Την τελευταία μέρα Ιανουαρίου, από επιπλοκές υγείας λόγω της Covid-19 αποχώρησε, σε ηλικία 88 χρόνων, από τον «μάταιο τούτο κόσμο» ο James Bidgood, ο άνθρωπος που απογείωσε τη ΛΟΑΤΚΙ φωτογραφία. Είτε ως κάποιος που προσποιείτο ότι ήταν γυναίκα, είτε ως διακοσμητής βιτρινών, σχεδιαστής μόδας, σχεδιαστής κοστουμιών, γραφιστικός σχεδιαστής, φωτογράφος, photo stylist, σκηνοθέτης, ο Bidgood έφερνε σε κάθε πλευρά της ζωής του μια αγάπη για το γκλάμουρ, τη φαντασία και το θέαμα. «Αντιπροσωπεύει ένα αναπόσπαστο κομμάτι της queer ιστορίας» υπογραμμίζει ο γκαλερίστας του, ο Brian P. Clamp. «Για πολλές γενιές πειραματικών σκηνοθετών και φωτογράφων ήταν μια τόσο μεγάλη δημιουργική έμπνευση».
Τη δεξιότητα για τη ζωηρή παλέτα χρωμάτων του ουράνιου τόξου, για τα εξωφρενικά κοστούμια και τα σκηνικά την καλλιέργησε μεγαλώνοντας στην πόλη Μάντισον του Ουισκόνσιν τα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης. Η μητέρα του τού έκανε δώρο ένα σετ χάρτινες κούκλες με τα ρούχα τους, για το οποίο την παρακαλούσε. Εμπνεόμενος από τη θεατρικότητα των μιούζικαλ του Busby Berkeley, ο Bidgood μετέτρεψε ένα παλιό χαρτονένιο κουτί συσκευασίας δημητριακών σε ένα Technicolor σκηνικό για τις χάρτινες κούκλες του. Ήταν μια αποκάλυψη-προοίμιο του τι θα ακολουθούσε χρόνια αργότερα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Το 1951 μπήκε σε ένα υπεραστικό Greyhound και κατευθύνθηκε ανατολικά, προς την πόλη των ονείρων του. «Πάτησα για πρώτη φορά το πόδι μου σε πεζοδρόμιο της Νέας Υόρκης πριν από περίπου 70 χρόνια. Επιτέλους ήμουν σπίτι» είχε πει το 2019. Ονειρευόταν το Μπρόντγουεϊ αλλά βρήκε ένα παράλληλο κόσμο, το Club 82 στο East Village, όπου σύχναζαν οι Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Τζούντι Γκάρλαντ και Ζα Ζα Γκαμπόρ. Αν και ήταν παράνομο να ντύνονται εκτός Χάλογουιν και οι άντρες και οι γυναίκες με ρούχα του άλλου φύλου, ο Bidgood άφοβα εμφανιζόταν εκεί ως «Teri Howe» και έδινε παράσταση σαν να ήταν ένα από τα διάσημα Ziegfeld Follies (girls). «Αυτό πάντα ήταν τόσο γκλαμ» αναπολούσε. «Να δίνεις παράσταση, να τραγουδάς για το βραδινό φαγητό σου και ν’ ακούς αυτά τα χειροκροτήματα. Κάθε που έμπαινα στην ακτίνα αυτού του προβολέα, μες στο κεφάλι μου ήμουν σταρ του Μπρόντγουεϊ. Βέβαια, ήμουν 18 χρόνων, δεν ήθελα και πολύ».
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 άρχισε να σχεδιάζει κοστούμια για γκαλά, και αυτό του χρησίμευσε για τη φωτογραφική δουλειά του η οποία τη δεκαετία του 1960 εμφανιζόταν στα περιοδικά Muscleboy, Adonis και The Young Physique, περιοδικά για καλή σωματική κατάσταση τα οποία επέτρεπαν να παρακαμφθεί η απαγόρευση δημοσίευσης ανφάς ανδρικού γυμνού.
Δεν ικανοποιείτο με αυτά. Επιθυμούσε να φέρει ρομάντζο, μυστήριο και χλιδή στη δουλειά του και, εμπνεόμενος από τα Technicolor μιούζικαλ της MGM και της Twentieth Century Fox μετέτρεψε σε φωτογραφικό στούντιο το μικρό διαμέρισμά του στο Μανχάταν. Φιλοδοξούσε να φωτογραφίζει τα μοντέλα του με τον ίδιο τρόπο που το Playboy φωτογράφιζε γυναίκες αλλά ήξερε ότι η Kodak θα προχωρούσε σε κατάσχεση των φιλμ αν ο φακός του αποκάλυπτε πολλά· κατά συνέπεια, πρόσεχε επιμελώς να ρίχνει κομμάτια ύφασμα εκεί όπου η φωτογραφική σύνθεση το απαιτούσε.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Μετά την περίφημη εξέγερση για το κλαμπ Stonewall, το στέκι των γκέι στη Νέα Υόρκη, η ανφάς φωτογραφία ανδρικού γυμνού αποποινικοποιήθηκε· το ίδιο και η ομοφυλοφιλία. Στην αυγή εκείνης της νέας εποχής, ο James Bidgood παρουσίασε το αριστούργημά του: την ταινία «Pink Narcissus». Την γύρισε εξ ολοκλήρου στο διαμέρισμά του και έκανε τα πάντα, από τα σκηνικά μέχρι τα κοστούμια. Η ταινία προβλήθηκε το 1971, αλλά ο Bidgood ζήτησε να αφαιρεθεί το όνομά του λόγω διαφωνιών του με τον παραγωγό. Τη δεκαετία του 1990, ο συγγραφέας Bruce Benderson εντόπισε τον αφανή έως τότε James Bidgood και τον βοήθησε να εκδώσει το πρώτο ολοκληρωμένο λεύκωμά του. Η κυκλοφορία του «Bidgood» συνετέλεσε στο να αποκατασταθεί η συνεισφορά του στην ιστορία της τέχνης της φωτογραφίας. Το 2019, στο Museum of Sex η Lissa Rivera επιμελήθηκε την πρώτη αναδρομική στην καριέρα του – με τίτλο «James Bidgood: Reveries» – και το CAMP@CAMP φιλοξενεί μια επιλογή από το αρχείο φωτογραφιών του ( https://clampart.com/2012/02/james-bidgood/#thumbnails ).
Η αναγνώριση ήλθε αργά και ήταν γλυκόπικρη. Οικονομικά ήταν εξαθλιωμένος. Δεν είχε τα χρήματα όχι μόνον για το αν τα έργα του θα έχαιραν της κατάλληλης φροντίδας αλλά ούτε για την κηδεία του· εγκαινιάστηκε καμπάνια GoFundMe για να καλυφθούν αυτά τα έξοδα. «Το να είσαι δημιουργικός δεν έχει να κάνει με τον έπαινο ή την ευγνωμοσύνη – έχει να κάνει μόνο με την πράξη της δημιουργίας. Απαιτεί ένα είδος ευαλωτότητας και την ικανότητα να εκθέτεις πάση θυσία τις ανάγκες σου» έλεγε ο Bidgood.
Πηγή: ΑΠΕ