«Θερμό επεισόδιο» Ελλάδας – Τουρκίας. Σε ένα περιβάλλον που οι ρητορικές εντάσεις ανεβαίνουν, οι πολιτικοί ένθεν και ένθεν μιλούν και «ακραίες προκλήσεις», χρησιμοποιούνται εκφράσεις εκτός του αποδεκτού πλαισίου και κλείνουν οι δίαυλοι διαλόγου, η ανησυχία για κλιμάκωση και επί του πεδίου είναι λογικό να αυξάνεται. Ειδικά μετά την θερμή άνοιξη του 2020 στον Έβρο και το καυτό καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στο Αιγαίο.
Δηλώσεις σαν αυτές του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, «Μητσοτάκης γιοκ» αλλά και η μόνιμη επωδός «να θυμάστε τι πάθατε 100 χρόνια πριν», τα οποία εκτός από τον τούρκο πρόεδρο επαναλαμβάνουν οι υπουργοί του, ο κυβερνητικός του εταίρος, ακροδεξιός, Ντεβλέτ Μπαχτσελί και σύσσωμη η αντιπολίτευση, κατηγορώντας μάλιστα τον Ερντογάν για υποχωρητικότητα, δημιουργούν ένα «πολεμικό κλίμα».
- Διαβάστε επίσης: Ερντογάν για Μητσοτάκη: Νέα επίθεση – «Αδύνατο να συναντηθούμε εάν δεν συμμαζευτεί»
Ο φόβος στους πολίτες
Οι δηλώσεις αναπαράγονται από τα ΜΜΕ, ίσως και με έμφαση, με αποτέλεσμα η ανησυχία να αυξάνεται. Είναι ενδεικτικό ότι στην δημοσκόπηση της MRB και στο ερώτημα κατά πόσο οι πολίτες θεωρούν πιθανό ένα «θερμό επεισόδιο» με την Τουρκία», το 61,4% απαντά πολύ και αρκετά πιθανό.
Η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει να δηλώνει με έμφαση ότι εμμένει στο διεθνές δίκαιο, απαντά με ψυχραιμία και στοιχεία και δεν σκοπεύει να ακολουθήσει την Άγκυρα στη ρητορική των προκλήσεων και της έντασης.
Μητσοτάκης: Δεν θα υπάρξει βελτίωση όσο η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επαναλάβει αρκετές φορές πως «η χώρα μας είναι πιστή στο δρόμο της διπλής όσο και αποφασιστικής ετοιμότητας να υπερασπιστεί από τη μία τα εθνικά της συμφέροντα χωρίς να κάνει καμία απολύτως έκπτωση αλλά ταυτόχρονα να υποδεχθεί ταυτόχρονα έναν καλόπιστο διάλογο στο πλαίσιο πάντα του διεθνούς δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας που πάντα πρέπει να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο συνομιλούν γείτονες χώρες».
Για την Αθήνα άλλωστε αυτή ήταν η μόνιμη επωδός. Οι ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας, προκειμένου να εκτονώνεται η ένταση και να μην μεγιστοποιούνται τα προβλήματα.
Ξεκαθάρισε ωστόσο την Πέμπτη δε (ΣΚΑΙ) ότι «δεν πρόκειται να υπάρξει καμία βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων όσο εξακολουθεί να υπάρχει από την Τουρκία ανοιχτή αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας. Του είπα ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να δεχθώ υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά, ούτε μπορώ να δεχθώ μια επιχειρηματολογία η οποία συνδέει την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου με τη δήθεν στρατικοποίησή τους».
- Διαβάστε επίσης: Ερντογάν: Εκλογική ήττα «βλέπουν» οι δημοσκοπήσεις
Οι κίνδυνοι
Πέραν των δηλώσεων και των πραγματικών προθέσεων ωστόσο και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, το πρόβλημα της έντασης, έστω και στη ρητορική είναι υπαρκτό. Και εγκυμονεί κινδύνους.
Ο ισχυρισμός ότι ο Ερντογάν θα προχωρήσει με σχέδιο ώστε να δημιουργήσει ένα «θερμό επεισόδιο» δεν στηρίζεται ούτε από πολιτικούς, ούτε από διπλωμάτες και αναλυτές. Οι ίδιοι ωστόσο δεν μπορούν να αποκλείσουν ένα «ατύχημα». Ένα «ατύχημα» που θα μπορούσε να προκύψει στην θάλασσα λόγω της εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού, που συνεχίζει να επιχειρεί η Άγκυρα, είτε με αφορμή ένα από τα πολλά επεισόδια με ψαράδες, είτε στον αέρα, λόγω υπερπτήσεων και παραβιάσεων.
Και αυτό το «ατύχημα» ωστόσο η Άγκυρα θα επιδιώξει να το αποφύγει, εκτιμά η πλειοψηφία των αναλυτών, εκτός εάν υπάρξει μία κίνηση της Αθήνας που θα ερμηνεύσει ως «πρόκληση». Ή καλύτερα σε μία δεδομένη στιγμή που μία κίνηση της Αθήνας θα βόλευε να ερμηνευθεί ως «πρόκληση». Όπως οποιαδήποτε πρωτοβουλία ή συνάντηση αφορά τη θαλάσσια περιοχή νότια και νοτιανατολικά της Κρήτης.
Άλλαξαν τα δεδομένα
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οδήγησε στο σημείο όπου βασικές αρχές του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου γίγνεσθαι, ο σεβασμός στην εδαφική ακεραιότητα, στην εθνική κυριαρχία, στους θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, έχουν πάψει πλέον να θεωρούνται δεδομένα στην Ευρώπη.
Τα ελληνοτουρκικά τραβούν την προσοχή της διεθνούς κοινότητας καθώς ένα ρήγμα στις τάξεις του ΝΑΤΟ, σε αυτή τη δεδομένη στιγμή είναι κάτι που χαρακτηρίζεται ως μη απαραίτητο και απόλυτα καταδικαστέο. Ενώ η συμπεριφορά της Τουρκίας απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο δεν μπορεί να αγνοηθεί δεδομένης της γενικότερης τάσης που δεν μπορεί να ανεχθεί απειλές για παραβίαση εδαφικής ακεραιότητας.
Η Κύπρος
Στο ίδιο πλαίσιο ωστόσο και παρά την υφιστάμενη διάθεση καταδίκης κάθε πολιτικής αναθεωρητισμού, που για τους πλέον αισιόδοξους στενεύει και τα περιθώρια του Ερντογάν, κανείς δεν είναι σίγουρος ότι η Άγκυρα δεν θα επιχειρήσει μία κίνηση – πιθανότατα – στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Στην κυπριακή ΑΟΖ προσανατολίζονται τα σενάρια για το τέταρτο γεωτρύπανο της Τουρκίας και μία νέα πρόκληση με επικοινωνιακό αντίκτυπο και στο εσωτερικό της χώρας. Ένα πεδίο που για τον Ερντογάν χαρακτηρίζεται πολύ πιο «ασφαλές» από ότι η αποστολή ενός ερευνητικού σκάφους στα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Κρίσιμη η 20η Ιουλίου
Την ίδια στιγμή ανησυχία προκαλούν και τα σενάρια ο Ερντογάν να ανακοινώσει στις 20 Ιουλίου από το ψευδοκράτος όπου θα βρεθεί για να παραστεί στις φιέστες για την επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κυπριακή Δημοκρατία να ανακοινώσει «κάτι μεγάλο». Ο Έντι Ζεμενίδης εκτελεστικός διευθυντής Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας, δήλωσε ότι τα εν λόγω σενάρια διακινούνται και στην Ουάσιγκτον. Ενώ στην Κύπρο και δη στα κατεχόμενα οι αντιδράσεις έχουν αρχίσει εδώ και καιρό μετά το τελευταίο πακέτο νόμου που πέρασε το ψευδοκράτος και ενισχύει τον έλεγχο της Άγκυρας.
Διπλωμάτες και καθηγητές διεθνούς δικαίου, ωστόσο, σημείωναν ότι η de facto προσάρτηση είναι γεγονός και γίνεται όλο και εντονότερη εδώ και χρόνια, όμως η επίσημη ανακήρυξη προσάρτησης των κατεχομένων από την Τουρκία, είναι μια κίνηση εξαιρετικά επικίνδυνη για την ίδια την Άγκυρα. Καθώς θα σημάνει σειρά κυρώσεων, που δεν θα μπορέσουν να αγνοήσουν ούτε ο ΟΗΕ και η ΕΕ, ούτε μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ. Και το ερώτημα είναι το θέλει αυτό ο Ερντογάν;