Η φρίκη στο άκουσμα της είδησης ότι ένα επτάχρονο παιδί δολοφονήθηκε από τη μητέρα και τον σύντροφό της στην Κυψέλη έχει σκεπάσει τη χώρα, και για ακόμα μία φορά ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα αποτρόπαιο έγκλημα και μάλιστα ενός μικρού παιδιού αναζητώντας τα πώς και τα γιατί.
Οι ένοχοι συνελήφθησαν και αύριο θα οδηγηθούν στον εισαγγελέα, ωστόσο αυτό προφανώς δεν θα λύσει το πρόβλημα της βίας κατά των παιδιών. Γιατί η βία δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη οικογένεια. Η κακοποίηση των παιδιών και συνολικότερα η κακοποίηση εντός της οικογένειας έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Η οικονομική κρίση, η πανδημία, η ανυπαρξία των κοινωνικών δομών είναι κάποιοι από τους λόγους που οδηγούν στην αύξηση των εγκλημάτων και της αποκάλυψης των φρικτών λεπτομερειών που τα ακολουθούν.
Θα είναι ο 7χρονος Ανδρέας το τελευταίο θύμα; Με αυτό το ερώτημα αναμετριέται πολιτεία και κοινωνία και οι απαντήσεις επιβάλλεται να δοθούν σύντομα. Γιατί πολλές αναλύσεις ψυχολογικές η κοινωνιολογικές μπορεί να γίνουν για το πώς ένας άνθρωπος φτάνει σε ένα τέτοιο σημείο βαρβαρότητας, αλλά αυτό που έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία είναι η ευθύνη της Πολιτείας να προστατεύει τα μέλη της ακόμα και από τις απάνθρωπες συμπεριφορές.
Καταρχάς, χρειάζεται η άμεση προτεραιότητα της Πολιτείας να είναι η στήριξη της αδερφής του Ανδρέα που δεν σταμάτησε να τον αναζητά, καθώς είχε καταφέρει να γλιτώσει όταν οι δάσκαλοι στο σχολείο της κατήγγειλαν την κακοποίησή της και η φροντίδα του κοριτσιού ανατέθηκε σε ανάδοχη οικογένεια.
Υπερασπίσου το παιδί…
Τα εγκλήματα αυτά δεν έρχονται σαν κεραυνός εν αιθρία. Προηγείται κακοποίηση που μπορεί να διαρκεί και χρόνια. Αυτό αποδεικνύεται και από την περίπτωση του Ανδρέα, που η ζωή του ήταν ένας Γολγοθάς με άγρια σωματική κακοποίηση. Σε αυτό το διάστημα χρειάζεται η παρέμβαση από τις κρατικές δομές που μπορούν και πρέπει να λειτουργήσουν προληπτικά και αποτρεπτικά ώστε να μην ξαναδούμε τέτοια εγκλήματα.
Η περίπτωση της Κυψέλης είναι χαρακτηριστική για την πλήρη απουσία κοινωνικών δομών που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως καταφύγιο για παιδιά που μεγάλωναν σε ένα εντελώς ακατάλληλο περιβάλλον. Ο μικρός Ανδρέας θα μπορούσε να ζει καθώς το τι συνέβαινε στην οικογένεια ήταν γνωστό και οι αρχές είχαν ειδοποιηθεί από τους γείτονες και το σχολείο, αλλά οι κρατικές δομές απουσίαζαν. Οι περικοπές της τελευταίας δεκαετίας έχουν επιδεινώσει κατά πολύ την κατάσταση καθώς οι κρατικές και δημοτικές υπηρεσίες είναι σε μεγάλο βαθμό υποστελεχωμένες και άρα ανίκανες να παρέμβουν.
Να μην χρειαστεί να ταραχτούμε εκ των υστέρων
Χαρακτηριστικό είναι ότι η τύχη της αδερφής του Ανδρέα δεν είναι ακόμα εξασφαλισμένη. Το κορίτσι είναι μεν σε ανάδοχη οικογένεια, αλλά θεωρητικά η μητέρα έχει ακόμα δικαίωμα να το διεκδικήσει αναφέρει ο κ. Γιαννόπουλος από το Χαμόγελο του Παιδιού. «Αφού δεν υπάρχει άλλο οικογενειακό πλαίσιο να κανονίσουν οι υπηρεσίες να γίνει η υιοθεσία και να τελειώνει αυτό. Φανταστείτε μετά από κάποιο καιρό να διεκδικεί η μητέρα το παιδί», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Κάθε φορά ταραζόμαστε με αυτό που συμβαίνει, συμπληρώνει ο κ. Γιαννόπουλος, πρόεδρος του Χαμόγελο του Παιδιού, αλλά το ζήτημα της πρόληψης και της αντιμετώπισης από συγκεκριμένες δομές και κρατικές διαδικασίες είναι κομβικό για την εξέλιξη κάθε παιδιού.
Το οδοιπορικό της φρίκης
«Γιατί το οδοιπορικό της φρίκης, ξεκινά το 2008 όταν κληθήκαμε να πάμε να προστρέξουμε σε ένα κορίτσι 15 ετών που ήταν στον δρόμο και την εκμεταλλευόντουσαν, η σημερινή μητέρα του δολοφονημένου 7χρονου παιδιού. Που ήταν μάλιστα και έγκυος τότε. Αν σε ένα παιδί δεν δώσεις την δυνατότητα να επιβιώσει και να νιώσει την ζεστασιά και την φροντίδα κάπου, δεν θα ξέρει παρά την απέχθεια, την παραμέληση και την κακοποίηση.
Η πρώτη κλήση που λάβαμε για κακοποίηση του κοριτσιού είναι τον Μάιο του 2018, όταν μας ενημέρωσαν από το σχολείο του ότι πήγε καταχτυπημένο με μώλωπες. Θα είχε την ίδια τύχη του αγοριού, το κοριτσάκι, γιατί δεν υπάρχει διαφορά στην συμπεριφορά απ’ ό,τι φαίνεται. Και εκεί υπήρξε άμεση κινητοποίηση και το παιδί το πήγαμε στο νοσοκομείο μαζί με την μητέρα που αγνοούσε τι θα πει φροντίδα του παιδιού, οι άνθρωποι του Χαμόγελου ήταν πιο βοηθητικοί στο παιδί από την μητέρα που προσπαθούσε να δικαιολογήσει τον φίλο της. Ζήσαμε την αδιαφορία αυτή της γυναίκας που δεν είχε το μητρικό φίλτρο.
Το παιδί σώθηκε και πήγε σε ανάδοχη οικογένεια. Και θα πρέπει πλέον αφού δεν υπάρχει άλλο οικογενειακό πλαίσιο να κανονίσουν οι υπηρεσίες να γίνει η υιοθεσία και να τελειώνει αυτό. Φανταστείτε μετά από κάποιο καιρό να διεκδικεί η μητέρα το παιδί».
Η Ιωάννα κατάφερε να «αποδράσει» από το κακοποιητικό περιβάλλον γιατί οι δάσκαλοί της κατάλαβαν το τι συνέβαινε και αμέσως ειδοποίησαν τους αρμόδιους. Στο Παίδων που μεταφέρθηκε το παιδί είχε τη δυνατότητα να μιλήσει με κοινωνικές υπηρεσίες και έτσι βρέθηκε ένα άλλο περιβάλλον για να μεγαλώσει. Τον ρόλο της στήριξης του παιδιού ανέλαβαν οι δάσκαλοί του γιατί δεν υπήρξε κάποια άλλη δομή που να έχει επισκεφθεί την οικογένεια τόσα χρόνια, από την ώρα που μητέρα έπεσε η ίδια θύμα κακοποίησης όταν ήταν 15 χρονών και έφερε στον κόσμο το πρώτο της παιδί.
Πώς γλίτωσε η Ιωάννα
Το κοριτσάκι επί τρείς συνεχόμενες ημέρες, 14, 15 και 16 Μαΐου του 2018 απουσίαζε αδικαιολόγητα από το σχολείο. Ο διευθυντής του σχολείου ανησύχησε και ενημέρωσε το «Χαμόγελο του Παιδιού».
Στις 17 Μαΐου του 2018 και μετά από τρεις μέρες απουσίας η μικρή Ιωάννα επέστρεψε στο σχολείο. Εκείνη τη μέρα η μητέρα της την είχε ντύσει με μακρυμάνικο προφανώς για να κρύψει τα σημάδια της κακοποίησης. Ωστόσο, αυτό κίνησε τις υποψίες των εκπαιδευτικών.
«Με τιμώρησε – Φοβάμαι, βλέπω εφιάλτες» είπε η Ιωάννα στους δασκάλους της
Από εκείνη την ημέρα η μικρή Ιωάννα απομακρύνθηκε από το διαμέρισμα – «κολαστήριο». Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Παίδων.
Εκεί τα στελέχη της κοινωνικής υπηρεσίας κατάφεραν και την «ξεκλείδωσαν» και έτσι τους εκμυστηρεύτηκε όλη την κόλαση που βίωνε στα χέρια του συντρόφου της μητέρας της και δολοφόνου του αδελφού της.
«Δέχομαι πολλές τιμωρίες από τον Μ… Φοβάμαι. Βλέπω εφιάλτες. Δεν θέλω να γυρίσω στο σπίτι. Ο μπαμπάς όσο ήταν μαζί μας χτυπούσε τη μαμά. Φοβάμαι και τον μπαμπά» είχε πει το κοριτσάκι.