Σύμφωνα με αξιόπιστες εκτιμήσεις οι συνέπειες του πολέμου στην παγκόσμια οικονομία μπορεί να οδηγήσουν σε συρρίκνωση της ανάπτυξης κατά περίπου μία ποσοστιαία μονάδα. Στην Ευρώπη οι συνέπειες θα είναι προφανώς μεγαλύτερες, λόγω της εξάρτησης των ευρωπαϊκών χωρών από τις εμπόλεμες χώρες, τόσο σε ενεργειακά προϊόντα (φυσικό αέριο, πετρέλαιο), όσο και σε άλλα βασικά προϊόντα (σιτηρά, ηλιέλαιο, λιπάσματα κ.λπ.) σε ποσοστό περίπου 40%, των οποίων οι τιμές αυξάνονται από 50% έως 150%.
Υπολογίζεται ότι η συρρίκνωση της ανάπτυξης το 2022 στη χώρα μας μπορεί να φθάσει στις περίπου δύο ποσοστιαίες μονάδες (από 4%-5% σε 2%-3%,) ενώ ο πληθωρισμός θα πλησιάσει το 8%-11% από 6%-8% σήμερα, ανάλογα με τη διάρκεια του πολέμου. Ετσι, παρεπόμενη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος του ελληνικού πληθυσμού προκαλεί σημαντική δυσαρέσκεια.
Η κυβέρνηση βρίσκεται στη δύσκολη θέση. Πρέπει να σταθμίσει το πολιτικό κόστος της δυσαρέσκειας των πολιτών σε σχέση με το δημοσιονομικό κόστος της παρέμβασης για την αντιμετώπιση της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος τουλάχιστον των ασθενέστερων εισοδηματικών στρωμάτων.
Τα περιθώρια όμως της δημοσιονομικής παρέμβασης είναι πολύ περιορισμένα για μια σειρά από λόγους, ενώ υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για το μέλλον.
1) Εχει χορηγηθεί δημοσιονομική στήριξη τα τελευταία δύο χρόνια της πανδημίας που ξεπερνάει τα 40 δισ. ευρώ.
2) Ο Προϋπολογισμός έχει ήδη καταρτιστεί και δεν περιλαμβάνει προφανώς τέτοιου είδους παρεμβάσεις.
3) Πρέπει να γίνει σταδιακή μετάβαση στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, καθώς η «ρήτρα διαφυγής» δεν μπορεί να διαρκέσει πέραν του 2023 σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα.
4) Το πρωτογενές πλεόνασμα που έπρεπε να έχει η χώρα μας στον Προϋπολογισμό της (καθώς βρίσκεται σε «ενισχυμένη εποπτεία»), έχει μετατραπεί σε πρωτογενές έλλειμμα περίπου 5%-6% του ΑΕΠ.
5) Το δημόσιο χρέος της χώρας μας έχει ελαφρά ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ το 2021 και είναι πολύ μεγαλύτερο από το αμέσως επόμενο της Ιταλίας, που φθάνει στο περίπου 150%.
6) Τα επιτόκια αναχρηματοδότησης του χρέους ή σύναψης νέων δανείων από τις αγορές αυξάνονται λόγω της αύξησης του πληθωρισμού (εφόσον μάλιστα τα ελληνικά ομόλογα δεν έχουν ακόμη επενδυτική βαθμίδα) παρά τη συνέχιση της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και την «ειδική μεταχείριση» της χώρας μας.
7) Τα φορολογικά έσοδα για τον Προϋπολογισμό μειώνονται καθώς θα συρρικνώνεται ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες το 2022 (από 4%-5% σε 2%-3% )
8) Η πιθανότητα μιας ευρωπαϊκής δημοσιονομικής παρέμβασης για τη μείωση των οικονομικών συνεπειών του πολέμου κατά τα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης δεν θεωρείται πιθανή.
Υπάρχει ωστόσο και ένα θετικό στοιχείο που πρέπει να συνυπολογιστεί στην οποιαδήποτε δημοσιονομική παρέμβαση της κυβέρνησης ότι, ενώ ο πληθωρισμός αυξάνει το κόστος δανεισμού, απομειώνει το χρέος και βέβαια τους τόκους για την αποπληρωμή του.