Μια από τις φράσεις που ακούγονται συχνά στην Ουάσιγκτον είναι ότι η Ρωσία είναι πλέον πιο απομονωμένη από ποτέ – με την Κίνα να αποτελεί τον βασικό «αποστάτη».
Οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να παραπλανηθούν από τις δημόσιες σχέσεις τους, γράφουν οι Financial Times.
Η αντίδραση της υφηλίου στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι πολύ πιο σύνθετη από αυτό. Από τις 24 Φεβρουαρίου και μετά, η Δύση έχει επιδείξει περισσότερη ενότητα από οποιαδήποτε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη κρατά στάση αναμονής και περιμένει να δει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα.
Η Δύση, για μία ακόμα φορά, συγχέει τη δική της ενότητα με μια παγκόσμια συναίνεση. Μια παραπλανητική ένδειξη αφορά στον ΟΗΕ. Στην τελευταία ψηφοφορία του διεθνούς Οργανισμού τον περασμένο μήνα, τα 141 από τα 193 κράτη μέλη καταδίκασαν την κατάφορη παραβίαση του διεθνούς δικαίου από τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ωστόσο, τα 35 που απείχαν αντιστοιχούν περίπου στον μισό παγκόσμιο πληθυσμό. Μεταξύ αυτών είναι η Κίνα, η Ινδία, το Βιετνάμ, το Ιράκ και η Νότια Αφρική. Αν προσθέσετε και αυτά που τάχθηκαν στο πλευρό της Ρωσίας, τότε αντιστοιχούν σε πάνω από τον μισό πληθυσμό της υφηλίου.
Επιπλέον, πολλοί από όσους είναι θεωρητικά ενάντια στη Ρωσία αμφιταλαντεύονται. Η Σαουδική Αραβία εξετάζει αίτημα της Κίνας να πουλά το αργό της σε γουάν. Αυτό θα συνέβαλε στον περιορισμό της ισχύος του δολαρίου. Τόσο η Σαουδική Αραβία, όσο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αρνήθηκαν να συνομιλήσουν με τον Μπάιντεν αυτό τον μήνα, όταν ήθελε να αυξήσουν την παραγωγή πετρελαίου – ένα σπάνιο σνομπάρισμα αμερικανού προέδρου.
Την περασμένη εβδομάδα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υποδέχτηκαν τον Μπασάρ Αλ Άσαντ, τον δικτάτορα της Συρίας και στενό σύμμαχο του Πούτιν, τον οποίο οι ΗΠΑ βλέπουν ως παρία. Ένα από τα κίνητρα των Η.Α.Ε. για την επαναπροσέγγιση του Άσαντ είναι ότι ο Μπάιντεν πιέζει για την αναβίωση της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν, που θα οδηγούσε στη διάθεση περισσότερου αργού πετρελαίου στην παγκόσμια αγορά.
Ακόμα και το Ισραήλ – αντικειμενικά, ο πιο στενός φίλος των ΗΠΑ – τηρεί ανοικτή στάση. Ο πρωθυπουργός του, Ναφτάλι Μπένετ, ο οποίος θέλει να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, είναι εμφανώς ουδέτερος.
Όλα αυτά μπορούν να δείχνουν θεωρητικά ζητήματα σε λίγους μήνες, αν η Ουκρανία συνεχίσει να ταπεινώνει τη Ρωσία και η Δύση κατορθώσει να κρατήσει την ενότητά της. Σε όλους αρέσει να βλέπουν ένα νικητή και οι χώρες που αμφιταλαντεύονται πιθανότατα θα επιστρέψουν στην αγκαλιά της Δύσης.
Οι μεγαλύτεροι «αποστάτες», όπως η Ινδία, η οποία έχει τετραπλασιάσει τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία σε καλύτερη τιμή από πέρυσι, θα προσαρμόσουν τη στάση τους. Αλλά η αμφιταλάντευση του κόσμου πρέπει να αποτελέσει τροφή για σκέψη για τον Μπάιντεν και την Ευρώπη.
Ένας κίνδυνος είναι η συνήθεια της Δύσης να διεκδικεί ηθική ηγεμονία. Αυτό δημιουργεί τρία προβλήματα. Πρώτον, είναι υποκριτικό. H αμερικανική κοινή γνώμη έδωσε μικρή σημασία στο φρικτό μακελειό στη Συρία, για το οποίο ο Άσαντ είναι o κύριος υπαίτιος. Αν και η Γερμανία υποδέχτηκε ένα εκατομμύριο πρόσφυγες το 2015, το μεγαλύτερο μέρος της Δύσης δεν τήρησε την ίδια στάση. Η Βρετανία και οι ΗΠΑ δέχτηκαν λιγότερους από 50.000 Σύρους.
Αυτό που κάνει η Ρωσία στην Ουκρανία είναι βάρβαρο. Αλλά όλοι έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Πολλοί στο μουσουλμανικό κόσμο, συγκεκριμένα, πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ έχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Χιλιάδες πολίτες πέθαναν στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν από αμερικανικά πυρά, αν και δεν μπήκαν σκοπίμως στο στόχαστρο (σε αντίθεση με την Ουκρανία).
Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι η Δύση να σπεύσει να υποθέσει ότι οι αξίες της είναι οικουμενικές. Οι ΗΠΑ, αυτή την εβδομάδα, χαρακτήρισαν αυτό που έκανε η Μιανμάρ στους Ροχίνγκια ως «γενοκτονία». Αν και η Μιανμάρ, σε αντίθεση με την Ουκρανία, συνορεύει με την Ινδία, ο εθνικιστικής ινδός πρωθυπουργός, Ναρέντρα Μόντι, περιορίστηκε σε χλιαρές διαμαρτυρίες. Το γεγονός ότι οι Ροχίνγκια είναι μουσουλμάνοι σίγουρα τον επηρέασε. Η Ινδία δέχτηκε μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των προσφύγων. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Ινδία, σε αντίθεση με την Κίνα, είναι δημοκρατία.
Ένα τρίτο πρόβλημα είναι ότι μεγάλο μέρος του κόσμου απεχθάνεται τις δυτικές κυρώσεις. Με την εξαίρεση των εξαγωγών καυσίμων στην Ευρώπη, η Δύση έχει σε μεγάλο βαθμό διακόψει κάθε εμπορική σχέση με τη Ρωσία. Η εφαρμογή του σχεδίου είναι εντυπωσιακή. Αλλά ταυτόχρονα, υπενθυμίζει στους υπόλοιπους την ικανότητα της Δύσης να τιμωρήσει αυτούς με τους οποίους διαφωνεί.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι η Δύση έχει άδικο. Ο Πούτιν, όχι μόνο αποτελεί ηθικό κίνδυνο για τις δημοκρατικές αξίες, αλλά προάγει το νόμο της ζούγκλας. Δεν είναι να απορεί κανείς που τόσες πολλές χώρες καταδίκασαν τη Ρωσία στον ΟΗΕ.
Η αντίδραση του δυτικού κοινού στη βαρβαρότητα του Πούτιν ήταν αξιοθαύμαστη. Αλλά είναι αναπόφευκτα επιλεκτική.
Όσο περισσότερο οι δυτικές κυβερνήσεις αντιλαμβάνονται πώς τις βλέπουν μεγάλα τμήματα του κόσμου, τόσο καλύτερα θα είναι σε θέση να ασκήσουν αποτελεσματική διπλωματία.