Σε όλον τον κόσμο υπάρχουν σήμερα ένα δισεκατομμύριο δυσλεκτικοί. Πρόκειται για ένα έντονο και σύνθετο φαινόμενο, το οποίο ερευνά εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια μια πολυεπιστημονική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Cornell σε συνεργασία με το Harvard.
Μέλος της ομάδας αυτής είναι και ο Γιάννης Ασλανίδης, Πρόεδρος Ελληνικού Κολλεγίου Οφθαλμολογίας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Cornell της Νέας Υόρκης, ο οποίος μίλησε για μία πρωτοποριακή μέθοδο που έχουν αναπτύξει για την μέτρηση της ανάγνωσης και της δυσλεξίας.
«Έχουμε αναπτύξει μία μέθοδο με την οποία όπως μετράμε τη μυωπία και την πρεσβυωπία, μπορούμε σήμερα να μετρήσουμε την αναγνωστική ευχέρεια του κάθε παιδιού», εξηγεί μιλώντας στην ΕΡΤ ο κ. Ασλανίδης. «Τα παιδιά δεν ξέρουν αν διαβάζουν καλά ή όχι, είναι δική μας οφειλή να δούμε την επίδοσή τους. Μπορούμε πλέον να μετρήσουμε την ανάγνωση, όχι να κάνουμε εκτίμηση. Έχουμε 25 παραμέτρους. Να σημειώσω ότι δεν ερχόμαστε να αντικαταστήσουμε τους λογοθεραπευτές, τους ειδικούς παιδαγωγούς κλπ. Εμείς δίνουμε ένα εργαλείο στην κοινότητα, ώστε να διευκολύνουμε τη ζωή τους και την εξατομίκευση της θεραπείας, καθώς μέσα σε δέκα με δεκαπέντε λεπτά που διαρκεί αυτό το τεστ, μπορείς να έχεις πλήρη εικόνα του πού εντοπίζονται τα προβλήματα του κάθε παιδιού».
Η προσωπική ενασχόληση του κ. Ασλανίδη με το θέμα προέκυψε λόγω της διάγνωσης του γιού του με δυσλεξία. «Ο γιος μου, ο οποίος ήταν ένα πάρα πολύ έξυπνο παιδί, μέχρι τα 13 του χρόνια δεν είχε διαγνωσθεί από το σύστημα ότι ήταν δυσλεκτικός. Ένα πάρα πολύ έξυπνο παιδί που δεν μπορούσε ακαδημαϊκά να αποδώσει. Τελικά, με τη δική μας μέθοδο μάθαμε ότι μπορεί να είναι δυσλεκτικός και από εκεί και πέρα μία ομάδα 16 ατόμων εστίασε για δέκα χρόνια σε αυτό. Σήμερα ο γιος μου τελειώνει την ιατρική και πιστεύω πως αν βοηθήσαμε εκείνον, μπορούμε να βοηθήσουμε εκατομμύρια παιδιά σε όλον τον κόσμο».
Δυσλεκτικοί ένας στους πέντε Έλληνες
Στη χώρα μας, υπολογίζεται ότι το 17 με 20% του πληθυσμού, δηλαδή 1 στους 5, είναι δυσλεκτικοί και άλλοι τόσοι (15%) έχουν προβλήματα ανάγνωσης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ε.Ε., 30% των ελληνοπαίδων δεν έχουν βασικές αναγνωστικές ικανότητες στην ελληνική γλώσσα. «Παίζει ρόλο το ότι είμαστε σε μια μεταβατική περίοδο που πάμε από το βιβλίο στον υπολογιστή, από τον έντυπο λόγο στα pixel. Όμως αυτοί που έχουν δυσλεξία έχουν διαφορετική νευρολογική σύνδεση της γλώσσας ή της όρασης με τον εγκέφαλο εκ γενετής. Δεν είναι ταμπού, δεν είναι προβληματικά παιδιά. Ουσιαστικά δεν μπορούν να αποκωδικοποιήσουν αυτό που βλέπουν. Υπάρχουν όμως σήμερα τρόποι να τα βοηθήσουμε».
Η δυσλεξία είναι ο πρώτος λόγος παραίτησης από το σχολείο, αλλά και φυλάκισης, καθώς το 70% των φυλακισμένων είναι δυσλεκτικοί ή αναλφάβητοι! Κι αυτό γιατί, όπως εξηγεί ο κ. Ασλανίδης, όταν είσαι μικρό παιδί, αυτό που βλέπεις για τον εαυτό σου είναι μέσα από τα μάτια των συντρόφων σου, των συμμαθητών σου. Αν δεν είσαι καλός μαθητής, έχεις δύο διεξόδους: είτε θα πρέπει να γίνεις ελίτ αθλητής ή μουσικός ή κάτι άλλο, δηλαδή να ξεφύγεις από τη μάζα με το να γίνεις κάτι πολύ καλό, ή να αναπτύξεις μία παραβατική συμπεριφορά, την οποία διατηρείς και μεγαλώνοντας.
Πού εφαρμόζεται η μέθοδος Radar
H μέθοδος μέτρησης της ανάγνωσης και της δυσλεξίας Radar ελληνική μέθοδος RADAR (Rapid Assessment for Dyslexia and Abnormalities in Reading ή Τάχιστη Αξιολόγηση των Δυσκολιών & Ανωμαλιών κατά την Ανάγνωση) εφαρμόζεται και στην Ελλάδα. «Έχουμε τρία κέντρα στην Αθήνα, δύο στη Θεσσαλονίκη και στις Σέρρες, ένα στον Πύργο, ένα στο Ηράκλειο της Κρήτης και δύο στην Κύπρο, ενώ έχουμε και μία κινητή ομάδα που μεταβαίνει όπου χρειάζεται. Στην Κομοτηνή, όπου πήγαμε με κάλυψη εξόδων από την εταιρική κοινωνική ευθύνη της εταιρείας ΔΕΔΔΕ, είδαμε 200 παιδιά την προηγούμενη εβδομάδα, όπου εντοπίσαμε ότι τα 2/3 βρέθηκαν να έχουν πολύ σοβαρό πρόβλημα», αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Cornell.
Δείτε στο ακόλουθο βίντεο πώς λειτουργεί η Μέθοδος RADAR:
Η ηλικία στην οποία προτείνεται η μέθοδος είναι σε παιδιά έως 12 ετών, καθώς εάν διαγνωσθούν με μαθησιακές δυσκολίες μέχρι αυτήν την ηλικία, υπάρχει ακόμα η ευκαιρία να βοηθηθούν για να ξεφύγουν από αυτά τα προβλήματα, όπως επισημαίνει ο κ. Ασλανίδης. «Δεν θεραπεύουμε τη δυσλεξία, τη δυσαναγνωσία και τις άλλες μαθησιακές δυσκολίες. Απλώς έχουμε τρόπους να βοηθήσουμε τα παιδιά για να μην βασανίζονται».