Ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών της Γαλλίας τελείωσε με αριθμητική ισοπαλία των δύο βασικών αντιπάλων – του προεδρικού μπλοκ «Μαζί!» και της κεντροαριστερής συμμαχίας «Nupes». Πλέον, τα βλέμματα στρέφονται στον δεύτερο γύρο της ερχόμενης Κυριακής, 19 Ιουνίου, με την πλειοψηφία των Γάλλων πολιτών να έχει πει ήδη «ντούκου» την ώρα που οι δύο μονομάχοι μοιάζουν να ποντάρουν τα ρέστα τους σε αυτή την πολιτική παρτίδα.
Αναμφίβολα, το μεγάλο ζητούμενο είναι το εάν ο Εμανουέλ Μακρόν θα καταφέρει να διασφαλίσει εκ νέου την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, έστω και οριακά (ο ελάχιστος αριθμός εδρών είναι οι 289) – κάτι που, με τη σειρά του, θα του επιτρέψει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Ο δε Ζαν-Λικ Μελανσόν θα επιδιώξει όχι απλώς να του τη στερήσει, αλλά και να βγει με όσο το δυνατόν περισσότερες έδρες από τις κάλπες, με σκοπό να πάρει πάνω του την αντιπολίτευση σε μια περίοδο που προβλέπεται ιδιαιτέρως «θερμή» για τη Γαλλία.
Οποιοδήποτε άλλο σενάριο εντάσσεται, ουσιαστικά, στη σφαίρα της πολιτικής φαντασίας. Ειδικά δε το να αναδειχθεί ο Μελανσόν πρωθυπουργός της χώρας, όπως είναι ο διακηρυγμένος προεκλογικός του στόχος, μιας και ούτε τα «κουκιά» φτάνουν ούτε το πολιτικό σκηνικό μπορεί να του διασφαλίσει τις αναγκαίες συμμαχίες για να συμβεί κάτι τέτοιο.
Προεδρική και προεδρευομένη δημοκρατία
Τι θα συμβεί, όμως, στην περίπτωση που ο νυν πρόεδρος δεν καταφέρει να συγκροτήσει την κυβέρνηση της αρεσκείας του; Μήπως αυτό δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία, μιας και η Γαλλία είναι μια προεδρική δημοκρατία – και όχι προεδρευομένη, που θα σήμαινε πως οι αρμοδιότητες του προέδρου της είναι περιορισμένες και, πρακτικά, διακοσμητικές;
Ας δούμε, καταρχάς, τι προβλέπει το σύνταγμά της. Σύμφωνα με αυτό, η κυβέρνηση «καθορίζει και εφαρμόζει την πολιτική της χώρας», ενώ ο πρόεδρος είναι ένας «διαιτητής» ο οποίος διασφαλίζει την κανονική «λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών και θεσμών» και τη «συνέχεια του κράτους», ενώ ταυτόχρονα αποτελεί τον εγγυητή της «εθνικής ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και τον σεβασμό των διεθνών συνθηκών». Παράλληλα, είναι ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων και ο μόνος ο οποίος έχει δικαίωμα να ενεργοποιήσει το «πυρηνικό οπλοστάσιο».
Το σύνταγμα για τον πρόεδρο
Ακόμη πιο συγκεκριμένα, το σύνταγμα καθορίζει και περιγράφει με αρκετά σαφή τρόπο τις αρμοδιότητες του προέδρου ως εξής, σύμφωνα και με το εξαιρετικά ενδιαφέρον σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας le Monde:
- Είναι ο εγγυητής του συντάγματος και, ως εκ τούτου, μπορεί να παύει το Συνταγματικό Συμβούλιο εάν κρίνει ότι ένας νόμος παραβιάζει τις αρχές του συντάγματος (κάτι, όμως, που είναι σε θέση να κάνει και η Εθνοσυνέλευση μετά το 1974).
- Διορίζει τον πρωθυπουργό της αρεσκείας του – δύσκολα, όμως, μπορεί να επιλέξει κάποιον που είναι αντίθετος με τη λαϊκή βούληση, όπως αυτή εκφράζεται στις βουλευτικές εκλογές, καθώς δεν θα είναι σε θέση να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης.
- Διορίζει τρία από τα μέλη του Συνταγματικού Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού του.
- Μπορεί να αποκτά έκτακτες εξουσίες στην περίπτωση «σοβαρής ή άμεσης απειλής» κατά των θεσμών, την ανεξαρτησία του έθνους, την εδαφική ακεραιότητα ή την τήρηση διεθνών συνθηκών.
- Έχει το δικαίωμα να διαλύει την Εθνοσυνέλευση και να προκηρύττει εκλογές.
- Δύναται, μετά από σχετική πρόταση της κυβέρνησης ή της πλειοψηφίας της βουλής, να θέτει ένα ζήτημα ή κάποιο νόμο (από περιορισμένες κατηγορίες) σε δημοψήφισμα, στη βάση του Άρθρου 11.
Αφεντικό εκτός, εξαρτημένος εντός
Όπως, λοιπόν, εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει, η αδυναμία ενός προέδρου να διορίσει μια κυβέρνηση της επιλογής του και ο εξαναγκασμός είτε σε συγκατοίκηση με ένα πολιτικό του αντίπαλο είτε σε μια συμμαχία που θα του διασφαλίζει κοινοβουλευτική πλειοψηφία περιπλέκει τα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Σίγουρα δε, στην περίπτωση του Μακρόν, τόσο στη μία όσο και στην άλλη περίπτωση θα του είναι δύσκολο να εφαρμόσει την ατζέντα του, ειδικά εντός συνόρων, όπου οι αρμοδιότητες της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού είναι σημαντικές.
Έτσι, μπορούμε να προβλέψουμε ότι ενώ ο Μακρόν θα συνεχίσει να έχει το πάνω χέρι στην εξωτερική πολιτική, στην εσωτερική θα αναγκαστεί σε συμβιβασμούς, ορισμένοι από τους οποίους ενδεχομένως να είναι επώδυνοι. Πολύ περισσότερο στην περίπτωση που η ανάγκη διαρκούς συνεννόησης με την κυβέρνηση συνοδευτεί με ένα κύμα κοινωνικών αντιδράσεων, κάτι που κάθε άλλο παρά απίθανο είναι.
Μισός αιώνας Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία
Αξίζει να υπενθυμίσουμε πως στη διάρκεια της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, υπήρξαν τρεις περιπτώσεις «συγκατοίκησης» προέδρου με κυβέρνηση άλλου κόμματος. Όλες δε αφορούσαν τους Σοσιαλιστές και την Γκολική Δεξιά, που σήμερα έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Συγκεκριμένα, αυτό συνέβη τις περιόδους 1986-’88, 1993-’95 και 1997-2002. Αντιθέτως, την τελευταία 20ετία, όλοι οι πρόεδροι διέθεταν σχετικά άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, κάτι που σημαίνει ότι μπορούσαν να είναι οι απόλυτοι κυρίαρχοι, υποβαθμίζοντας στην πράξη ακόμη περισσότερο τον ρόλο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Την ερχόμενη Κυριακή θα κριθεί το εάν αυτή η παράδοση συνεχιστεί ή, αντιθέτως, η Γαλλία θα επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση – σε μια πολύ πιο δύσκολη και «ύπουλη» περίοδο.
Πηγή: ΟΤ