Ως ένα από τα σημαντικότερα ρήγματα του ελλαδικού χώρου χαρακτηρίζεται η «Τάφρος του Βορείου Αιγαίου», απ’ όπου και προήλθε ο ισχυρός σεισμός των 5,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ανοιχτά της Χαλκιδικής.
Το εν λόγω ρήγμα αποτελεί συνέχεια του ιδιαίτερα σεισμογενούς ρήγματος της Βόρειας Ανατολίας.
Η Τάφρος του Βορείου Αιγαίου είναι υποθαλάσσια και εκτείνεται νότια της Χαλκιδικής, βόρεια των Βορείων Σποράδων, νότια της Σαμοθράκης και βόρεια της Ίμβρου και της Λήμνου.
Έχει δυναμική ισχυρών σεισμών μεγέθους μέχρι 6,5-7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ωστόσο, επειδή και αυτή βρίσκεται μακριά από κατοικημένες περιοχές, οι ισχυροί σεισμοί της δεν προκαλούν μεγάλες καταστροφές.
Εξαίρεση αποτελεί ο σεισμός του 1905, ο οποίος έγινε στη μύτη της χερσονήσου του Άθω.
Ο καταστροφικός σεισμός
Ήταν 8 Νοεμβρίου του 1905, όταν σεισμική δόνηση της τάξεως των 7,5 Ρίχτερ σημειώθηκε στο Άγιο όρος και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές.
Περισσότερο όλων επλήγη η Μονή των Ιβήρων, όπου τρεις εκκλησίες καταστράφηκαν και πολλοί χώροι του μοναστηριού έγιναν ακατοίκητοι. Βράχοι κατρακύλησαν από τις βουνοκορφές και κατέστρεψαν οκτώ καλύβες, προκάλεσαν δε σοβαρές βλάβες σε άλλες έντεκα.
Ζημιές παρατηρήθηκαν και έξω από την Αγιορείτικη κοινότητα στην κωμόπολη της Ιερισσού και την Κασσάνδρα. Η μεγάλη δόνηση έγινε αισθητή προς τον νότο μέχρι την Αθήνα στα δυτικά μέχρι τις ακτές της Ιταλίας ανατολικά μέχρι την Μικρά Ασία και το Εύξεινο Πόντο και βόρεια μέχρι την Σόφια και το Βουκουρέστι.
Σημειώνεται πως η περιοχή του Αγίου Όρους έχει δώσει κι άλλους ισχυρούς σεισμούς, όπως το 1982 και το 1983 με μεγέθη 7 και 6,8 βαθμών, αντίστοιχα.