Ο Ζένκε Νάιτσελ είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πότσνταμ, έχει τη μοναδική έδρα στρατιωτικής ιστορίας στη Γερμανία. Αντικείμενο της ιστορικής του έρευνας είναι οι πόλεμοι. Με τον πόλεμο της Ουκρανίας αιφνιδιάστηκε διπλά. Καταρχήν όταν ο Πούτιν ξεκίνησε τον πόλεμο. «Δεν το περίμενα, σε αντίθεση με αρκετούς βρετανούς συναδέλφους μου», λέει ο Νάιτσελ στα «ΝΕΑ», αναγνωρίζοντας ότι ήταν δέσμιος της γερμανικής σχολής σκέψης. Στη συνέχεια αιφνιδιάστηκε με την αντίσταση που βρήκε ο Πούτιν από τους Ουκρανούς και τις εξελίξεις στο πεδίο του πολέμου. Οι Ουκρανοί, λέει, πήραν το μάθημα από τον πόλεμο της Κριμαίας το 2014, εξοπλίστηκαν σε σημαντικό βαθμό, έχουν καλά εκπαιδευμένες ειδικές δυνάμεις και με την καταλυτική βοήθεια των δυτικών Υπηρεσιών Πληροφοριών αντιστέκονται σθεναρά. Ο αρχηγός της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (BND) Μπρούνο Καλ ήταν από τους τελευταίους που εγκατέλειψε το Κίεβο, και μάλιστα οδικώς.
Τώρα το Κίεβο ζητά όπλα, μεταξύ άλλων και τα 27 σοβιετικής κατασκευής αεροσκάφη MiG-29 που έχει η Πολωνία. Είναι μια «εύλογη από την πλευρά του Κιέβου» προσπάθεια να εμπλέξει το ΝΑΤΟ στον πόλεμο κατά της Ρωσίας, λέει ο Νάιτσελ. Αλλά εκτιμά ότι «τα πολωνικά MiG-29 είναι πολιτικό ζήτημα, δεν θα αλλάξουν τις ισορροπίες του πολέμου». Οι Ρώσοι με τους αντιαεροπορικούς τους πυραύλους μπορούν «να κατεβάσουν» εύκολα τα MiG-29. Αλλωστε η μετακίνησή τους θα πρέπει να γίνει μέσω της αμερικανικής βάσης στο Ραμστάιν της Γερμανίας και αυτό υπό το φως της δημοσιότητας. «Αν θέλεις να εξοπλίσεις κάποιον με όπλα καθοριστικά για την εξέλιξη ενός πολέμου, δεν το κάνεις ανοιχτά μπροστά στις κάμερες», λέει ο Νάιτσελ. Αντίστοιχος είναι ο προβληματισμός και για τους πυραύλους S300 που χρησιμοποίησαν επιτυχώς οι Ουκρανοί εναντίον των Ρώσων και διαθέτουν επίσης άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, αλλά τους χρειάζονται και οι ίδιες για τη δική τους άμυνα.
Η ώρα της διπλωματίας δεν έφτασε ακόμη. «Ο πόλεμος θα κριθεί στο πεδίο της μάχης. Και αφού κριθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα αρχίσει ξανά η διαπραγμάτευση. Τώρα, η διπλωματία δεν έχει προοπτική επιτυχίας, διότι ο Πούτιν είναι αποφασισμένος να επιβάλει στρατιωτικά τη βούλησή του στην Ουκρανία, για να παραπέμψω στον Κλάουζεβιτς», λέει ο Νάιτσελ. Μπορούν να κρατηθούν ανοιχτά κανάλια, αλλά ουσιαστικό αποτέλεσμα δεν θα έχουν.
Πάντως οι Ρώσοι χάνουν τη μάχη της επικοινωνίας και της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Είναι επικεντρωμένοι στο εσωτερικό μέτωπο, προσπαθώντας να ελέγξουν τη ρωσική κοινή γνώμη, διαπιστώνει. Ιστορικά, παραπέμπει σε ένα παράδειγμα από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Τον Αύγουστο του 1914 οι Γερμανοί έχασαν παντελώς την πρόσβαση στην παγκόσμια πληροφόρηση, διότι οι Βρετανοί απέκτησαν τον έλεγχο των καλωδίων και μέσω αυτών και τον έλεγχο στην παγκόσμια αγορά πληροφορίας. Ολοι ήταν εξαρτημένοι από τις πληροφορίες των Βρετανών», λέει ο γερμανός ιστορικός. Σήμερα κανείς δεν πιστεύει την προπαγάνδα του Πούτιν – εκτός της Κίνας και της Βόρειας Κορέας. Ολα τα άλλα ΜΜΕ είναι γεμάτα με τις εικόνες από την Ουκρανία που δεν μπορεί να ελέγξει το Κρεμλίνο.
Από τη στιγμή που έκανε το αδιανόητο βήμα του πολέμου στην Ουκρανία, γιατί αποκλείεται να κάνει και το επόμενο βήμα και να πλήξει τις χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης; «Μπορεί να το δει κανείς και ως παιχνίδι πόκερ», λέει ο Νάιτσελ. «Θα ρισκάρουν οι ΗΠΑ ένα πλήγμα στο Σαν Φραντσίσκο και το Λος Αντζελες για το Βίλνιους και το Ταλίν;». Μήπως πρέπει οι ίδιες να είναι σε θέση να αμυνθούν; Με αυτό το επιχείρημα, ο καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ είχε περάσει στη Γερμανία την απόφαση για εγκατάσταση των πυραύλων «πέρσινγκ» στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Οι σοβιετικοί ηγέτες Νικίτα Χρουστσόφ και Λεονίντ Μπρέζνιεφ είχαν ζήσει τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μοιράζονταν με τη Δύση τον ορθολογισμό της ισορροπίας του τρόμου και της αποτροπής. Δεν τον μοιράζεται ο Βλαντίμιρ Πούτιν. Και δεν αποκλείεται να χρησιμοποιήσει και το πυρηνικό χαρτί. Οι βαλτικές χώρες χρειάζονται όχι μόνον ένα πολιτικό μήνυμα, αλλά και συγκεκριμένο σχεδιασμό του ΝΑΤΟ για την ασφάλειά τους. «Σ’ αυτό δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή», λέει ο Νάιτσελ.
Ποιες είναι οι συνέπειες για το ΝΑΤΟ και τη Γερμανία; «Πρέπει να σκεφτούμε τον πόλεμο από την αρχή. Να σχεδιάσουμε το ΝΑΤΟ και την Μπούντεσβερ με αφετηρία τον πόλεμο και όχι την ειρήνη» λέει ο Νάιτσελ. «Μέχρι τώρα ο σχεδιασμός είχε ως βάση την ειρήνη. Για πρώτη φορά πρέπει να έχουμε υπόψη ότι οι γερμανοί στρατιώτες μπορεί να χρειαστεί και να πολεμήσουν». Η Γερμανία έκανε ήδη στροφή 180 μοιρών στον εξοπλισμό και εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων. «Για πρώτη φορά τα τελευταία 30 χρόνια ένας καγκελάριος με την υπουργό Αμυνας, τον γενικό επιτελάρχη και τη στρατιωτική ηγεσία κάθισαν σε ένα τραπέζι για να χαράξουν την πορεία τους. Οι στρατιωτικοί επιτελείς εκτιμούν ότι με 35 δισεκατομμύρια ευρώ η Μπούντεσβερ μπορεί να αποκτήσει επιχειρησιακή ετοιμότητα», λέει. Και μπορεί να το κάνει σε δύο με τρία χρόνια. Ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς εκτός από την αύξηση των τακτικών αμυντικών δαπανών ανακοίνωσε και ειδικό ταμείο 100 δισ. ευρώ, ανοίγοντας πολιτικά τον δρόμο για την Μπούντεσβερ του 21ου αιώνα.