίν, να δει το Αλ Γκόμροκ, το δυτικό λιμάνι της πόλης, να σφύζει από ζωή, να περπατήσει τις φεγγαρόλουστες νύχτες δίπλα στις όχθες της λίμνης Μαριούτ. Να ακούσει το κάλεσμα του Μουεζίνη από το τζαμί του Νάμπι Ντανιέλ αλλά και τις φωνές των μικροπωλητών που διαλαλούν την πραμάτεια τους. Να χορέψει στην πίστα του Αθηναίου και στο καζίνο του Σαν Στέφανο, να γευτεί ζιμπίμπ με εκλεκτούς μεζέδες στου Παστρούδη και τις υπέροχες πάστες στο Delices.
Γιατί επιλέξατε την ιστορία να την τοποθετήσετε και στην Αθήνα του 1960;
Μετά το πραξικόπημα των Ελεύθερων Αξιωματικών και την ανατροπή της μοναρχίας και του βασιλιά Φαρούκ Α’, οι ήρωες διαβλέπουν και σιγά σιγά συνειδητοποιούν πως πρέπει ‘να την αποχαιρετίσουν την Αλεξάνδρεια που φεύγει’, όπως λέει και ο μεγάλος αλεξανδρινός ποιητής. Την Αλεξάνδρεια της ευρωπαϊκής ακμής. Την Αλεξάνδρεια όπως την ήξεραν. Η επόμενη επιλογή τους είναι η Ελλάδα, η πατρίδα που ήδη αγαπούν, παρότι δεν έχουν αντικρίσει ποτέ και έτσι μεταβαίνουν στην Αθήνα, όπου χτίζουν μια νέα ζωή. Η Αθήνα εκείνης της εποχής είναι μια πόλη γεμάτη ευκαιρίες αλλά και την αισιοδοξία των ανθρώπων που έχουν αφήσει πίσω τους τα δεινά ενός καταστροφικού πολέμου και προσδοκούν ένα νέο πιο ελπιδοφόρο μέλλον. Τα γράμματα και οι τέχνες ανθίζουν και η πόλη έχει ήδη αρχίσει να εξελίσσεται σε ένα ενδιαφέρον πολιτισμικό κέντρο της Ευρώπης.
Μπορεί θεωρείτε μια ψυχή να είναι χωρισμένη σε δύο κορμιά όπως λέει η πρωταγωνίστρια;
Θεωρώ ότι σε όλα τα είδη των διαπροσωπικών σχέσεων οι άνθρωποι οφείλουν να διατηρούν την αυτονομία τους αλλά και να θέτουν υγιή όρια. Είναι πολύ σημαντικό να συνειδητοποιήσει κανείς την τέχνη του bonding στις ανθρώπινες διαδράσεις. Με λίγα λόγια είναι πραγματική τέχνη να στέκεσαι στη σωστή απόσταση απέναντι στον άλλον, ούτε πολύ κοντά για να μην ‘καεί’ η σχέση αλλά ούτε και πολύ μακριά για να μην ‘κρυώσει’. Στην περίπτωση του βιβλίου τα συγκεκριμένα λόγια προέρχονται από την παθολογία της Ραλλούς, μιας προσωπικότητας χαραγμένης από βαθιά τραύματα και ελλείματα που δεν είχαν ποτέ γιατρευτεί. Αναπτύσσει μια στρεβλή συμβιωτική σχέση με την Ισιδώρα. Έτσι μέσα στο μυαλό της τα όρια ανάμεσα στις δυο τους θολώνουν και νιώθει πλέον πως έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει και να αρπάξει τα πάντα.
Το κυνήγι μιας αμύθητης περιουσίας, σε ποια άκρα μπορεί να οδηγήσει έναν άνθρωπο;
Παρακολουθώντας την πορεία της Ραλλούς, πολλές φορές στάθηκα κυριολεκτικά στο χείλος της Αβύσσου μαζί της και εκείνη δεν είχε κανένα πρόβλημα ακόμα και να αφεθεί να κατακρημνιστεί, γιατί ακριβώς δεν είχε τίποτα να χάσει. Σκληρή και ακραία, τα έπαιζε όλα για όλα, χωρίς δεύτερη σκέψη και ήταν απόλυτα έτοιμη να κάνει τα πάντα για να αποκτήσει πλούτο, δύναμη, εξουσία μα πάνω από όλα ένα όνομα, μια ταυτότητα. Όλα όσα δηλαδή είχε στερηθεί στη ζωή της αλλά θεωρούσε πως της έπρεπαν και της άξιζαν. Ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή η επαφή μου με έναν τέτοιο ακραίο ανεξέλεγκτο χαρακτήρα και ένιωσα την ψυχή μου να γδέρνεται πολλές φορές από τις συμπεριφορές της. Παρόλα αυτά έπρεπε να ενδυθώ τα φορέματά της, να δω μέσα της και να φτάσω ως το τέλος για να φωτίσω όλες τις πτυχές και να αποδώσω ανάγλυφα τα κομμάτια του ψυχισμού της.
Το νέο βιβλίο πώς συνομιλεί με τα προηγούμενα που έχετε γράψει;
Νομίζω πως ένας κοινός τόπος στα βιβλία μου είναι η αιώνια μάχη μεταξύ του καλού και του κακού, του Φωτός και του Σκοταδιού, ένα θέμα που αποτελεί μεγάλο υπαρξιακό ζήτημα για μένα. Επίσης με γοητεύουν οι ατελείωτες σκιάσεις της ανθρώπινης προσωπικότητας. Τίποτα δεν είναι άσπρο ή μαύρο, όχι, θα ήταν πολύ εύκολο κάτι τέτοιο. Ο ανθρώπινος ψυχισμός κινείται στους άπειρους τόνους του γκρίζου και καθημερινά συναντάς αποχρώσεις που μπορεί να σε εκπλήξουν. Κι όταν η ανάμιξη διαθέτει περισσότερο λευκό παρά μαύρο, τότε η έκπληξη είναι πράγματι ευχάριστη και σε κάνει να νιώθεις πως υπάρχει ελπίδα.