Μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Nature» και η οποία διεξήχθη από ερευνητές του Παιδιατρικού Νοσοκομείου της Βοστώνης και του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης εξηγεί για πρώτη φορά για ποιον λόγο η COVID-19 προκαλεί σοβαρή φλεγμονή σε κάποια άτομα, οδηγώντας σε σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS) και σε πολυοργανική βλάβη. Αναπάντεχο εύρημα της μελέτης ήταν ότι τα αντισώματα τα οποία αναπτύσσουν οι ασθενείς που μολύνονται με τον SARS-CoV-2 μπορούν σε κάποιες περιπτώσεις να οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη φλεγμονή ενώ αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει με τα αντισώματα που παράγονται μετά τον εμβολιασμό με mRNA εμβόλια ενάντια στην COVID-19.
Τι «πυροδοτεί» τη φλεγμονή;
«Επιθυμούσαμε να κατανοήσουμε τι διαχωρίζει τους ασθενείς με ήπια COVID-19 από εκείνους που νοσούν βαριά» ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης δρ Τζούντι Λίμπερμαν από το Πρόγραμμα στην Κυτταρική και Μοριακή Ιατρική του Παιδιατρικού Νοσοκομείου της Βοστώνης και προσέθεσε: «Γνωρίζουμε ότι πολλοί δείκτες φλεγμονής είναι ανεβασμένοι στους ασθενείς με βαριά νόσο και ότι η φλεγμονή βρίσκεται στη ‘ρίζα’ της βαρύτητας της νόσου. Ωστόσο δεν γνωρίζαμε μέχρι τώρα τι πυροδοτεί τη φλεγμονή».
Για να δώσουν μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα οι ερευνητές ανέλυσαν νωπά δείγματα αίματος από ασθενείς με COVID-19 που κατέφυγαν στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης. Συνέκριναν αυτά τα δείγματα με δείγματα υγιών ατόμων καθώς και ασθενών με άλλα νοσήματα του αναπνευστικού. Εξέτασαν επίσης ιστούς των πνευμόνων που ανήκαν σε άτομα που είχαν αποβιώσει εξαιτίας της COVID-19.
O «φλογερός» θάνατος των ανοσοκυττάρων
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο SARS-CoV-2 μολύνει τα μονοκύτταρα (ή μονοπύρηνα) – κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στο αίμα τα οποία δρουν ως «φρουροί», στην πρώτη γραμμή άμυνας ενάντια στη φλεγμονή – καθώς και τα μακροφάγα, παρόμοια ανοσοκύτταρα που εντοπίζονται στους πνεύμονες. Οταν μολυνθούν και οι δύο αυτοί τύποι κυττάρων έχουν έναν «φλογερό» θάνατο (ονομάζεται πυρόπτωση) κατά τον οποίον εκλύονται πολλά και ισχυρά σήματα φλεγμονής που χτυπούν «συναγερμό».
«Στα μολυσμένα άτομα, περίπου το 6% των μονοκυττάρων του αίματος βρέθηκε ότι πέθαναν εξαιτίας φλεγμονώδους θανάτου» εξήγησε η δρ Λίμπερμαν. «Αυτό το ποσοστό ήταν μεγάλο με δεδομένο ότι τα κύτταρα που πεθαίνουν απομακρύνονται ταχέως από τον οργανισμό». Επιπλέον, η εξέταση του ιστού των πνευμόνων από ασθενείς που απεβίωσαν εξαιτίας της COVID-19 αποκάλυψε ότι περίπου το 25% των μακροφάγων στον ιστό είχαν πεθάνει .
Μόλυνση των ανοσοκυττάρων από τον SARS–CoV-2
Οταν οι ερευνητές εξέτασαν τα κύτταρα για σημάδια του SARS-CoV-2, είδαν ότι περίπου το 10% των μονοκυττάρων και το 8% των μακροφάγων των πνευμόνων είχαν μολυνθεί με τον ιό. Το γεγονός ότι τα μονοκύτταρα και τα μακροφάγα μπορούν να μολυνθούν από τον SARS-CoV-2 εξέπληξε τους επιστήμονες καθώς τα μονοκύτταρα δεν φέρουν υποδοχείς ΑCE2 οι οποίοι αποτελούν τις «πύλες εισόδου» των κυττάρων για τον ιό, ενώ τα μακροφάγα έχουν πολύ λίγους τέτοιους υποδοχείς. Η δρ Λίμπερμαν πιστεύει ότι μέχρι σήμερα το γεγονός ότι ο SARS-CoV-2 μολύνει τα μονοκύτταρα δεν είχε γίνει αντιληπτό εν μέρει επειδή οι ερευνητές συνήθως μελετούν κατεψυγμένα δείγματα αίματος στα οποία δεν φαίνονται τα νεκρά κύτταρα.
Μόλυνση μεν αλλά χωρίς παραγωγή μολυσματικών αντιγράφων του ιού
Από τη μελέτη προέκυψε επίσης ότι ενώ ο SARS-CoV-2 μπορούσε να μολύνει τα μονοκύτταρα και τα μακροφάγα, δεν ήταν ικανός να παράγει νέα μολυσματικά αντίγραφά του σε αυτά τα κύτταρα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα κύτταρα υφίστανται γρήγορα πυρόπτωση προτού σχηματιστούν νέα αντίγραφα του ιού.
Τα καλά και τα κακά νέα
«Με κάποιον τρόπο το γεγονός ότι ο ιός μολύνει αυτά τα κύτταρα-‘φρουρούς’ είναι προστατευτικό:τα κύτταρα ‘ρουφούν’ τον ιό και στρατολογούν περισσότερα ανοσοκύτταρα» σημείωσε η δρ Λίμπερμαν. Προσέθεσε ωστόσο ότι «υπάρχουν και κακά νέα. Ολα αυτά τα φλεγμονώδη μόρια που εκλύονται, σε άτομα που είναι πιο επιρρεπή στη φλεγμονή, όπως οι ηλικιωμένοι, μπορούν να θέσουν τη φλεγμονώη κατάσταση εκτός ελέγχου».
Αντισώματα που διευκολύνουν τη φλεγμονή;
Ηταν χαρακτηριστικό ότι μια συγκεκριμένη ομάδα μονοκυττάρων είχε τις περισσότερες πιθανότητες μόλυνσης από τον SARS-CoV-2: επρόκειτο για τα μονοκύτταρα που έφεραν τον υποδοχέα CD16. Τα συγκεκριμένα μονοκύτταρα αποτελούν μόλις το 10% του συνόλου των μονοκυττάρων, ωστόσο στους ασθενείς με COVID-19 ο αριθμός τους ήταν αυξημένος. Επίσης περίπου τα μισά από τα κύτταρα αυτά είχαν μολυνθεί από τον ιό, όπως είδαν οι ερευνητές, ενώ την ίδια στιγμή σχεδόν κανένα από τα «κλασικά» μονοκύτταρα του αίματος δεν είχε μολυνθεί.
Ο υποδοχέας CD16 φαίνεται ότι αναγνωρίζει αντισώματα ενάντια στην πρωτεΐνη-ακίδα του SARS-CoV-2. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι τα αντισώματα αυτά διευκολύνουν τη μόλυνση των μονοκυττάρων που φέρουν τον υποδοχέα. «Τα αντισώματα περιβάλλουν τον ιό και τα κύτταρα με τον υποδοχέα CD16 στη συνέχεια μολύνονται από αυτόν» είπε η δρ Λίμπερμαν.
Διαφορετικά τα αντισώματα των εμβολιασμένων
Οταν ωστόσο η ερευνητική ομάδα μελέτησε υγιή άτομα που είχαν λάβει εμβόλιο mRNA ενάντια στην COVID-19, είδε ότι τα αντισώματα που ανέπτυξαν τα συγκεκριμένα άτομα δεν φαινόταν να διευκολύνουν τη μόλυνση από τον ιό. Η αιτία για αυτό παραμένει ασαφής. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τα αντισώματα που επάγονται μετά τον εμβολιασμό έχουν ελαφρώς διαφορετικές ιδιότητες από εκείνα που αναπτύσσονται κατά τη λοίμωξη εξαιτίας του SARS-CoV-2 και δεν προσδένονται εξίσου καλά στον υποδοχέα CD16. Ετσι τελικώς τα κύτταρα δεν μολύνονται.
Απάντηση σχετικά με τη δράση των μονοκλωνικών αντισωμάτων
Κατά τη δρα Λίμπερμαν και τους συνεργάτες της τα ευρήματα αυτά βοηθούν στο να εξηγηθεί για ποιον λόγο τα μονοκλωνικά αντισώματα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της COVID-19 δεν είναι αποτελεσματικά όταν χορηγούνται σε προχωρημένη φάση της λοίμωξης. «Ισως αυτό συμβαίνει επειδή όταν η λοίμωξη έχει προχωρήσει, τα αντισώματα ενισχύουν τη φλεγμονή. Χρειάζεται πιθανώς να διερευνήσουμε τις ιδιότητες των αντισωμάτων» κατέληξε η ερευνήτρια.