Με αργούς ρυθμούς συνεχίζεται η αποκλιμάκωση των σκληρών δεικτών της πανδημίας, ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό για να εφησυχάσουμε, πιστεύοντας ότι όπου να ‘ναι ξεμπερδεύουμε με τον κοροναϊό covid-19 ή με τις μεταλλάξεις του.
Ειδικοί σε όλο τον κόσμο έχουν προειδοποιήσει από καιρό ότι ο νέος κοροναϊός ήρθε στη ζωή μας για να μείνει για… πολύ ακόμα, ενώ θεωρούν δεδομένη την εμφάνιση νέων παραλλαγών του ιού, με το μόνο αισιόδοξο στοιχείο στις εκτιμήσεις τους να είναι η πρόβλεψη πως δεν θα είναι «βαριές» μεταλλάξεις τύπου Δέλτα.
Παράλληλα, όπως η «περίφημη» ανοσία της αγέλης δεν ήρθε ποτέ, έτσι και η ενδημική νόσος μοιάζει πλέον με αυταπάτη, κάτι που υποστηρίζει εξάλλου μια σημαντική μερίδα της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας.
Την ίδια ώρα, οι περισσότερες χώρες στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μας, χαλαρώνουν τα περιοριστικά μέτρα, με αρκετούς ειδικούς να ανησυχούν για νέα κλιμάκωση των κρουσμάτων, συνιστώντας σε όλους τους τόνους τον εμβολιασμό του πληθυσμού, ως τη μόνη ελπίδα – μελλοντικά και λύση – για να γίνει ο κοροναϊός, πραγματικά μια μέρα, μία ακόμη ίωση, όπως τον χαρακτηρίζουν οι αρνητές.
«Θα ζήσουμε για μία δεκαετία με τον ιό»
«Πρέπει να αποδεχθούμε το γεγονός ότι θα πρέπει να ζήσουμε για μία δεκαετία με τον ιό». Αυτή την εκτίμηση έκανε ο Ουγκούρ Σαχίν, επικεφαλής της BioNTech, της εταιρείας που παρασκεύασε από κοινού με την Pfizer το πρώτο εμβόλιο mRNA κατά της COVID-19.
«Θα έρθουν και άλλες παραλλαγές», προσέθεσε τονίζοντας πως «μαθαίνουμε όμως ολοένα και περισσότερα και είμαστε όλο και καλύτερα προετοιμασμένοι».
Τζανάκης: Περιμένουμε και νέα μετάλλαξη μέχρι το καλοκαίρι
Την εκτίμηση ότι μέχρι το καλοκαίρι θα εμφανιστεί μια νέα μετάλλαξη του κορoναϊού εξέφρασε ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Τζανάκης.
Όπως είπε, ο ιός μάς έχει συνηθίσει σε εκπλήξεις και πολλές φορές νομίζουμε ότι τον έχουμε τελειώσει, αλλά αυτός δεν έχει τελειώσει.
«Ας είμαστε προσεκτικοί. Εγώ περιμένω μια ακόμα έκπληξη από τον ιό, μια νέα μετάλλαξη μέχρι το καλοκαίρι, που ελπίζουμε να είναι η τελευταία», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Τζανάκης, μιλώντας στον ΣΚΑΪ
Ωστόσο, σημείωσε ότι η κοινωνία έχει πλέον τα όπλα να αντιμετωπίσει τον ιό και να επιστρέψει στην κανονικότητα.
Σε ό,τι αφορά στις μάσκες, ο καθηγητής τόνισε ότι το σενάριο να τις πετάξουμε το καλοκαίρι συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες, ωστόσο σε εσωτερικούς χώρους θα διατηρηθούν για αρκετό καιρό ακόμα.
Πρόωρη η χαλάρωση των μέτρων λένε ειδικοί
Η βιασύνη αρκετών χωρών να άρουν τους περιορισμούς κατά του κοροναϊού, αν όχι να κηρύξουν το τέλος της πανδημίας, με το σκεπτικό ότι έφτασε πλέον η ώρα να συμβιώσουμε με την Covid-19, έχει κάνει πιο επιφυλακτικούς ορισμένους επιστήμονες να προειδοποιούν ότι πρόκειται μάλλον για «ενδημική αυταπάτη» και ότι είναι πρόωρη τέτοια υπερβολική χαλάρωση.
Ενδημική αυταπάτη
Καθώς τα κρούσματα της Covid-19, μετά το αιφνιδιαστικό μαζικό κύμα της παραλλαγής Όμικρον, εμφανίζουν τάση υποχώρησης σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, όπου περισσεύει η κόπωση μεταξύ των πολιτών μετά από δύο χρόνια πανδημίας, ειδικοί και μη αδημονούν να «ξεμπερδέψουν» με τον κοροναϊό.
Έτσι, αυξάνονται οι διαβεβαιώσεις ότι «μπορούμε πια να ζήσουμε με τη νόσο» και να θεωρήσουμε τον κοροναϊό ενδημικό, δηλαδή μια σταθερή και προβλέψιμη «οντότητα» ανάμεσα σε άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς.
Αυτή η ολοένα πιο διάχυτη νοοτροπία προβληματίζει πολλούς επιστήμονες, σύμφωνα με το περιοδικό «Science», οι οποίοι φοβούνται ότι τείνει να υποσκάψει πρόωρα τη δέσμευση των κυβερνήσεων και των πολιτών για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η οποία συνεχίζεται. Μια τέτοια εξέλιξη υπάρχει κίνδυνος να αφήσει αρκετές χώρες «τυφλές» και απροετοίμαστες σε μια νέα παραλλαγή του κορονοϊού, η οποία παραμένει πάντα μια πιθανότητα.
«Ενδημική αυταπάτη είναι πιθανότατα ο όρος που αντιπροσωπεύει καλύτερα αυτή την κατάσταση», δήλωσε ο δανικής καταγωγής λοιμωξιολόγος, Κρίστιαν Άντερσεν, του αμερικανικού Ινστιτούτου Ερευνών Scripps, ο οποίος είναι ιδιαίτερα επικριτικός για τη βιασύνη της πατρίδας του, Δανίας, να ανακοινώσει ότι πλέον από αυτό τον μήνα δεν θεωρεί την Covid-19 «νόσο κοινωνικά κρίσιμη», παρόλο που οι θάνατοι και τα κρούσματα ακόμη αυξάνονται.
Οι δυσκολίες
Πολλοί επιστήμονες αναγνωρίζουν τις δυσκολίες να πείσουν το ευρύ κοινό για την ανάγκη τήρησης των περιορισμών στη διάρκεια της πιο μεταδοτικής, αλλά λιγότερο σοβαρής Όμικρον, όταν π.χ. οι ήπιες και οι ασυμπτωματικές λοιμώξεις έχουν αυξηθεί κατά πολύ σε σχέση με το παρελθόν.
Η δανική κυβέρνηση και άλλες το βρίσκουν πλέον δύσκολο να δικαιολογήσουν τους περιορισμούς στην εστίαση, στη διασκέδαση, στις εκδηλώσεις σε κλειστούς χώρους κ.λπ., ιδίως από τη στιγμή που οι αριθμοί των νοσηλευομένων σε ΜΕΘ είναι σχετικά σταθεροί και υπό έλεγχο, όπως αναφέρει το ΑΠΕ.
Αυτό, από την άλλη όμως, δεν σημαίνει ότι τα νοσοκομεία και γενικότερα τα συστήματα υγείας δεν συνεχίζουν να υφίστανται πίεση.
Με πάνω από 2.000 ημερήσιους θανάτους στις ΗΠΑ την προηγούμενη εβδομάδα, όπως ανέφερε η επιδημιολόγος, Τζόντι Γκεστ, του Πανεπιστημίου Έμορι της Ατλάντα, «δεν μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα επίπεδο όπου είναι ανεκτό να ζούμε με αυτό τον ιό».
Πόσο πρέπει να πέσουν τα κρούσματα και οι εισαγωγές σε ΜΕΘ – Η αναγωγή για την Ελλάδα
Εκτιμά ότι σε ένα πραγματικό ενδημικό στάδιο, τα ημερήσια κρούσματα πρέπει να πέσουν κάτω από τα 30 ανά 100.000 κατοίκους, οι ΜΕΘ να μην ξεπερνούν το 80% της δυναμικότητάς τους και κυρίως οι θάνατοι να μην ξεπερνούν τους 100 την ημέρα – και αυτό, σε μια χώρα με πληθυσμό 330 εκατομμυρίων, οπότε θα μπορούσε να κάνει κάποιος την αναγωγή για την ενδημική φάση στην Ελλάδα…
Στη χώρα μας, οι επιστήμονες, στην παρούσα φάση, διαπιστώνουν μια αποκλιμάκωση – έστω και αργή – των σκληρών δεικτών της πανδημίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, ο μέσος όρος ημερήσιων νέων κρουσμάτων σε επίπεδο εβδομάδας φαίνεται να έχει παγιωθεί κάτω από τις 18.000. Η μείωση των νέων διαγνώσεων, οι οποίες κατά βάση αφορούν στη μετάλλαξη Όμικρον, μειώνουν και τις νέες νοσηλείες, οι οποίες έχει πέσει κάτω από το επίπεδο των 400 την ημέρα, σημειώνοντας μείωση 15% σε επίπεδο βδομάδας. Παράλληλα, και ο μέσος όρος ημερήσιων θανάτων μειώνεται.
Σχετικά αισιόδοξο είναι το γεγονός ότι ο αριθμός των διασωληνωμένων ασθενών τις τελευταίες ημέρες παρουσιάζει έναν ταχύτερο ρυθμό μείωσης.