Μπορεί ένας «Σουλτάνος» να γίνει «επαίτης»;

Μπορεί ένας «εχθρός» να γίνει το αναγκαίο κακό που κι ένας «Ρέις» (βασιλιάς) θα «προσκυνήσει»;

Διαβάστε επίσης: Το διπλό παιχνίδι της Τουρκίας στην Ουκρανία και τα Bayraktar

Μπορεί ένας ηγέτης που συντάσσεται με τον «άξονα του κακού» να γίνει χρηματοδότης και ευεργέτης;

Μπορεί η οικονομία να υπαγορεύσει διπλωματικές σχέσεις;

Διαβάστε επίσης: Τουρκία: Φήμες για capital controls και εκλογές

Την απάντηση δίνει ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τη σημειολογία της άφιξης του πρίγκηπα διαδόχου, της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν στην Τουρκία και την μεγαλειώδη υποδοχή που του επιφύλαξε.

Για πολλούς η ανοιχτή και αιμορραγούσα πληγή της οικονομίας που απειλεί να φέρει τον πολιτικό θάνατο του τούρκου προέδρου, τον υποχρεώνει να γίνει λίγο πιο «ελαστικός», στις θέσεις του ακόμα και να βάλει νερό στο κρασί του.

Πυρά

Η αντιπολίτευση και ο επικεφαλής του CHP, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, δεν φείδεται χαρακτηρισμών και καταγγέλλει τον τούρκο πρόεδρο ότι παρέπεμψε την υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Τζεμάλ Κασόγκι «με αντάλλαγμα χρήματα, όπως ένας επαίτης».

Ενώ σειρά αρθρογράφων και αναλυτών που θυμούνται όσα ο Ερντογάν είχε πει και τώρα προσπαθεί να ξεχάσει.

Ενδεικτικό το άρθρο του Φεχμί Κορού, που επι σειρά ετών βρισκόταν στο άρμα του Ερντογάν και του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και σήμερα υπενθυμίζει ότι«μπορεί να γεμίσει κανείς τις σελίδες ενός ολόκληρου βιβλίου με τις κατηγορίες που έχουν εκτοξευθεί μέχρι πριν λίγους μήνες από τα στόματα Τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων εναντίον του πρίγκιπα διαδόχου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν».

Αποδίδει δε την αλλαγή στη ρητορική και τη στάση Ερντογάν απέναντι στη Σαουδική Αραβία στην κατάσταση της οικονομίας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η απόφαση για αλλαγή πλεύσης απέναντι σε παλαιούς εχθρούς, προκειμένου να μετατραπούν σε εν δυνάμει ευεργέτες και υποστηρικτές της τουρκικής οικονομίας δεν είναι νέα.

Η απόφαση είναι ειλημμένη από το 2021 και σύμφωνα με τουρκικά δημοσιεύματα του περασμένου χρόνου, σε σχετική σύσκεψη που είχε γίνει είχαν δοθεί οι ανάλογες οδηγίες και στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών και τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου.

Ώστε να γνωρίζει πού να κινηθεί και κυρίως σε ποιους να μην επιτίθεται.

Πάλεψε πολύ

Όλοι θυμούνται άλλωστε ότι ο Ερντογάν πάλεψε πάρα πολύ για αυτή την επίσκεψη του πρίγκηπα διαδόχου της Σαουδικής Αραβίας, η οποία ακολουθεί αυτή του Μοχάμεντ Μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχιάν των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Εκείνου που ο τούρκος πρόεδρος είχε δείξει και ως «χρηματοδότη» του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016.

Και αυτό ξεχάστηκε πριν έξι μήνες όταν ο Μοχάμεντ Μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχιάν πέρασε το κατώφλι του προεδρικού μεγάρου της Τουρκίας με τον Ερντογάν να του σφίγγει το χέρι αναζητώντας επενδύσεις.

Και επειδή «ανάγκα και θεοί πείθονται», ο τούρκος πρόεδρος δεν σταματά εκεί.

Στην ατζέντα του παραμένει και η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, με τις προσπάθειες να συνεχίζονται παρά τα πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το Τελ Αβίβ.

Για το Ισραήλ ωστόσο η εξομάλυνση των σχέσεων με την Άγκυρα που θα ανοίξει στον Ερντογάν και την πόρτα της ενεργειακής συνεργασίας περνάει κυρίως μέσα από την λήψη μέτρων από την Τουρκία απέναντι στη Χαμάς…

Στους στόχους της Άγκυρας παραμένει και η Αίγυπτος. Ωστόσο αποδεικνύεται το πιο δύσκολο στοίχημα.

Οι σχέσεις της κυβέρνησης Ερντογάν και το καταφύγιο που παρέχει στους «Αδελφούς Μουσουλμάνους» είναι το κυριότερο εμπόδιο.

Η μεγαλύτερη απειλή

Οι κινήσεις του Ερντογάν αποδεικνύουν ότι αναγνωρίζει την οικονομία ως τη μεγαλύτερη απειλή απέναντι του.

Αφού ξέρει καλά ότι και ο ίδιος γεννήθηκε και ισχυροποιήθηκε πολιτικά, από μία προηγούμενη οικονομική κρίση, σαν αυτή που σήμερα απειλεί να τον καταπιεί.

Και για να την αντιμετωπίσει χρησιμοποιεί τα ίδια όπλα με τους προκατόχους τους, μεταξύ των οποίων και την ενίσχυση του εθνικισμού αλλά και τη δημιουργία συγκρουσιακού κλίματος με την Ελλάδα.

Η ελληνική διπλωματία επιμένει να απαντά ότι οι κινήσεις προσέγγισης Ερντογάν προς τους συμμάχους της Ελλάδας δεν ανησυχούν την Αθήνα.

Θεωρεί ότι τα θεμέλια τους είναι ισχυρά, δεν εταιροκαθορίζονται και πρέπει να κρατηθούν χαμηλοί τόνοι.