Αντιμέτωπος με την κρίση των πυραύλων στην Κούβα, ο πρόεδρος Τζον Κένεντι προειδοποίησε κάποτε ότι οι πυρηνικές δυνάμεις «πρέπει να αποτρέψουν αυτές τις αντιπαραθέσεις που φέρνουν έναν αντίπαλο ενώπιον του διλήμματος μιας ταπεινωτικής υποχώρησης ή ενός πυρηνικού πολέμου».
Η αναμέτρηση με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν για την Ουκρανία δεν έφθασε ακόμη στο «παρά ένα» της κατάρρευσης της διπλωματίας, στην κατάσταση εκείνη που έφερε τη Σοβιετική Ένωση και τη Δύση στο κατώφλι του «Αρμαγεδώνα», τον Οκτώβριο του 1962, αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN.
Όμως, η λογική του Κένεντι αντηχεί οδυνηρά σήμερα, καθώς ο Πούτιν ωθείται στη γωνία από μία στρατηγική αποτυχία του πολέμου του, από την ηρωική αντίσταση της Ουκρανίας και από μία μεγάλη επιχείρηση μεταφοράς συμμαχικών όπλων και πυρομαχικών πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο οποίος ανέκαθεν δήλωνε ότι ο στόχος του είναι αφενός να βοηθήσει την Ουκρανία να αμυνθεί και αφετέρου να αποφύγει μια άμεση κλιμάκωση με τον Πούτιν που θα μπορούσε να οδηγήσει στον κίνδυνο ενός πυρηνικού πολέμου, φαίνεται να προβληματίζεται από την προειδοποίηση του Τζον Κένεντι.
Σε μία εκδήλωση στο Πότομακ του Μέριλαντ, το βράδυ της Δευτέρας, ο Μπάιντεν εκμυστηρεύτηκε ότι ανησυχεί από το γεγονός ότι ο Πούτιν δεν έχει ακόμη επινοήσει μια έξοδο από τον πόλεμο, παρά το γνωστό χαρακτήρα του πρώην αξιωματικού της KGB να υπολογίζει τα πάντα.
Ανώτεροι αξιωματούχοι εθνικής ασφάλειας, εν τω μεταξύ, παραδέχονται ότι δεν γνωρίζουν ακόμη τι είδους ρωσική επιτυχία στην ανατολική και νότια Ουκρανία θα επέτρεπε στον Πούτιν να κηρύξει μια νίκη και να αποκλιμακώσει τον πόλεμο, ανέφερε η Κέιτλαν Κόλινς του CNNi.
Η πολιτική της Ουάσιγκτον «εγκλωβίζει» τον Πούτιν
Αλλά υπάρχει κάτι που φαίνεται κάπως ασυμβίβαστο με την πολιτική των ΗΠΑ. Ο ρητά διακηρυγμένος στόχος της Ουάσιγκτον για την υποστήριξη της Ουκρανίας είναι να χάσει ο Πούτιν τον πόλεμο. Ο Μπάιντεν ζήτησε από το Κογκρέσο 33 δισεκατομμύρια δολάρια για την αποστολή στρατιωτικής και άλλης βοήθειας στην Ουκρανία και η Βουλή ψήφισε την Τρίτη να περάσει ένα νομοσχέδιο περίπου 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Ουάσιγκτον «πλημμυρίζει» το πεδίο της μάχης με αντιαρματικούς και αντιαεροπορικούς πυραύλους, ραντάρ, μη επανδρωμένα αεροασκάφη, βλήματα πυροβολικού και οβίδες.
Αυτή η επιθετική δυτική προσέγγιση, η αργή πρόοδος ενός πολέμου φθοράς του Πούτιν και η έλλειψη οποιασδήποτε διπλωματικής προσπάθειας για τον τερματισμό του πολέμου σημαίνουν ότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Ρώσος ηγέτης θα οδηγηθεί περαιτέρω σε μια επικίνδυνη γωνία.
Η μόνη επιλογή εξόδου του Πούτιν αυτή τη στιγμή φαίνεται να είναι μια συνθηκολόγηση και μια σιωπηρή παραδοχή ότι η δυτική προσπάθεια, σε συνδυασμό με το σθεναρό ουκρανικό θάρρος, τον νίκησε -μια θέση που θα ήταν πολιτικά αδύνατο να υιοθετήσει.
Πόσο θα «το τραβούσε» ο Πούτιν;
Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε τι μπορεί να κάνει ο Πούτιν αν είναι απελπισμένος. Παρ’ όλο που δεν συμμερίζεται τη λογική και την ακραία άποψη της Ουάσιγκτον ότι χάνει τον πόλεμο, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι θα «αυτοκτονούσε» και θα διακινδύνευε μια πλήρους κλίμακας πυρηνική αντιπαράθεση, δοκιμάζοντας την αποφασιστικότητα της Δύσης.
Αρκετοί ανώτεροι αξιωματούχοι στις ΗΠΑ έχουν εκφράσει δημόσια τον φόβο ότι ο Πούτιν μπορεί να φτάσει στη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων, χαμηλότερης ισχύος, ως εναλλακτική λύση έναντι μιας ταπεινωτικής ήττας στην Ουκρανία. Υπήρξε κάποια ανακούφιση ως προς αυτό, την Τρίτη, όταν η Διευθύντρια της Υπηρεσίας Πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών, Άβριλ Χέινς, κατέθεσε σε μια επιτροπή του Κογκρέσου ότι η άποψη των ΗΠΑ είναι πως δεν υπάρχει «επικείμενη πιθανότητα να χρησιμοποιήσει ο Πούτιν πυρηνικά όπλα». Και ο αρχηγός της Υπηρεσίας Πληροφοριών του υπουργείου Άμυνας, υποστράτηγος Σκοτ Μπέριερ, είπε ότι η αξιολόγηση αφορά σε τακτικά όπλα ή άλλα μέσα που χρησιμοποιούνται στα πεδία μάχης.
Όμως δεν είναι καθόλου κινδυνολογικό να εξετάσουμε αυτή την πιθανότητα. Ο Πούτιν έχει αποδειχθεί αδίστακτος ηγέτης με ελάχιστες ευαισθησίες όσον αφορά στην πρόκληση μαζικών απωλειών. Κατέστρεψε πόλεις στην Τσετσενία και εξαπέλυσε τις δυνάμεις του εναντίον αμάχων στη Συρία. Ο πόλεμος του στην Ουκρανία χαρακτηρίστηκε από ανελέητο σφυροκόπημα και βομβαρδισμούς κατοικημένων περιοχών, σχολείων, σταθμών και καταφυγίων με προφανή εγκλήματα πολέμου από τα στρατεύματά του.
Χιλιάδες στρατιώτες του έχουν πεθάνει. Και ο Πούτιν έχει ήδη χρησιμοποιήσει όπλα μαζικής καταστροφής -για παράδειγμα στόχευσε Ρώσους αποστάτες σε βρετανικό έδαφος με ραδιενεργά στοιχεία και νευροτοξικούς παράγοντες με μηδενικό σεβασμό για τις ζωές των αμάχων, σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση.
Η προθυμία της Ρωσίας να απειλήσει με χρήση πυρηνικών όπλων -με τρόπο που σπάνια έκανε η Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου- για να τρομοκρατήσει τη δυτική κοινή γνώμη υπογραμμίζει, εξάλλου, το πλεονέκτημα που προσφέρουν τα πιο τρομακτικά όπλα του κόσμου στα κράτη-παρίες που θέλουν να αποτρέψουν μία πιθανότητα δυτικής παρέμβασης.
Ο Πούτιν δεν δείχνει πρόθεση εξόδου
Ενώ οι ΗΠΑ μπορούν να επικριθούν για την αποτυχία τους να δώσουν στον Πούτιν τη διέξοδο που υπολόγιζε ο Μπάιντεν, μια τέτοια πρωτοβουλία θα ήταν δύσκολη -και μπορεί να μην λειτουργούσε ούτως ή άλλως.
Κατ’ αρχάς, ο Πούτιν δεν ψάχνει για διέξοδο. Ενώ ο πόλεμος είναι μια οικονομική, στρατιωτική και στρατηγική καταστροφή για τη Ρωσία, ο ηγέτης του Κρεμλίνου «χορεύει» με το δικό του ρυθμό. Εάν δεν μπορεί να ελέγξει ολόκληρη την Ουκρανία ή να ανατρέψει την κυβέρνησή της, μπορεί να τον αρκεί η δημιουργία τεράστιων ανθρώπινων και υλικών καταστροφών που εμποδίζουν την Ουκρανία να λειτουργήσει ως κανονική οικονομία και την τιμωρεί για τις φιλοδοξίες της να ενταχθεί στη Δύση. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε εξάλλου να λειτουργήσει αποτρεπτικά και προς άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που κινούνται σε τροχιά γύρω από τη Ρωσία.
Αυτός είναι ίσως ένας λόγος για τον οποίο η Χέινς κατέθεσε την Τρίτη ότι ο Ρώσος ηγέτης «προετοιμαζόταν για μια παρατεταμένη σύγκρουση στην Ουκρανία, κατά τη διάρκεια της οποίας εξακολουθεί να σκοπεύει να επιτύχει στόχους πέρα από το Ντονμπάς». Αλλά προειδοποίησε ότι η αναντιστοιχία μεταξύ των στρατιωτικών δυνατοτήτων του Πούτιν και των φιλοδοξιών του σημαίνει ότι θα μπορούσε να εγκλωβιστεί σε μία επικίνδυνη γωνιά -και να αντιδράσει.
«Η τρέχουσα κατάσταση ενισχύει την πιθανότητα ο πρόεδρος Πούτιν να στραφεί σε πιο δραστικά μέσα, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής στρατιωτικού νόμου, του αναπροσανατολισμού της βιομηχανικής παραγωγής ή δυνητικά κλιμακωτών στρατιωτικών ενεργειών για να απελευθερώσει τους πόρους που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του καθώς η σύγκρουση παρατείνεται ή εάν αντιληφθεί ότι η Ρωσία χάνει στην Ουκρανία» είπε η Χέινς.
Ρωγμές στην ενότητα της Δύσης
Η ιδέα ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να οδηγηθεί σε στρατηγικό αδιέξοδο δεν ευσταθεί και για δύο άλλους λόγους. Πρώτον, ο Ρώσος ηγέτης αρνήθηκε όλες τις διπλωματικές λύσεις, τις παρακλήσεις και τις προειδοποιήσεις για αποκλιμάκωση της σύγκρουσης πριν από την εισβολή. Τώρα το διακύβευμα για το προσωπικό του κύρος, την πολιτική θέση και τη φήμη της Ρωσίας – καθώς και την κρίση της ιστορίας- είναι πιο έντονο. Στην πραγματικότητα, υπήρξαν ενδείξεις πιθανής νέας κλιμάκωσης την Τρίτη, καθώς η Λευκορωσία μετέφερε ειδικές δυνάμεις στα σύνορα της Ουκρανίας, επικαλούμενη αυτό που χαρακτηρίζει δυτική επιθετικότητα.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο μπορεί να μην είναι η ώρα για διπλωματία οφείλεται στην πεποίθηση στις δυτικές πρωτεύουσες, όπως το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον, ότι οι δυνάμεις του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με τα δυτικά όπλα έχουν κατακτήσει το δικαίωμα να κερδίσουν τον πόλεμο -και ίσως καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να το κάνουν. Στην τελική, η Ουκρανία είναι το αδικημένο μέρος που υπέστη την απρόκλητη εισβολή.
Και μέχρι στιγμής, ο Πούτιν δεν έχει στοχεύσει κατά των κομβόι στο έδαφος του ΝΑΤΟ που μεταφέρουν όπλα στην Ουκρανία ή δεν έχει πραγματοποιήσει μεγάλες κυβερνοεπιθέσεις εναντίον δυτικών στόχων -όχι τουλάχιστον κάποιες που να έγιναν γνωστές. Και οι δύο παραλείψεις είναι δηλωτικές της αποτρεπτικής ισχύος.
Καθώς όμως ο πόλεμος συνεχίζεται, με τον διαρκή κίνδυνο μιας κλιμάκωσης ή ενός λανθασμένου υπολογισμού που μπορεί να οδηγήσει σε μια ευρύτερη σύγκρουση, υπάρχει το ενδεχόμενο να προκληθούν ρωγμές στην ενότητα της Δύσης.
Οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων ηγετών
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να πείσει τον Πούτιν να μην εισβάλει στην Ουκρανία, καταδίκασε την πολεμική ρητορική του Ρώσου ηγέτη για την Ημέρα της Νίκης. Είπε επίσης ότι τελικά η Ουκρανία και η Ρωσία θα πρέπει να καθίσουν και να συζητήσουν την ειρήνη -στόχος που θα μπορούσε να επιτευχθεί από την «ταπείνωση» της Μόσχας. Στη συνέχεια, ο Μακρόν συνομίλησε με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, σύμμαχο του Πούτιν, με το Μέγαρο των Ηλυσίων να ανακοινώνει ότι οι δύο ηγέτες συμφώνησαν «στην ανάγκη για επείγουσα κατάπαυση του πυρός».
Εξάλλου υπήρξε μια εντυπωσιακή στιγμή στο Οβάλ Γραφείο, την Τρίτη, όταν ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι, αφού επαίνεσε τη δυτική ενότητα στο θέμα της Ουκρανίας και καταδίκασε τη ρωσική εισβολή, είπε στον Μπάιντεν μπροστά στις κάμερες:
«Πρέπει να σας πω ότι στην Ιταλία και στην Ευρώπη τώρα οι άνθρωποι θέλουν να βάλουν ένα τέλος σε αυτές τις σφαγές, σε αυτή τη βία, σε αυτό το αιματοκύλισμα που συμβαίνει. Και οι άνθρωποι σκέφτονται τι μπορούμε να κάνουμε για να φέρουμε την ειρήνη. Τουλάχιστον θέλουν να σκεφτούν την πιθανότητα κατάπαυσης του πυρός και να ξαναρχίσουν κάποιες αξιόπιστες διαπραγματεύσεις. Αυτή είναι η κατάσταση αυτή τη στιγμή. Νομίζω ότι πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά πώς να το αντιμετωπίσουμε».
Τα σχόλιά του απηχούσαν μια αυξανόμενη νευρικότητα ότι χωρίς κάποιο είδος εξωτερικής παρέμβασης, ο Πούτιν θα μπορούσε κάλλιστα να εγκλωβιστεί στη γωνία, για την οποία μιλούσε ο Κένεντι σε ομιλία του στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο τον Ιούνιο του 1963.
Μήνες νωρίτερα, καθώς ο κόσμος κρατούσε την ανάσα του από τον φόβο ενός πυρηνικού πολέμου, ο Κένεντι είχε μεθοδεύσει έναν τρόπο ώστε ο Σοβιετικός ηγέτης, Νικήτα Χρουστσόφ, να κάνει πίσω χωρίς να χάσει το κύρος του στην κρίση της Κούβας.
Έξι δεκαετίες αργότερα, κάποιου είδους παρόμοια διευθέτηση, όσο οδυνηρή κι αν είναι, θα μπορούσε να απαιτηθεί για τον Πούτιν.