Με 300 νέα φάρμακα που θα εστιάζουν στην αντιμετώπιση του καρκίνου και νευρολογικών παθήσεων και πολλά από αυτά να αποτελούν γονιδιακές ή κυτταρικές θεραπείες, η φαρμακευτική βιομηχανία εστιάζει την επόμενη πενταετία στην ενίσχυση της ογκολογίας, της ανοσολογίας και του διαβήτη, ενώ καινοτόμες θεραπείες αναμένονται και στον τομέα των σπανίων παθήσεων.
Τα νέα αυτά φάρμακα αναμένεται να προκαλέσουν δαπάνη της τάξης των 196 δις. δολ. την ερχόμενη πενταετία, κόστος που θα αντισταθμιστεί στο μεγαλύτερο μέρος του από μειώσεις τιμών σε φάρμακα που χάνουν την πατέντα τους και θα οδηγήσουν σε εξοικονόμηση 188 δις. δολ.
Με τις νέες αυτές θεραπείες η φαρμακευτική δαπάνη αναμένεται να φτάσει το 1,8 τρις. δολ. διεθνώς, εμφανίζοντας τάσεις ανάπτυξης που θα κυμαίνονται μεταξύ 3-6% ως το 2026, καθώς θα συνεχιστούν οι πιέσεις των κυβερνήσεων για συμπίεση του κόστους της φαρμακευτικής περίθαλψης.
Από τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης «ξεφεύγουν» οι τομείς της ογκολογίας και ανοσοθεραπείας, που αναμένεται να εμφανίσουν ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 9-12% και 6-9%, αντίστοιχα.
Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται στην έκθεση της εταιρείας μελετών IQVIA για την πορεία της φαρμακευτικής αγοράς ως το 2026 διεθνώς, που παρουσιάστηκε χθες.
Καθώς η καινοτόμες θεραπείες αποτελούν πλέον κρίσιμη παράμετρο της φαρμακευτικής δαπάνης, με τις κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες να είναι εξαιρετικά ακριβές, οι κυβερνήσεις διερευνούν τρόπους για περιστολή των δαπανών, με την αξιολόγηση των νέων τεχνολογιών υγείας, ως προς το κόστος και το όφελος από τις θεραπείες αυτές.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο μάλιστα, αναμένεται αναβάθμιση του οργανισμού ΝICE που αξιολογεί τις θεραπείες και αποφασίζει για την αποζημίωσή τους για λογαριασμό των ασθενών και η δημιουργία νέου Ταμείου Καινοτόμων Θεραπειών.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη όμως, αναμένεται εναρμόνιση της νομοθεσίας για την αξιολόγηση της νέας τεχνολογίας, ξεκινώντας με τις αντικαρκινικές θεραπείες το 2025 και ολοκληρώνοντας τις διαδικασίες για κάλυψη όλων των θεραπευτικών κατηγοριών ως το 2030.
Παρόλα αυτά, η πανδημία έχει προκαλέσει μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης (με την εξαίρεση των εμβολίων και των λοιπών θεραπευτικών μέσω για την COVID-19) ρίχνοντας το συνολικό κόστος κατά 175 δις. δολ. στην επταετία ως το 2026 αν δεν υπήρχε ο νέος κοροναϊός. Όμως τα εμβόλια υπολογίζονται σε 250 δις. δολ. συνολικά, με την καθαρή δαπάνη να φτάνει τελικά τα 133 δις. δολ. ή το 3% της συνολικής παγκόσμιας δαπάνης στη διάρκεια της πανδημικής περιόδου. Το πρώτο κύμα εμβολιασμών, αναμενόταν να καλύψει το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού ως το τέλος του 2022 με την τρέχουσα παραγωγική δυνατότητα, όμως τελικά εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί στο τέλος σχεδόν του 2023.
Επιστροφή στην κανονικότητα
Η ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς θα επιστρέψει στις προβλέψεις πριν από την πανδημία έως το 2025 παρά τις διακυμάνσεις από έτος σε έτος.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις εκτιμήσεις για μεγαλύτερη αύξηση των δαπανών από τα εμβόλια COVID-19 και χαμηλότερες δαπάνες στις υπάρχουσες θεραπείες λόγω της πανδημίας διαταραχών από την πανδημία, ο πενταετής ρυθμός ανάπτυξης έως το 2025 αναμένεται να είναι 4,6%, έναντι 4,5% εάν δεν είχε σημειωθεί η πανδημία.
Ίσως η μεγαλύτερη αβεβαιότητα την επόμενη πενταετία θα είναι οι πιθανές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό των χωρών και εάν θα υπάρξουν αλλαγές στις πολιτικές σχετικά με τις δαπάνες για την υγεία και τα φάρμακα.
Αναμένεται ότι η τιμολόγηση και το κόστος των φαρμάκων θα υπόκεινται σε αυξημένο έλεγχο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αλλά αυτό ήταν ένα γεγονός ήδη σε εξέλιξη στις περισσότερες ανεπτυγμένες αγορές και ένα όλο και πιο βασικό ζήτημα στην αγορά των ΗΠΑ.
Ενώ η πανδημία κυριάρχησε σε μεγάλο μέρος του περασμένου έτους, οι ευρύτερες τάσεις στη χρήση φαρμάκων συνεχίζουν να εξελίσσονται σχετικά αμετάβλητες, γεγονός που προσφέρει κάποια ελπίδα στα εκατομμύρια που ζουν σε αγορές χαμηλότερου εισοδήματος, με τη βελτιωμένη κατάσταση της υγείας τους σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα της αυξημένης πρόσβασης σε φάρμακα.
Η παγκόσμια αγορά φαρμάκων με τιμές τιμοκαταλόγου και χωρίς υποχρεωτικές επιστροφές, αναμένεται να αυξηθεί στα 1,8 τρις. δολ. περίπου εμφανίζοντας ρυθμό ανάπτυξης 3–6% ετησίως, εξαιρουμένων των δαπανών για τα εμβόλια κατά της COVID-19.
Στις ανεπτυγμένες χώρες – αυτές με ανώτερα μεσαία ή υψηλά εισοδήματα – αναμένεται ανάπτυξη από 2–5% έως το 2026, αντίστοιχη με αυτή των τελευταίων πέντε ετών.
Η πανδημία θα συνεχίσει να επηρεάζει διαφορετικά την κάθε χώρα, όμως η επαναφορά στην προ πανδημίας πρακτική θα γίνει σταδιακά με την αύξηση του ποσοστού εμβολιασμού του πληθυσμού, μειώνοντας τις κοινωνικές επιπτώσεις του κοροναϊού.
Θεραπευτικοί τομείς
Στην ίδια πενταετία, την πρωτιά την ανάπτυξης θα έχουν τα ογκολογικά φάρμακα, καθώς 100 νέες φαρμακευτικές ουσίες αναμένεται να βγουν στην αγορά και να δώσουν ανάπτυξη της τάξης του 10%. Η ανάπτυξη αυτή παρουσιάζει επιβράδυνση, εξαιτίας των εξοικονομήσεων από τα βιοϊσοδύναμα, οδηγώντας την συνολική δαπάνη για ογκολογικά σκευάσματα σε πάνω από 300 δις. δολ.
Επιβράδυνση σχεδόν στο μισό, θα υποστεί και ο τομέας της ανοσολογίας, εμφανίζοντας ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 6-9%, αν και η χρήση των ανοσοθεραπειών αυξάνεται κατά 12% σε ετήσια βάση.
Στην τρίτη θέση από πλευράς ανάπτυξης τοποθετούνται οι θεραπείες για τον διαβήτη, ενώ την τέταρτη θέση καταλαμβάνει η νευρολογία, για την οποία αναμένονται νέες θεραπείες για την Αλτζχάιμερ και την Πάρκινσον, την ημικρανία, ενώ νέας γενιάς θεραπείες αναμένονται για την αιμορροφιλία, την τυφλότητα και την θαλασσαιμία.