To Spiegel Online κάνει λόγο για «μικρές βουλευτικές εκλογές». Πάνω από 13 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνται στις κάλπες, για να εκλέξουν νέα Βουλή και κυβέρνηση στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, το πολυπληθέστερο από τα 16 κρατίδια της Γερμανίας. Αν ήταν ανεξάρτητη χώρα, θα ήταν η έβδομη μεγαλύτερη στην ΕΕ. «Καμία άλλη εκλογική αναμέτρηση δεν είναι τόσο αντιπροσωπευτική για το σύνολο της Γερμανίας», τονίζει η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt, για να προσθέσει ότι «ο πρωθυπουργός στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία είναι οιονεί υποψήφιος για την καγκελαρία».
Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και Σοσιαλδημοκράτες (SPD) διεκδικούν την Κυριακή την πρωτιά στην τοπική Βουλή του Ντίσελντορφ, ενώ και στο Βερολίνο κυβέρνηση και αντιπολίτευση αναμένουν με αγωνία τα μηνύματα της κάλπης. Άλλωστε τέσσερις από τους 16 υπουργούς της κυβέρνησης Σολτς προέρχονται από τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, από εκεί έλκει την καταγωγή του ο επικεφαλής της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης στην ομοσπονδιακή Βουλή Φρίντριχ Μερτς και ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ.
Ισχυρά τα δύο «παραδοσιακά» κόμματα
Πρωθυπουργός στο Ντίσελντορφ είναι ο χριστιανοδημοκράτης Χένρικ Βυστ, ο οποίος συγκυβερνά με το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP), χωρίς όμως να έχει εκτεθεί στη λαϊκή ψήφο. Πήρε το «δαχτυλίδι» από τον Άρμιν Λάσετ, όταν εκείνος αναγκάστηκε να παραιτηθεί από όλα τα αξιώματα μετά την ήττα του στις περσινές βουλευτικές εκλογές απέναντι στον σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς. Μετά από ένα διστακτικό ξεκίνημα λόγω πανδημίας, ο Βυστ κατάφερε να χτίσει ένα συντηρητικό προφίλ, που όμως δεν φαίνεται να του εξασφαλίζει τη νίκη. Οι δημοσκοπήσεις φέρνουν την CDU να προηγείται με 30%-32% έναντι 28%-29% του SPD, άρα η διαφορά των δύο μεγάλων κομμάτων παραμένει στα όρια του στατιστικού λάθους. Την τρίτη θέση εξασφαλίζουν οι Πράσινοι με 16%, οι Φιλελεύθεροι και το εθνολαϊκιστικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» κυμαίνονται γύρω στο 7%, ενώ εκτός Βουλής μένει το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke), που φαίνεται να εξαφανίζεται από το πολιτικό τοπίο στα δυτικά κρατίδια της Γερμανίας.
Για τους σοσιαλδημοκράτες την πρωθυπουργία διεκδικεί ο Τόμας Κουτσάτι, υπουργός Δικαιοσύνης στην τοπική κυβέρνηση την περίοδο 2012-2017. Στα προεκλογικά πλακάτ των τελευταίων ημερών ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς εμφανίζεται μαζί με τον Κουτσάτι και αυτό δείχνει ότι επενδύει πολιτικό κεφάλαιο στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, ευελπιστώντας ότι η νίκη θα ενισχύσει και τη δική του θέση στο Βερολίνο. Την Πέμπτη το βράδυ οι Βυστ και Κουτσάτι, νομικοί και οι δύο, συμμετείχαν σε ένα τηλεοπτικό ντιμπέιτ χωρίς εντυπωσιασμούς και συναισθηματικές εξάρσεις στο τηλεοπτικό δίκτυο WDR. Γερμανικά ΜΜΕ έκαναν λόγο για «ντιμπέιτ χαμηλών τόνων», ενώ το ZDF σχολίαζε ότι η ρητορική μονομαχία θύμιζε παράδοση της Νομικής Σχολής. Πάντως και οι δύο υποψήφιοι είχαν τις καλές τους στιγμές.
Ο Κουτσάτι εμφανίστηκε λίγο πιο χαλαρός, αλλά και δηκτικός. Από την αρχή της συζήτησης έσπευσε να θυμίσει ότι «στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία λείπουν 8.000 εκπαιδευτικοί, ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση», με τον Βυστ να δεσμεύεται ότι ο διορισμός νέων εκπαιδευτικών «αποτελεί κορυφαία προτεραιότητά του». Στο μέτωπο της οικονομίας ο πρωθυπουργός δήλωσε με εμφανή ικανοποίηση ότι «δημιουργήσαμε 400.000 νέες θέσεις εργασίας», με τον Κουτσάτι να αντιτείνει ότι ο αριθμός αυτός δεν είναι κάτι παραπάνω από τον «μέσο όρο» και τον Βυστ να επιστρέφει την κριτική λέγοντας ότι είναι χαρούμενος «που επιστρέψαμε τουλάχιστον στον μέσο όρο, μετά από τα χρόνια της δικής σας διακυβέρνησης». Ασφαλώς ο Βυστ ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες των συντηρητικών ψηφοφόρων, λέγοντας για παράδειγμα ότι πρέπει να ασκείται ποινική δίωξη στους «τζαμπατζήδες» των αστικών συγκοινωνιών, μία πρόταση την οποία απορρίπτει ο Κουτσάτι.
Πολιτικό εργαστήριο για όλη τη Γερμανία
Σύμφωνα με την εφημερίδα General-Anzeiger της Βόννης ο πρωθυπουργός Βυστ μπορεί να είναι ευχαριστημένος με τον απολογισμό του στην αστυνόμευση, καθώς η εγκληματικότητα έχει μειωθεί στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1985, αλλά και στην οικονομία, όπου ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών Αντρέας Πίνκβαρτ παίρνει εύσημα για τη μείωση της γραφειοκρατίας. «Δεν έχει εξαφανιστεί ολόκληρη η παράνοια της γραφειοκρατίας, αλλά σίγουρα ένα μεγάλο μέρος της», βεβαιώνει ο Αρντ Κίρχοφ, επίτιμος πρόεδρος του Συνδέσμου Εργοδοτών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Αντιθέτως, αδύνατο σημείο του κυβερνητικού συνασπισμού παραμένει η εκπαιδευτική πολιτική και η τόνωση της αγοράς κατοικίας, με στόχο τη συγκράτηση των ενοικίων.
Για πολλά χρόνια η Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία ήταν ένα «πολιτικό εργαστήριο» για τη Γερμανία. Στη δεκαετία του ’60 Σοσιαλδημοκράτες και Φιλελεύθεροι τόλμησαν να συγκυβερνήσουν στο Ντίσελντορφ, για πρώτη φορά στη μεταπολεμική Γερμανία, πριν μεταφέρουν το ίδιο μοντέλο στο Βερολίνο με καγκελάριο τον Βίλλυ Μπραντ. Στη δεκαετία του ’90 ορκίστηκε η πρώτη κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων στην ιστορία της χώρας, για να ακολουθήσει το 1998 ο συνασπισμός του SPD με τους Πράσινους σε εθνικό επίπεδο υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ακόμη και στην «τάση» των τελευταίων ετών να διαψεύδονται οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις, η Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία υπήρξε πρωτοπόρος, με τον Άρμιν Λάσετ να επιτυγχάνει το 2017 ανέλπιστη νίκη απέναντι στη σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό Χανελόρε Κραφτ, την οποία οι δημοσκοπήσεις της εποχής υπεδείκνυαν ως «δημοφιλέστερη πολιτικό σε όλη τη Γερμανία». Έτσι ο Λάσετ έχτισε τη φήμη του ως ο υποψήφιος που κερδίζει ακόμη και …τις δημοσκοπήσεις. Κάτι που ωστόσο δεν κατάφερε να επιβεβαιώσει την πιο κρίσιμη στιγμή, στις βουλευτικές εκλογές του 2021 απέναντι στον Όλαφ Σολτς.
Πηγή: Deutsche Welle/Γιάννης Παπαδημητρίου