Οήχος από τα ζάρια είναι το μοναδικό πράγμα που ακούγεται εκείνο το μεσημέρι του Σαββάτου στο καφενείο. Η συγκεντρωμένη παρέα είναι απορροφημένη στο τάβλι. Ούτε που έχει πάρει χαμπάρι πως η ώρα πήγε δύο και μισή, το παιχνίδι είναι απολαυστικό και οι παίκτες ξέρουν να παίζουν. Κάθονται στο καλό τραπέζι ακριβώς κάτω από δύο παλιές κορνίζες, μια του Ανδρέα και μια του Λευτέρη, που μοιάζουν κι αυτοί να παρατηρούν με ενδιαφέρον νικητές και ηττημένους.
Είχε μαζέψει πολλούς το καφενείο εκείνη τη μέρα, όπως συνήθως συμβαίνει στα καφενεία. Οι τρεις μεγάλες οικογένειες του χωριού εκπροσωπούνταν όλες. Η γυναίκα με τα μαύρα μαλλιά ξεπρόβαλε από την κουζίνα κρατώντας έναν δίσκο με ρακές και τα σχετικά μεζεδάκια – ντομάτα και αγγούρι ψιλοκομμένα, κρίθινο παξιμάδι, ελιές και τυρί από το δικό της. Αφησε τα ποτήρια και έκανε να επιστρέψει στις δουλειές της. «Στάσου μια ολιά, ρε παιδί μου. Δεν θα παίξεις κι εσύ μια παρτίδα;» της λέει ένας από την παρέα. «Εγώ παίζω μόνο με τους μεγάλους παίκτες», είπε εκείνη, κοιτώντας τον ψαρομάλλη στην άκρη του τραπεζιού. Εκείνος της χαμογέλασε. «Αντε, πάμε ένα μεταξύ μας», απάντησε και όλοι κοιτάχτηκαν με έκπληξη – οι δύο ιδιοκτήτες δεν συνηθίζουν να παίζουν τάβλι μπροστά σε κόσμο.
«Τι συζητάτε εδώ τόση ώρα;» ρωτάει η γυναίκα παίρνοντας τη θέση της μπροστά στο ξύλινο ταμπλό. Τα ζάρια είχε στο χέρι ο αντίπαλός της.
«Για τα πολιτικά. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να ακουστεί η δική μας πρόταση. Είμαστε απέναντι στον δικομματισμό όπως έχει διαμορφωθεί».
Κρακ, τα ζάρια πέφτουν πάνω στο ξύλο. Η κίνηση έγινε, το φιτίλι είχε μόλις ανάψει. Ακόμα όμως κανείς δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς είχε ξεκινήσει.
«Ο δικομματισμός για τον οποίο λες δεν υπάρχει πια», απαντάει εκείνη, μιλώντας για τα ποσοστά της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις. Κρακ. Η πρώτη αναγνωριστική ζαριά έχει παιχτεί πια και από τους δύο.
«Οπως έχει πει ο πρόεδρος», λέει εκείνος, «θέλουμε μια κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατικού κορμού, που σημαίνει πως είτε το κόμμα θα είναι από πάνω εκλογικά είτε θα προσπαθήσει να επιβάλει το πρόγραμμά του». Κρακ. Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούγεται αυτή η θέση στο καφενείο – και σ’ αυτό και στα υπόλοιπα, εδώ και μία εβδομάδα, αυτήν τη θέση συζητούν. Τα μάτια των θεατών πήγαιναν από τον έναν στον άλλο.
«Επίτρεψέ μου να ξέρω τι έχει πει ο πρόεδρος. Ο πρόεδρος έχει πει πως θα είμαστε στην όχθη των νικητών. Αρα δεν θα αφήσουμε τη χώρα ακυβέρνητη», λέει εκείνη, χτυπώντας το πούλι της πάνω στο τάβλι.
«Μα δεν γίνεται κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα», παρεμβαίνει ένας εξ αυτών, που βλέπει πως η κουβέντα έχει ανάψει. «Δεν βγαίνουν οι αριθμοί», λέει, επαναλαμβάνοντας το πιο λογικό επιχείρημα για την αδυναμία συνεργασίας των κομμάτων της σημερινής αντιπολίτευσης. Μήπως αντικειμενικοί λόγοι θα δείξουν τελικά την κατεύθυνση των συνεργασιών;
«Γίνεται, πώς δεν γίνεται;» απαντάει εκείνος, που έχει πια τα ζάρια στα χέρια του. Πράγματι, η πιθανότητα βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων δεν αποτελεί πια σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Στο καφενείο δεν πέφτει καρφίτσα, όλοι παρατηρούν το παιχνίδι που εξελίσσεται. Τα ζάρια κουνιούνται μέσα στη χούφτα και πέφτουν μαλακά στο τραπέζι. Τα νεύρα πια δεν κρύβονται, όμως εκείνος είναι σαφώς πιο ήπιος στους τόνους. Γνωρίζει πως το παιχνίδι δεν παίζεται κεκλεισμένων των θυρών και, όταν βγουν από το καφενείο, ελάχιστοι στο χωριό δεν θα μάθουν τι έχει συμβεί. Εκφράζει άλλωστε την προσωπική του άποψη σε μια συζήτηση που γίνεται πάνω στο τάβλι.
«Αυτό δεν είναι επίσημη θέση του κόμματος», απαντάει εκείνη. «Το θέμα των συνεργασιών είναι πολύ σοβαρό. Στην απλή αναλογική τα νούμερα δεν βγαίνουν χωρίς το πρώτο κόμμα, αλλιώς μιλάμε για συνταγματική και πολιτική ανωμαλία». Κρακ. Κανείς δεν μιλάει – κάποιοι, όμως, κρατούν νοητές σημειώσεις γι’ αργότερα. Θα τους χρειαστούν.
Εκείνη κάνει την κίνησή της, όμως το σταθερό τηλέφωνο στην άκρη της κουζίνας χτυπάει με μανία. Κάποιος άλλος παίρνει τη θέση της στο παιχνίδι. Ποιος κέρδισε; Κανείς δεν ξέρει. Η παρτίδα έμεινε στη μέση, γι’ άλλη φορά.