Η συζήτηση ότι το Ισραήλ εφαρμόζει πρακτικές συστηματικών αρνητικών διακρίσεων σε βάρος των Παλαιστινίων και στα Κατεχόμενα και στο ίδιο το Ισραήλ (σε βάρος των Ισραηλινών Αράβων πολιτών) έχει ξεκινήσει πολύ καιρό τώρα.
Άλλωστε, αρκετές πλευρές αυτής της εκτίμησης έχουν διατυπωθεί κατ’ επανάληψη τόσο από Παλαιστινιακές οργανώσεις όσο και από ισραηλινές φιλειρηνικές οργανώσεις και ΜΚΟ, που υποστηρίζουν ότι τόσο το καθεστώς κατοχής στη Δυτική Όχθη, όσο και η μεταχείριση των Αράβων πολιτών του Ισραήλ και των κατοίκων της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, ισοδυναμεί με καθεστώς απαρτχάιντ, ανάλογο με αυτό που εφάρμοσε η Νότια Αφρική σε βάρος του μαύρου πληθυσμού.
Αυτό αφορά τα δικαιώματα και τους περιορισμούς που υφίστανται αλλά ακόμη και τον τρόπο που οι εποικισμοί κατατέμνουν τις εκτάσεις όπου ζουν οι Παλαιστίνιοι δημιουργώντας μια ακόμη δυσμενέστερη κατάσταση.
Το αποτέλεσμα είναι, όπως αναδεικνύει και η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, είτε να μιλάμε για έναν πληθυσμό χωρίς πολλά δικαιώματα (στα Κατεχόμενα) είτε για πολίτες δεύτερης κατηγορίας εντός του Ισραήλ, όπως και ότι αυτό είναι μια συστηματική πολιτική, αυτό που περιγράφεται ως καθεστώς απαρτχάιντ.
Μάλιστα έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας συνεξετάζει την κατάσταση στα Κατεχόμενα με αυτή εντός του Ισραήλ. Αυτό δεν είναι άσχετο και από τις μεγάλες πρόσφατες κινητοποιήσεις των Παλαιστινίων που ζουν εντός του Ισραήλ (των «Ισραηλινών Αράβων) με αφορμή το διαρκές πρόβλημα της βίαιης εκδίωξης Παλαιστινίων από τις κατοικίες τους στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Αυτή η ενιαία αντιμετώπιση είναι επίσης μια τομή, εκτός των άλλων γιατί παραπέμπει στην ανάγκη μιας λύσης που να αφορά συνολικά την περιοχή «από τον Ιορδάνη μέχρι τη θάλασσα».
Μια συζήτηση που παραμένει ανοιχτή
Ότι υπάρχει πρόβλημα με την κατάσταση στα Κατεχόμενα και συνολικά το Παλαιστινιακό είναι ένας κοινός τόπος στη διεθνή σκηνή. Άλλωστε, επίσημη θέση της διεθνούς κοινότητας, με βάση τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, είναι η μη αναγνώριση της κατοχής από το Ισραήλ εκτάσεων πέραν των συνόρων του 1967, ενώ ούτε το ίδιο το Ισραήλ έχει προχωρήσει σε τυπική προσάρτηση αυτών των περιοχών (ο Νετανιάχου το ανακοίνωσε ρητά ως πρόθεση, αλλά δεν έκανε τελικά το κρίσιμο βήμα).
Ωστόσο, όπως συμβαίνει και με άλλες «ανοιχτές πληγές» στη διεθνή σκηνή συχνά υπάρχει η λογική να διατηρηθεί επ’ άπειρο το σημερινό καθεστώς.
Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες το Ισραήλ αναβάθμισε τις σχέσεις του με αρκετές χώρες, την ώρα που ιδίως οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες δείχνουν να προκρίνουν περισσότερο τις καλύτερες σχέσεις με το Ισραήλ παρά την επίλυση του Παλαιστινιακού.
Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί ότι υπάρχουν πλήθος κινήματα και οργανώσεις που εξακολουθούν να ασχολούνται με το ζήτημα, να οργανώνουν καμπάνιες ενημέρωσης και να προσπαθούν να ξεσηκώσουν την κοινή γνώμη.
Ξεχωριστή πλευρά έχει το κίνημα BDS, ένα πολύμορφο διεθνές κίνημα που υποστηρίζει ότι σε βάρος του Ισραήλ πρέπει να επιβληθεί μποϊκοτάζ στα προϊόντα, αποεπένδυση (δηλαδή να σταματήσουν να γίνονται νέες επενδύσεις στο Ισραήλ και να διακοπούν τυχόν επενδυτικές συνεργασίες που υπάρχουν), και φυσικά κυρώσεις.
Απαρτχάιντ και κυρώσεις
Το απαρτχάιντ δεν είναι απλώς ένας ιστορικά προσδιορισμένος όρος σε σχέση με το καθεστώς θεσμοθετημένων φυλετικών διακρίσεων στη Νότια Αφρική.
Είναι ταυτόχρονα και ένας όρος του διεθνούς δικαίου. Περιλαμβάνεται σε διεθνές συμβάσεις και αποτελεί μια διεθνώς αναγνωρισμένη αδικοπραξία.
Αυτό εξηγεί ήταν και για τη Διεθνή Αμνηστία μια τομή το να προχωρήσει πέρα από την καταγγελία των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Παλαιστίνη, κάτι που έχει κάνει κατ’ επανάληψη, και να υποστηρίξει ότι το ισραηλινό κράτος εφαρμόζει ένα καθεστώς συστηματικών διακρίσεων και δη στην κλίμακα και τον τρόπο που να μπορεί να του αποδοθεί ένας χαρακτηρισμός που στο παρελθόν αποτέλεσε επαρκή λόγο για την εφαρμογή κυρώσεων από τη διεθνή κοινότητα.
Το γεγονός ότι προέρχεται ότι αυτή η θέση έρχεται από μία από τις μεγαλύτερες και πιο σεβαστές ΜΚΟ παγκοσμίως που δραστηριοποιούνται στα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια οργάνωση που ιστορικά διαμόρφωσε την ίδια την έννοια της διεθνούς καμπάνιας για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχει προφανώς μια ευρύτερη σημασία.
Και βεβαίως η αναφορά σε καθεστώς απαρτχάιντ μπορεί να θεωρηθεί νομιμοποίηση ουσιαστικά του κινήματος BDS.
Μια συνολικότερη αμφισβήτηση της ισραηλινής πολιτικής
Με έναν τρόπο το Ισραήλ είναι αντιμέτωπο με μια ιδιότυπη αντίφαση.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, η διαδικασία επαναπροσέγγισης με τις χώρες του Κόλπου, ο σταθερός δίαυλος επικοινωνίας με τη Ρωσία, η αναβάθμιση των σχέσεων με τις ευρωπαϊκές χώρες αλλά και ένα μεγάλο φάσμα άλλων κρατών, σηματοδοτεί μεγαλύτερη διεθνή στήριξη παρά ποτέ. Μάλιστα, αυτό σε κάποιες περιπτώσεις έχει οδηγήσει και σε θετική αντιμετώπιση της ισραηλινής θέσης ότι το κίνημα BDS είναι αντισημιτικό (κάτι που κατ’ επανάληψη εκπρόσωποι του κινήματος έχουν αρνηθεί κατηγορηματικά).
Η ίδια η κρίση του Παλαιστινιακού κινήματος τα προηγούμενα χρόνια και η ρήξη ανάμεσα στην Παλαιστινιακή Αρχή και τη Χαμάς, συνέβαλε σε αυτό, αν και η φόρτιση του ζητήματος, ιδίως για τον αραβικό κόσμο δεν έπαψε.
Όμως, την ίδια στιγμή σε επίπεδο παγκόσμιας κοινωνίας των πολιτών η κριτική για τις πρακτικές που εφαρμόζονται στα Κατεχόμενα, για τον εποικισμό, για τις εξώσεις στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, για τις διακρίσεις σε βάρος των Παλαιστινίων πολιτών στο Ισραήλ, για τον αποκλεισμό της Γάζας, έχει ενταθεί και είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των πρωτοβουλιών που υπάρχουν σε αυτή την κατεύθυνση.
Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι ακόμη και στις ΗΠΑ στις νεώτερες γενιές της Εβραϊκής Διασποράς δεν υπάρχει πια στην ίδια κλίμακα η ίδια απροϋπόθετη υποστήριξη όλων των πρακτικών του Ισραήλ και υπάρχουν πλήθος φωνές που ασκούν έντονη κριτική. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί θεωρούν ότι πλέον δεν μπορεί να υπάρξει λύση «δύο κρατών», παρά μόνο «ενός κράτους» που θα περιλαμβάνει με ισοτιμία Εβραίους και Άραβες, κάτι που προφανώς είναι διαφορετικό από την καταστατική φυσιογνωμία του Ισραήλ.
Το βλέμμα στο μέλλον
Όλα αυτά προφανώς έχουν να κάνουν και με το σημείο στο οποίο βρίσκονται τα πράγματα στο Παλαιστινιακό εδώ και αρκετά χρόνια. Το πλαίσιο των Συμφωνιών του Όσλο για την προοπτική μιας λύσης «δύο κρατών» πολύ σύντομα υπονομεύτηκε και ουσιαστικά από ένα σημείο και μετά δεν εφαρμόστηκε. Η «εποχή Νετανιάχου» ήταν επίσης μια περίοδος στην οποία η κατάσταση επιδεινώθηκε και πρόοδος δεν υπήρξε. Η λογική ότι τα πράγματα μπορούν να «παγώσουν» στη σημερινή κατάσταση, δεν μπορεί να δώσει προοπτική, γιατί σωρεύονται προβλήματα, που με διάφορες πλευρές έρχονται στο προσκήνιο (π.χ. με τα ζητήματα των εξώσεων ή τη διαρκή αντιπαράθεση γύρω από τους εποικισμούς).