Τον προβληματισμό των επιστημόνων για το γεγονός ότι δεν βλέπουμε περαιτέρω πτώση των επιδημιολογικών δεικτών, εξέφρασε η Αναστασία Κοτανίδου, καθηγήτρια Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ και διευθύντρια ΜΕΘ του νοσοκομείου Ευαγγελισμός.
Η ίδια αναφέρθηκε στη συζήτηση περί επικείμενης χαλάρωσης των μέτρων, εξήγησε πού οφείλεται ο μεγάλος αριθμός θανάτων από κοροναϊό στη χώρα μας, ενώ ξεκαθάρισε πως δεν υπάρχει μαγικό φάρμακο πέρα από τα εμβόλια.
Δεν υπάρχει μαγικό φάρμακο
Ειδικότερα, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, η κ. Κοτανίδου, σημείωσε ότι «μπορεί να υπάρχουν μέτρα στη χώρα μας, αλλά ελάχιστοι τα τηρούν. Οι περισσότεροι από εμάς ζητάμε να συνυπάρξουμε με τον ιό, από την άλλη όμως θέλουμε να είμαστε και προστατευμένοι. Δηλαδή θέλουμε και τη ζωή μας πίσω και να μην κολλήσουμε και να μην μπούμε στο νοσοκομείο. Ο μόνος τρόπος για να το πετύχουμε αυτό, είναι να κάνουμε όσες δόσεις εμβολίου χρειάζεται να κάνουμε. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, δεν υπάρχει ένα μαγικό φάρμακο που θα μας προστατεύσει από την Covid».
Αναφορικά με τη συζήτηση περί επικείμενης χαλάρωσης των μέτρων, σημείωσε, σύμφωνα με την ertnews.gr, ότι «δεν πρέπει να συγκρινόμαστε με τις χώρες που κάνουν άρση μέτρων, γιατί έχουν πολύ μεγαλύτερη εμβολιαστική κάλυψη και λιγότερους ανεμβολίαστους στις ηλικίες άνω των 65 ετών».
«Δεν βλέπουμε περαιτέρω πτώση των δεικτών»
Πρόσθεσε πως τα κρούσματα και οι επιδημιολογικοί δείκτες βρίσκονται σε μια σταθεροποίηση στην Ελλάδα. «Δυστυχώς αυτό το “πλατό” κρατάει αρκετό καιρό, αυτός είναι ο μικρός προβληματισμός και δεν βλέπουμε περαιτέρω πτώση των δεικτών. Πιστεύαμε ότι θα καταγραφόταν πιο γρήγορα η πτώση σε σχέση με τους ρυθμούς που βλέπουμε», σημείωσε.
Σύμφωνα με την ίδια, στα νοσοκομεία υπάρχει πλέον ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών που μπαίνουν με τη μετάλλαξη Όμικρον, ενώ υπάρχουν διαφορές από περιοχή σε περιοχή. «Για τη βαρύτητα, είναι πολύ μικρό ακόμα το ποσοστό ασθενών που έχουν Όμικρον, είναι εμβολιασμένοι και με τις τρεις δόσεις και χρειάζεται να μπουν στη μονάδα. Η πλειονότητα των διασωληνωμένων έχει προσβληθεί από τη Δέλτα. Μεταξύ των διασωληνωμένων στα καινούργια περιστατικά από τις 26 Δεκεμβρίου και μετά, υπάρχει ένα ποσοστό σημαντικό το οποίο έχει προσβληθεί από την Όμικρον. Αυτοί όμως έχουν πολλαπλά άλλα προβλήματα υγείας, οι περισσότεροι είναι άνω των 75 ετών, και οι περισσότεροι δεν είναι εμβολιασμένοι», ανέφερε.
Όπως είπε η κυρία Κοτανίδου, οι πλήρως εμβολιασμένοι που διασωληνώνονται συνήθως έχουν πολύ βαριά συνοδά νοσήματα και μάλιστα οι περισσότεροι δεν κόλλησαν κοροναϊό στο σπίτι τους, αλλά σε κάποιο νοσοκομείο ή σε κάποια άλλη δομή.
Πού οφείλεται ο μεγάλος αριθμός θανάτων
Για τον μεγάλο αριθμό θανάτων που καταγράφεται στη χώρα μας, η διευθύντρια ΜΕΘ του νοσοκομείου Ευαγγελισμός είπε ότι πέρα από το γεγονός ότι κάποιες ευρωπαϊκές χώρες άλλαξαν στην πορεία τον τρόπο μέτρησης των θανάτων, στην Ελλάδα έχουμε έναν γερασμένο πληθυσμό.
«Έχουμε στην Ευρώπη το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων άνω των 65. Η Ιταλία – μια χώρα με επίσης γερασμένο πληθυσμό -είναι μπροστά μας σε αριθμό θανάτων», εξήγησε. Επίσης, όπως είπε, υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν έχουν συμβιβαστεί με την πανδημία και διστάζουν να απευθυνθούν άμεσα στο γιατρό και στο νοσοκομείο, καθώς πιστεύουν μερικοί ότι «αν κολλήσουν Covid και μπουν στο νοσοκομείο κάποιος θα τους διασωληνώσει με το ζόρι ή θα τους… σκοτώσει».
Η «τεράστια πληγή»
«Δεν νομίζω ότι εν μέσω πανδημίας πρέπει να αναζητήσουμε στοιχεία για την ποιότητα του ΕΣΥ. Αν η πανδημία τελειώσει με το καλό, πρέπει όλοι να καθίσουμε σε ένα τραπέζι και να δούμε αυτή την ποιότητα του συστήματος, που πάσχει και που πρέπει να ενισχυθεί», είπε η κυρία Κοτανίδου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση για τα προβλήματα του δημόσιου συστήματος Υγείας.
Τόνισε ότι στην πανδημία οι μονάδες διπλασιάστηκαν και έχουμε φτάσει στον μέσο ευρωπαϊκό όρο και λίγο παραπάνω, με 13 κλίνες ανά 100.000 κατοίκους (μαζί με ιδιωτικές και στρατιωτικές μονάδες). «Είναι ένας πολύ καλός αριθμός και ελπίζω να μας μείνει παρακαταθήκη για το μέλλον. Αλλά πάσχουμε από εξειδικευμένο προσωπικό. Δεν υπήρχε αρκετό- προσελήφθησαν αρκετοί γιατροί και κάποιοι νοσηλευτές, οι οποίοι όμως αυτή τη στιγμή προσπαθούν να ολοκληρώσουν τη βασική τους εκπαίδευση, που είναι 2 έτη για τους γιατρούς και ένα έτος για τους νοσηλευτές», εξήγησε.
Εξέφρασε την ελπίδα όλοι αυτοί να μείνουν μετά στα νοσοκομεία ως εκπαιδευμένοι και να στελεχώσουν τις ΜΕΘ. Χαρακτήρισε «τεράστια πληγή» το γεγονός ότι γιατροί και νοσηλευτές ζητούν αλλαγή τμήματος, επειδή η ΜΕΘ είναι ένα δύσκολο και απαιτητικό περιβάλλον, και δεν υπάρχουν κίνητρα για παραμονή. «Γιατί να επιλέξουν ένα δύσκολο τμήμα με επίπονη εργασία, όταν με την ίδια αμοιβή μπορούν να πάνε σε καλύτερη θέση», διερωτήθηκε.