Veritas odit moras. Η αλήθεια απεχθάνεται την καθυστέρηση. Η σοφή ρήση ανήκει στον ρωμαίο φιλόσοφο του 4ου μ.Χ. αιώνα Σενέκα και συμπυκνώνει όσα διαδραματίζονται σήμερα στο θέατρο της ακρίβειας και του ενεργειακού κόστους στην Ελλάδα: Καθυστερημένες και χωρίς μακροοικονομική και δημοσιονομική λογική οι παρεμβάσεις στην αγορά ενέργειας που ανακοινώθηκαν εν είδει διαγγέλματος απ’ τον Πρωθυπουργό.
Για παράδειγμα, στα καύσιμα: Με την επιδότηση των 180 λίτρων για όσους έχουν εισόδημα έως 30.000 ευρώ, αφενός δεν αποφεύγεται το δημοσιονομικό κόστος, αφετέρου δεν λαμβάνεται πρόνοια για την ανάσχεση των πληθωριστικών πιέσεων. Αντιθέτως, το Δημόσιο θα καλύψει μέσω του προϋπολογισμού ένα κόστος που ισοδυναμεί με έως 36 ευρώ ανά δικαιούχο ή με μισό γέμισμα ρεζερβουάρ, στηρίζοντας «τεχνητά» την κατανάλωση του καυσίμου και χορηγώντας κίνητρο για διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα, εις βάρος όσων δεν δικαιούνται την επιδότηση. Η κυβερνητική επιδότηση δεν θα μειώσει τις πληθωριστικές πιέσεις που σχετίζονται με τα καύσιμα.
Γιατί όμως η κυβέρνηση επιμένει να μεταθέτει παρεμβάσεις και πολιτικές που έχουν ήδη ακολουθήσει με επιτυχία άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ, στις οποίες μειώθηκε προσωρινά ο ΦΠΑ και οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης στα καύσιμα;
Ο Πρωθυπουργός στο περίφημο «διάγγελμα» έδωσε νεφελώδη απάντηση: «Δεν πρόκειται, για να φανώ προσωρινά ευχάριστος, να υπονομεύσω την αναπτυξιακή πορεία του τόπου». Ωστόσο αδρανώντας δημοσιονομικά, ο Πρωθυπουργός κινδυνεύει να επιταχύνει αυτό που διατείνεται πως θέλει να αποφύγει: Να υπονομεύσει την ανάπτυξη.
Η κυβέρνηση προφανώς γνωρίζει πως σύντομα ο πληθωρισμός θα ανέλθει σε διψήφια ποσοστά και πως ενδεχόμενη παρέμβαση με την άσκηση νομισματικής πολιτικής (σε ευρωπαϊκό φυσικά επίπεδο) δεν αναμένεται σύντομα. Αντί λοιπόν να μειώσει προσωρινά είτε τον ΦΠΑ ή/και τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης στα καύσιμα, αναλαμβάνοντας ένα σχετικά λελογισμένο δημοσιονομικό κόστος που δεν θα ξεπερνούσε για ένα εξάμηνο τα 350 εκατ. ευρώ, θεσμοθετεί μέτρα που ούτε ανακόπτουν τον πληθωρισμό, ούτε αναπτυξιακά είναι.
Σήμερα στην Ελλάδα ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στη βενζίνη ανέρχεται σε 0,70 ευρώ ανά λίτρο ή σε 700 ευρώ ανά χιλιόλιτρο βενζίνης και είναι ένας από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, ενώ επιβαρύνεται πρόσθετα και από ΦΠΑ της τάξεως του 24%. Αυτό σημαίνει ότι από τα 2 ευρώ της μέσης τιμής της αμόλυβδης 95 οκτανίων, το 1,25 ευρώ σχετίζεται με την επιβάρυνση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ.Αν ο ΦΠΑ μειωνόταν από το 24% στο 13%, η τιμή της βενζίνης θα μειωνόταν κατά 10 λεπτά το λίτρο ή κατά 5 ευρώ ανά γέμισμα. Αυτή η μείωση θα διαχεόταν στο σύνολο της οικονομίας και θα επιδρούσε στη συγκράτηση του μεταφορικού κόστους και ως εκ τούτου στη συγκράτηση των αυξήσεων μιας σειράς προϊόντων και υπηρεσιών. Το ίδιο ακριβώς θα συνέβαινε εάν ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στη βενζίνη μειωνόταν κατά 0,10 ευρώ ανά λίτρο βενζίνης, από τα 0,70 ευρώ σήμερα στα 0,60 ευρώ.Και στις δύο περιπτώσεις το κέρδος θα διαχεόταν σε όλη την κοινωνία και την οικονομία.
Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σύμφωνα με πρόσφατη επίσημη απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε διάφορα ελληνικά δημοσιεύματα που έφεραν την Κομισιόν να εκφράζει επιφυλάξεις για δημοσιονομικά μέτρα, η ελληνική κυβέρνηση από τον Σεπτέμβρη έως και σήμερα ουδέποτε απευθύνθηκε στις Βρυξέλλες με αίτημα τη μείωση φόρων και την έγκριση πρόσθετων κρατικών ενισχύσεων. Και αυτό από μόνο του δείχνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει προσεγγίσει με ειλικρίνεια και κατά προτεραιότητα το συγκεκριμένο θέμα. Αλλά είπαμε: Veritas odit moras. Η αλήθεια απεχθάνεται την καθυστέρηση.