Στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης παρουσιάζεται το πιο συγκλονιστικό, σκοτεινό και αντιφασιστικό μυθιστόρημα του Κλάους Μανν.
Πρόκειται για το έργο «Μεφίστο» σε ερμηνεία και σκηνοθεσία Νικόλα Βαγιονάκη. Ένα κείμενο που ενώνει την κωμωδία, το δράμα, την ουτοπία, την παρωδία, το καμπαρέ και πολλά άλλα είδη, δίνοντας μια παράσταση που ανεβαίνει κάθε Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο.
Το έργο ζωντανεύει την ιστορία του ηθοποιού Χέντρικ Χέφγκεν, που ξεκινά την καριέρα του στο θέατρο τέχνης του Αμβούργου το 1926, οραματιζόμενος ένα επαναστατικό ισοδύναμο θέατρο μέχρι το 1936, που αναδείχθηκε το νέο αστέρι του τρίτου Ράιχ.
Η μετάβαση του στο Βερολίνο προκειμένου να καθιερωθεί σαν πρωταγωνιστής στο Θέατρο συμπίπτει με την άνοδο του φασισμού, που εξευτελίζει και χειραγωγεί την ανθρώπινη υπόσταση. Συνάπτοντας λοιπόν συμφωνία με τον διάβολο, προδίδει όλα τα ιδανικά και τις αξίες του, και στο τέλος μεταμορφώνεται σε μαϊμού της εξουσίας. Ένας παλιάτσος που διασκεδάζει δολοφόνους. Οι συνέπειες θα είναι δραματικές.
Ο Νικόλας Βαγιονάκης μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, τους στρατευμένους καλλιτέχνες και το θέατρο που πάει κόντρα στο σκοτάδι.
Πώς προέκυψε η ιδέα γι’ αυτή την παράσταση;
Υπάρχουν συγγραφείς και ποιητές που είναι όχι μόνο μπροστά από την εποχή τους, αλλά θα μπορούσα να πω με μεγάλη βεβαιότητα, ότι είναι οραματιστές. Ο Κλάους Μανν λοιπόν είναι ένας από αυτούς. Το σκοτεινό και αντιφασιστικό του μυθιστόρημα ΜΕΦΙΣΤΟ που εκδόθηκε το 1936 αναφέρεται στον κόσμο του θεάτρου, κάτω από την εξουσία των ναζί. Ένα συγκλονιστικό κείμενο που με μάγεψε, και θέλησα να το παρουσιάσω στη σκηνή.
Είναι το “Μεφίστο” είναι έργο επίκαιρο; Τι μηνύματα στέλνει για το σήμερα;
Θα είναι πάντα επίκαιρο γιατί δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται με άλλες συνθήκες και διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Μηνύματα αφύπνισης, υπενθύμισης, και εγκρατείας μέσα από τα θλιβερά αποτελέσματα, της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και απληστίας.
Ποιο λοξό δρόμο πρέπει να πάρει ένας καλλιτέχνης για να καταλήξει να κάνει παραστάσεις που εκθειάζουν το ναζισμό και τις θηριωδίες του;
Ο καλλιτέχνης λοιπόν Χέντρικ Χέφγκεν θολωμένος από την επιφανειακή λάμψη που τον λούζει, και προκειμένου να κατακτήσει την κορυφή της επιτυχίας, ναι μεν γίνεται ο πρωταγωνιστής και ο διευθυντής θεάτρου του τρίτου ράιχ, ξεπουλώντας όμως όλα τα ιδανικά και τις αξίες του, διασκεδάζοντας τους δολοφόνους.
Το θέατρο, από τη φύση του, δεν είναι μια τέχνη που πάει κόντρα σε όλη αυτήν την σκοτεινή ιδεολογία;
Φυσικά και το θέατρο πάει κόντρα σε κάθε σκοτεινή ιδεολογία . Σκοπός του Θεάτρου είναι να σηματοδοτεί, να αφυπνίζει, να προβληματίζει το κοινό. Να το κάνει να αφουγκράζεται τέτοιες σκοτεινές καταστάσεις και παγίδες, χωρίς όμως να κάνει διάλεξη. Εκεί βρίσκεται η μαγεία και το μεγαλείο του.
Οι παλιάτσοι που διασκεδάζουν δολοφόνους, τι κατάληξη μπορεί να έχουν;
Ο Χέντρικ Χέφγκεν γίνεται ο παλιάτσος, η μαϊμού της εξουσίας. Ο Μεφίστο που είναι και ο καλύτερος ρόλος της ζωής του, θα είναι και η καταδίκη του. Οι συνέπειες θα είναι δραματικές. Τελικά όλες οι αποφάσεις έχουν και ένα βαρύ τίμημα.
Στο βωμό της καριέρας, μπορούν να θυσιάζονται αξίες και ιδανικά;
Καμιά καριέρα δεν αξίζει όσο η αξιοπρέπεια, η αυτοσεβασμός, και η αυτοεκτίμηση μαζί με την ανθρωπιά. Ο Χέντρικ Χέφγκεν είναι κόντρα ρόλος για μένα σαν άνθρωπος. Είναι ένας εκπληκτικός ρόλος όμως για μένα σαν ηθοποιός. Θα χρησιμοποιήσω λοιπόν μια ατάκα του έργου. Αυτός ο ρόλος είναι το κάτι άλλο το κάτι άλλο……