*Γράφει ο Λάμπρος Καραγεώργος
Η Αθήνα επέστρεψε στην κορυφή ως παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο σύμφωνα με την έκδοση Leading Maritime Cities 2022 του Νηογνώμονα DNV και της εταιρείας συμβούλων Menon Economics, που εστιάζει στις πόλεις που έχουν ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια ναυτιλιακή οικονομία.
Η έκδοση επικεντρώνεται σε πέντε πυλώνες (κατηγορίες) προκειμένου να αξιολογήσει τη θέση της κάθε πόλης σε αυτή την παγκόσμια κατάταξη.
Ο πρώτος πυλώνας είναι κατά πόσο η πόλη αποτελεί ναυτιλιακό κέντρο (Shipping Center) που ουσιαστικά σημαίνει αν είναι έδρα, βάση, πολλών ναυτιλιακών εταιρειών και μεγάλο μέρος του εμπορικού στόλου, τις υποδομές σε χρηματοοικονομικές και νομικές υπηρεσίες (Maritime Finance and Law), τις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες που έχουν σχέση με τη ναυτιλία (Maritime Technology), τις υποδομές σε λιμενικά έργα και logistics (Ports and Logistics) και τέλος το ευρύτερο επιχειρησιακό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας (Attractiveness and Competitiveness).
Τα αποτελέσματα προήλθαν από απαντήσεις 280 ερωτώμενων, και ειδικότερα πλοιοκτήτες, στελέχη, ναυτιλιακών εταιρειών, ειδικούς, αναλυτές, κ.λπ., εκ των οποίων το 50% έχει έδρα την Ασία, το 25% την Ευρώπη και το υπόλοιπο 25% την Αμερική, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Εστιάζοντας μόνο στην κατηγορία «Shipping Center» η Αθήνα καταλαμβάνει την πρώτη θέση, ακολουθούμενη από τη Σιγκαπούρη, το Τόκιο, τη Σαγκάη και το Αμβούργο. Οπως αναφέρει η έκδοση, σε σύγκριση με το 2019 όλο και περισσότερες επιχειρησιακές δραστηριότητες της ναυτιλίας μετακινούνται προς ασιατικά ναυτιλιακά κέντρα, με αποτέλεσμα παραδοσιακά ευρωπαϊκά κέντρα να βρίσκονται τώρα χαμηλότερα στη δεκάδα, με μόνη εξαίρεση την Αθήνα που επέστρεψε στην πρώτη θέση εκτοπίζοντας τη Σιγκαπούρη στη δεύτερη.
Η έκθεση υπογραμμίζει ακόμη ότι οι ευρωπαϊκές πόλεις ήταν ιστορικά κυρίαρχες όσον αφορά την ιδιοκτησία, αν και αυτό αλλάζει σταδιακά, καθώς οι ασιάτες πλοιοκτήτες αναπτύσσουν πιο γρηγορά τον στόλο τους και έχουν αυξήσει το μερίδιο αγοράς τους σε 42% του παγκόσμιου στόλου, από 36% το 2012.
Το μερίδιο του ευρωπαϊκού στόλου έχει μειωθεί από 45% σε 43%, αλλά ειδικά η Αθήνα κινείται σε αντίθετη ρότα καθώς σε σύγκριση με το 2019 εμφανίζει αύξηση κατά 20% του υπό διαχείριση στόλου της με όρους tonnage. Τα δυνατά σημεία της πόλης είναι η ισχυρή και μεγάλη πλοιοκτησία καθώς οι έλληνες εφοπλιστές έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον διεθνή ναυτιλιακό κλάδο για δεκαετίες και αναμένεται και στο μέλλον η επιρροή τους να είναι ιδιαίτερα ισχυρή.
Το ναυτικό σύμπλεγμα
Το ναυτικό σύμπλεγμα εξυπηρετεί επίσης την εφοπλιστική κοινότητα προσφέροντας κορυφαίες υπηρεσίες, που καλύπτουν ναυτιλιακές δραστηριότητες, τεχνική διαχείριση, πληρώματα κ.λπ. Επίσης η ελληνική πλοιοκτησία πρωταγωνιστεί και στις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες στόλου. Σε συνάρτηση με τον στόχο για μείωση των εκπομπών CO2 κατά 50% σε σχέση με το 2050, η Αθήνα προηγείται στην κούρσα των παραγγελιών για πλοία που θα χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα όπως LNG, LPG, μεθανόλη με 1,3 εκατ. gt υπό παραγγελία, με το Τόκιο να ακολουθεί με 1,2 εκατ. gt αντιστοίχως.
Ομως η Αθήνα εξακολουθεί να εξυπηρετεί κυρίως τους έλληνες εφοπλιστές και λιγότερο διεθνείς ναυτιλιακές οντότητες, μια αδυναμία που έχει επισημάνει εδώ και χρόνια η Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών με τον πρόεδρό της Θεόδωρο Βενιάμη να έχει τονίσει την ανάγκη προσαρμογής του θεσμικού πλαισίου ώστε να προσελκυσθούν στη χώρα μας και πλοιοκτήτες εκτός της ΕΕ.
Εξ αυτού του λόγου όταν οι ειδικοί προσπαθούν να ιχνηλατήσουν το μέλλον σημειώνουν ότι η Σιγκαπούρη θα είναι το μεγαλύτερο ναυτικό κέντρο, ακολουθούμενο από το Λονδίνο, την Αθήνα, το Χονγκ Κονγκ.
Τέλος με βάση και τους πέντε δείκτες (Shipping Center, Maritime Finance and Law, Maritime Technology, Ports and Logistics, Attractiveness and Competitiveness), η Σιγκαπούρη είναι στην πρώτη θέση της γενικής κατάταξης ως η ηγέτιδα πόλη στις θαλάσσιες υπηρεσίες (Leading Maritime City) με την πρώτη πεντάδα να συμπληρώνουν το Ρότερνταμ, το Λονδίνο, η Σαγκάη και το Τόκιο. Η Αθήνα βρίσκεται στην 12η θέση καθώς προηγούνται πόλεις που διατηρούν υψηλές βαθμολογίες στις υπόλοιπες κατηγορίες εκτός αυτής του «Shipping Center», όπως είναι οι λιμενικές υποδομές, οι επενδύσεις σε τεχνολογίες, οι χρηματοοικονομικές και νομικές υπηρεσίες και κυρίως η ελκυστικότητα και η ανταγωνιστικότητα του ευρύτερου επιχειρηματικού πλαισίου λειτουργίας, παράγοντες που δεν εξαρτώνται μόνο από τη ναυτιλία και τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις αλλά και τις παρεμβάσεις των κυβερνήσεων και των νομοθετών, όπως επίσης και τη θέση της χώρας στη ρότα του παγκόσμιου εμπορίου.