H 64χρονη Τζάκι Γκράχαμ μολύνθηκε από κοροναϊό κοντά στην αρχή της πανδημίας. Ευτυχώς δεν νόσησε τόσο βαριά, ώστε να χρειαστεί να εισαχθεί στο νοσοκομείο.
Μήνες αργότερα ωστόσο είχε ακόμη δύσπνοια, η πίεσή της ήταν υψηλή, έπασχε από απώλεια όσφρησης και γεύσης και με το παραμικρό αισθανόταν εξαντλημένη.
«Πριν από έξι μήνες, θα σας έλεγα ότι η COVID-19 έχει καταστρέψει τη ζωή μου», λέει στο πρακτορείο AP. Πρακτικά, χρειάστηκε να περάσει περίπου ένας χρόνος μετά την ανάρρωσή της μέχρι να ορθοποδήσει.
Στην ίδια ή παρόμοια κατάσταση με την Τζάκι εκτιμάται ότι έχουν ήδη βρεθεί εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο: περίπου το ένα τρίτο, σύμφωνα με έρευνες, όσων νοσηλεύτηκαν με COVID-19 και υποφέρουν από μακροχρόνια συμπτώματα για μήνες ή ακόμη και ένα χρόνο μετά την ανάρρωσή τους.
Καθώς τα αίτια για την εμφάνιση του συνδρόμου long Covid ακόμη ερευνώνται, ειδικοί εκφράζουν φόβους ότι τώρα, με την εξάπλωση της παραλλαγής Όμικρον και της ακόμη πιο μεταδοτικής υποπαραλλαγής της, οι πάσχοντες από μακροχρόνια συμπτώματα του κοροναϊού μοιραία θα αυξηθούν κατά πολύ.
Ήδη, πολλοί τονίζουν ότι τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και οι εθνικές οικονομίες θα πρέπει να προετοιμαστούν για τις συνέπειες ενός πιθανού κύματος long Covid.
Πρόβλημα χωρίς ηλικία
Ο κατάλογος των συμπτωμάτων είναι μακρύς.
Τα πιο κοινά αφορούν σε κόπωση, προβλήματα με τη μνήμη και τη σκέψη, απώλεια γεύσης και όσφρησης, δύσπνοια, στομαχόπονο, ζάλη, αϋπνία, άγχος, κατάθλιψη.
Η μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της long Covid έχει καταγραφεί κυρίως σε άτομα που νοσηλεύτηκαν με κοροναϊό. Παρ’ όλα αυτά, δεν περιορίζεται μόνο σε αυτή την κατηγορία.
Επηρεάζει, δε, όλες τις ηλικίες: από ενήλικες, έως παιδιά και βρέφη.
Είτε λόγω της «επέλασης» της παραλλαγής Δέλτα, είτε λόγω και της αυξημένης πια ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης για τα μακροχρόνια συμπτώματα της νόσου έπειτα από δύο χρόνια πανδημίας, στις ΗΠΑ καταγράφεται πλέον μεγάλη αύξηση στην προσέλευση μεγάλων και μικρών σε κλινικές με συμπτώματα long Covid.
Προς το παρόν, ωστόσο, δεν υπάρχουν ειδικά εγκεκριμένες θεραπείες. Αρκετοί ασθενείς ανακουφίζονται με παυσίπονα, φάρμακα για άλλες συναφείς παθήσεις ή και φυσικοθεραπεία.
Η σημασία των εμβολίων
Τα πρώτα συμπεράσματα δύο πρόσφατων ερευνών στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ δείχνουν ότι η πιθανότητα εμφάνισης του συνδρόμου long Covid ή η σοβαρότητα των συμπτωμάτων του μειώνεται σε άτομα που μολύνθηκαν από κοροναϊό, αφότου είχαν ήδη εμβολιαστεί κατά της COVID-19.
Κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι στις μικρές ηλικιακές ομάδες -όπου τα ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν χαμηλά ή δεν έχει ακόμη εγκριθεί η χορήγηση εμβολίων- οι πιθανότητες για εμφάνιση μακροχρόνιων συμπτωμάτων από την μόλυνση με κοροναϊό μπορεί να είναι εντέλει αυξημένη, παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά νοσηλείας παιδιών λόγω κοροναϊού παραμένουν χαμηλά.
Με ενδιαφέρον αναμένονται εν τω μεταξύ τα συμπεράσματα έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ για το κατά πόσο ο εμβολιασμός κατά του κοροναϊού περιορίζει τα συμπτώματα της long Covid σε άτομα που νόσησαν, ενώ δεν είχαν ήδη εμβολιαστεί.
Αναζητώντας αίτια και λύσεις
Πιο ακριβείς απαντήσεις πιθανόν να δοθούν μέσα από δεκάδες παράλληλες μελέτες που γίνονται διεθνώς για τα αίτια του συνδρόμου.
Από τις πλέον σημαντικές έρευνες για τα αίτια της long Covid θεωρείται αυτή που διεξάγεται σε εθνικό επίπεδο στις ΗΠΑ από το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας, συμπεριλαμβάνοντας στις έρευνες και παιδιά.
Προς το παρόν, απουσία σαφών συμπερασμάτων, διατυπώνονται διάφορες θεωρίες.
Οι μέχρι στιγμής επικρατέστερες αφορούν σε πιθανές επίμονες φλεγμονές ακόμη και μετά την ανάρρωση από κοροναϊό, ίσως εξαιτίας υπολειμμάτων του ιού.
Στο ενδεχόμενο να ενεργοποιούνται από τη λοίμωξη λανθάνοντες ιοί στον οργανισμό ή μια αυτοάνοση απόκριση, η οποία μπορεί να συνεχίζεται έως και έξι μήνες μετά την ανάρρωση από την COVID-19, σύμφωνα με το Ιατρικό Κέντρο Cedars-Sinai στο Λος Άντζελες.
Μια τέταρτη υπό διερεύνηση εκδοχή είναι η παρουσία μικροσκοπικών θρόμβων, από μη φυσιολογική πήξη του αίματος κατά τη μόλυνση από την COVID-19 και αυξημένα επίπεδα πρωτεϊνών στο πλάσμα του αίματος.