Πατέρας τεσσάρων παιδιών. Δόκτωρ Φιλοσοφίας, καθηγητής του Εθνικού Πανεπιστημίου του Ούζχοροντ, επικεφαλής του Τμήματος Κοινωνιολογίας – Κοινωνικής Εργασίας, καθηγητής Τουρισμού, πρόεδρος της Τουριστικής Οργάνωσης της Υπερκαρπαθίας, μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Ουγγαρίας, ο Φέντιρ Σάντορ είναι ένας από τους υπερασπιστές της Ουκρανίας. Οχι με τη μεταφορική έννοια, αλλά κυριολεκτικά, καθώς κατετάγη στην Εδαφική Αμυνα, την πολιτοφυλακή της χώρας του, την ίδια ημέρα που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή, στις 24 Φεβρουαρίου. Επειτα από έναν μήνα εκπαίδευσης, καθώς νωρίτερα δεν είχε καμία σχέση με τον στρατό, ο Σάντορ στάλθηκε στην πρώτη γραμμή στην κατεύθυνση του Ιζιούμ, ενός από τα πολλά δύσκολα μέτωπα αυτού του πολέμου.
Την ίδια ώρα όμως οι φοιτητές του συνέχιζαν κανονικά τα μαθήματα, ενώ αντικαταστάτης δεν μπορούσε να βρεθεί. Προκειμένου να μην «κρεμάσει» τους φοιτητές και το πανεπιστήμιο, ο Φέντιρ Σάντορ αποφάσισε να διδάσκει μέσα από τα χαρακώματα. Μετέφερε τις παραδόσεις για τις ώρες που δεν είχε υπηρεσία στον στρατό και συνέχισε κανονικά τη δουλειά του. Είχε βοηθήσει φυσικά και το γεγονός ότι όλα τα μαθήματα γίνονται εξ αποστάσεως τα τελευταία χρόνια λόγω της πανδημίας. Οπως είπε στα «ΝΕΑ», υπάρχει ένα φαινόμενο που λέγεται «μαύρος κύκνος», είναι όταν κάτι γίνεται διάσημο πολύ ξαφνικά. Κάτι τέτοιο έγινε και με τη φωτογραφία του ιδίου, την ώρα που παραδίδει μάθημα στους φοιτητές του μέσα από τα χαρακώματα.
«Ξέρετε, είναι αστείο, οι φοιτητές άρχισαν να πηγαίνουν στις παραδόσεις. Νομίζω ότι απλά ντρέπονται. Ο καθηγητής να διαβάζει διαλέξεις μέσα από τον πόλεμο και αυτοί να κάνουν κοπάνα. Ακόμα και αυτοί που έκαναν κοπάνες άρχισαν να πηγαίνουν στις παραδόσεις. Και εγώ εκμεταλλεύτηκα αυτή την κατάσταση και “τσίμπησα” αυτούς που έκαναν κοπάνες και τους φόρτωσα εργασίες. Τις κάνανε, είμαι ικανοποιημένος. Ειδάλλως θα πήγαινα να έψαχνα πού εξαφανίστηκαν, ενώ έτσι τα έκαναν όλα αυτά που έπρεπε να κάνουν», περιγράφει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής. Οπως λέει, εκτός από τις συμφορές που έφερε ο πόλεμος, μπορεί να παίξει έναν ρόλο σημαντικό στη διαμόρφωση του μέλλοντος της Ουκρανίας καθώς μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού δεν είχαν ιδιαίτερες επαφές μεταξύ τους, κάτι που αναγκάστηκαν να αποκτήσουν ως αποτέλεσμα της τεράστιας μετακίνησης πληθυσμών κυρίως από τις ανατολικές περιφέρειες της χώρας προς τη Δύση. Οι άνθρωποι από την Ανατολική Ουκρανία αναγκάστηκαν να δουν, και σε μεγάλο βαθμό να αφομοιώσουν, τον τρόπο που ζουν οι άνθρωποι στα δυτικά της χώρας, που βρίσκονται πιο κοντά στην Ευρώπη, και αυτό θα το μεταφέρουν και στις πόλεις και στα σπίτια τους όταν επιστρέψουν.
«Εδώ στο Ντονμπάς όπου βρίσκομαι οι άνθρωποι είναι πολύ καλοί. Φαίνεται όμως ότι σε αυτές τις περιοχές έχει δουλέψει πολύ έντονα η καταστροφική μηχανή της Σοβιετικής Ενωσης», λέει ο Σάντορ αναφερόμενος στη μηχανή προπαγάνδας της ΕΣΣΔ, η οποία δημιουργούσε επί δεκαετίες τεχνητό διχασμό και καλλιεργούσε κλίμα φόβου και μίσους στον πληθυσμό για οτιδήποτε διαφορετικό, κυρίως δυτικό. «Δέκα εκατομμύρια άτομα αναγκάστηκαν να μετακινηθούν. Αυτό θα δημιουργήσει μια ζύμωση, θα δουν τον πολιτισμό, την ιστορία, την κουζίνα, είδαν άλλους ανθρώπους, δημιουργήθηκαν συγκρούσεις, αναγκάστηκαν να επικοινωνήσουν και να μάθουν να συμβιώνουν», τονίζει. Και αυτή την εμπειρία τους θα τη μεταφέρουν εκεί όπου θα επιστρέψουν. Θα είναι πλέον φορείς μιας ενιαίας ουκρανικής κουλτούρας.
Ο ίδιος λέει ότι η μεγαλύτερη απώλεια που έχει υποστεί η χώρα είναι οι άνθρωποι που χάνονται. Παρά το γεγονός ότι καταστράφηκαν ορισμένα ιστορικά πανέμορφα κτίρια, τα περισσότερα από αυτά που καταστράφηκαν είναι παλαιά σοβιετικά, μη οικολογικά κτίρια. «Τα σπίτια θα τα ξαναχτίσουμε. Η Ουκρανία θα είναι πιο όμορφη. Ακόμα και εκείνα τα κτίρια που είχαν μεγάλη πολιτισμική αξία θα υπάρχουν για πάντα στη μνήμη μας. Το μόνο που δεν μπορούμε να ξαναφέρουμε είναι οι άνθρωποι που χάθηκαν», λέει.
Στο ερώτημα τι είναι εκείνο που αξίζει να δει στην Ουκρανία ένας Ελληνας, ο Φέντιρ Σάντορ αναφέρεται λεπτομερώς στη σχέση που είχαν οι αρχαίοι Ελληνες με την περιοχή που σήμερα ονομάζεται Ουκρανία, λέγοντας ότι ερχόμενοι εδώ οι Ελληνες θα μπορέσουν να δουν αυτά που είδαν οι πρόγονοί τους και, μεταξύ άλλων, να καταλάβουν καλύτερα τον τρόπο της σκέψης τους.
«Υπάρχουν αυτοί που υπερηφανεύονται για τον Δρόμο του Μεταξιού. Αλλά ο συγκεκριμένος δρόμος τάιζε την Ευρώπη», λέει ο Φέντιρ Σάντορ, αναφερόμενος στον δρόμο που στην Ουκρανία αποκαλούν «από τους Βαράγγους στους Ελληνες». Είναι ο δρόμος μέσω του οποίου διατηρούσαν επαφές οι Ελληνες με τους Βίκινγκς, διά μέσου του Δνείπερου. «Να δουν (οι Ελληνες) ότι οι πρόγονοί τους ήταν από καιρό εδώ. Και απλά να επαναφέρουν εκείνη την ελληνική ιστορία που ήδη υπήρχε εδώ. Να περάσουν από τα ελληνικά μέρη της Ουκρανίας και να πουν: Ολα καλά, και αυτοί είναι σαν κι εμάς».