Ραδιενεργά υλικά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε τρομοκρατικές επιθέσεις κλάπηκαν από εργαστήριο του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ στο χάος που επικράτησε κατά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Πρόκειται για κομμάτια ραδιενεργών αποβλήτων από το πυρηνικό ατύχημα του 1986 και ραδιοϊσότοπα που χρησιμοποιούνται για το καλιμπράρισμα οργάνων, αποκάλυψε μιλώντας στο Science ο Ανατόλι Νοσόφσκι, διευθυντής του Ινστιτούτου για Προβλήματα Ασφάλειας Πυρηνικών Σταθμών στο Κίεβο.
Το εργαστήριο παρακολούθησης ραδιενέργειας λεηλατήθηκε από αγνώστους στο χωριό του Τσερνόμπιλ, ανέφερε. Εκεί βρίσκεται και ένα ανεξάρτητο εργαστήριο του Ινστιτούτου με ακόμα πιο επικίνδυνα υλικά όπως «ισχυρές πηγές ακτινοβολίας γάμμα και νετρονίων» και ραδιενεργά απόβλητα, των οποίων «η τύχη αγνοείται», καθώς ο Νοσόσφκι δεν μπορεί να έρθει σε επαφή με τους υπεύθυνους του εργαστηρίου.
Παραμένει άγνωστο σε ποια χέρια κατέληξαν τα κλεμμένα ραδιενεργά υλικά. Ο φόβος είναι ότι θα μπορούσαν να αναμειχθούν με συμβατικά εκρηκτικά για τη δημιουργία «βρόμικων βομβών» που θα μόλυναν με ραδιενέργεια μεγάλες εκτάσεις.
Στις 24 Φεβρουαρίου, πρώτη μέρα της ρωσικής εισβολής, οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν τον πυρηνικό σταθμό του Τσερνόμπιλ στη βόρεια Ουκρανία, ο οποίος βρισκόταν στη συντομότερη διαδρομή που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν οι εισβολείς για να φτάσουν από τη Λευκορωσία στο Κίεβο.
Για σχεδόν ένα μήνα, οι Ρώσοι στρατιώτες δεν επέτρεπαν την αλλαγή βάρδιας των απαραίτητων εργαζόμενων, οι οποίοι σε ένδειξη αντίστασης έπαιζαν κάθε μέρα τον ουκρανικό εθνικό ύμνο στη διαπασών, όπως ανέφερε ο Νοσόφσκι. Μόνο την περασμένη εβδομάδα δόθηκε το πράσινο φως για την αντικατάσταση των εργαζομένων.
Ο χώρος του κατεστραμμένου αντιδραστήρα 4 που προκάλεσε την καταστροφή του 1986 δεν επηρεάστηκε άμεσα, υπήρξε όμως ανησυχία για τη δεξαμενή ψύξης 8.500 τόνων ράβδων πυρηνικού καυσίμου, καθώς η ηλεκτροδότηση είχε διακοπεί μέχρι τις 14 Μαρτίου και το σύστημα εξαερισμού λειτουργούσε με εφεδρικές γεννήτριες. Αν ξέμεναν από καύσιμα, αέριο υδρογόνο που εκπέμπεται από τις ράβδους καυσίμου θα εγκλωβιζόταν στο κτήριο και θα μπορούσε να προκαλέσει έκρηξη.
Θα ήταν ένα σοβαρό ατύχημα, καθώς οι παλιές ράβδοι καυσίμου περιέχουν σήμερα 240 φορές περισσότερο καίσιο-137 και 1.500 περισσότερο στρόντιο-90 από ό,τι απελευθέρωσε το ατύχημα του 1986, επισήμανε ο Βίκτορ Ντόλιν, διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Γεωχημείας στο Κίεβο.
Το ενδεχόμενο έκρηξης αποφεύχθηκε χάρη στην αποκατάσταση της ηλεκτροδότησης, όμως μια άλλη κρίση παραμένει σε εξέλιξη: πυρκαγιές που ξέσπασαν στις 11 Μαρτίου στο δάσος γύρω από το Τσερνόμπιλ συνέχιζαν να καίνε μέχρι τουλάχιστον την περασμένη εβδομάδα και, σε περίπτωση που ενταθούν καθώς ο καιρός ζεσταίνεται, θα μπορούσαν να σηκώσουν στον αέρα ραδιενεργά υλικά από το ατύχημα που παραμένουν στο έδαφος ή έχουν απορροφηθεί από μύκητες και φυτά.
Κάτι τέτοιο, προειδοποίησε ο Νοσόφσκι, θα οδηγούσε σε «σημαντική επιδείνωση της ραδιολογικής κατάστασης στην Ουκρανία και όλη την Ευρώπη».