Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε αυτήν την περίοδο η διεθνής περιοδεία της ηθοποιού Δέσποινας Σαραφείδου και του πολιτιστικού οργανισμού «1+1=1» με δύο σόλο παραστάσεις να παρουσιάστηκαν σε τρία σημαντικά φεστιβάλ κατόπιν ειδικής πρόσκλησης. Μετά την παρουσίαση του έργου «Μήδεια∙ μηδέν στο κόκκινο» της Σοφίας Διονυσοπούλου που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο στο Theatre Workers Union of Armenia στο πλαίσιο του διεθνούς φεστιβάλ μονολόγων «Armmono» της Αρμενίας μετά από πρόσκληση της καλλιτεχνικής Διευθύντριας Marianna Mkhitaryan, σειρά είχε το έργο “Kassandra – a stand-up tragedy in broken English” του Sergio Blanco.
Ο σπαρακτικός και κωμικός μονόλογος που ο Ουρουγουανός συγγραφέας έγραψε ειδικά για την Ελληνίδα ηθοποιό, παρουσιάστηκε στο Λουξεμβούργο στο 12o Fundamental Monodrama Festival μετά από πρόσκληση του διευθυντή του φεστιβάλ Steve Karier και τον Ιούνιο ανέβηκε στο θέατρο Teatrul Tony Bulandra της Ρουμανίας στο πλαίσιο του 10ου Babel Festival.
Το «Μήδεια∙ μηδέν στο κόκκινο» αποτελεί ένα κείμενο γραμμένο σε στίχο και εμπνευσμένο από το μύθο που προϋπήρχε του Ευριπίδη, όπου η Μήδεια θυσιάζει τα παιδιά της στην Ήρα για να τα σώσει από την οργή του όχλου, προσφέροντάς τους έτσι την αθανασία. Έργο βαθιά πολιτικό και αντιρατσιστικό, φέρνει σε αντιπαράθεση δύο κόσμους, τον κόσμο της Φύσης και τον κόσμο των αστών.
Γραμμένο ως διάλογος (με μία Μήδεια μάγισσα, που μαντεύει το μέλλον, και μια Mήδεια γυναίκα που βιώνει το ζοφερό παρόν), στο θέατρο ανεβαίνει ως μονόλογος με το χαρακτήρα να συγκρούεται ανάμεσα στις δύο προσωπικότητές του, με την ακρίβεια αλλά και την ελευθερία στη μουσικότητα που δίνει η παρτιτούρα. Η παράσταση χρησιμοποιεί ανατολίτικες τεχνικές και δίνει έμφαση στη σωματικότητα. Ανέβηκε στο θέατρο Φούρνος, στην Αθήνα, το 2018 (17 Ιανουαρίου – 16 Φεβρουαρίου) και έκτοτε ταξίδεψε σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Επίσης το έργο έχει εκδοθεί από τις εκδόσεις Sestina το 2016. Εχει μεταφραστεί και εκδοθεί στα γαλλικά μαζί με τα έργα Ιφιγένεια της Ευριπίδου και Νεροπομπή σε ενιαίο τόμο με τίτλο Mers du vent από τον εκδοτικό οίκο Les nouvelles Editions Place (2017).
Η Δέσποινα Σαραφείδου μίλησε στα «Νέα» για την παράσταση, την διεθνή περιοδεία, τη Μήδεια και την Κασσάνδρα.
Οι παραστάσεις που παρουσιάζονται εκτός συνόρων είναι οι ίδιες με αυτές που είδε το ελληνικό κοινό ή έχουν εξελιχτεί;
Κάθε παράσταση είναι κάτι ζωντανό, είναι ένα νέο κάθε φορά γεγονός. Και εξελίσσεται όσο εκτίθεται στο κοινό, δουλεύεται μαζί με τους θεατές. Πρόκειται για ασυνείδητες, αφανείς διεργασίες. Ανακαλύπτεις με έκπληξη καινούργια στοιχεία, μια άλλη απόχρωση, ακόμα κι ένα ημιτόνιο διαφορά που μπορεί να σου δώσει νέα κατεύθυνση. Είναι σημαντικός ο χρόνος που μεσολαβεί όταν ξαναπαίζεις την ίδια παράσταση μετά από καιρό, καθώς η ερμηνεία, αναπόφευκτα σχεδόν, κερδίζει σε βάθος – αυτό νομίζω το ξέρουν καλά οι ηθοποιοί που καλούνται να ερμηνεύσουν τον ίδιο ρόλο έπειτα από κάποιο διάστημα. Πολύ περισσότερο όταν δοκιμάζεσαι μπροστά σε θεατές από άλλο γλωσσικό/πολιτισμικό περιβάλλον και καλείσαι να αφαιρέσεις τα αυτονόητα, εφευρίσκοντας ξανά την πρώτη απορία του ρόλου. Έχω τη χαρά να παίζω τους δύο αυτούς μονόλογους σε πολλές χώρες, τη «Μήδεια» από το 2018 και την «Kassandra» από το 2011. Η σκηνοθεσία δεν αλλάζει, προσαρμόζεται όμως στον εκάστοτε χώρο, ενώ η ερμηνεία παραλλάσσει διαρκώς, ακόμα κι αν εμφορείται από την ίδια πρόθεση.
Πώς το κοινό ανταποκρίθηκε στον ελληνικό στίχο του κειμένου και γενικότερα στην ελληνικότητα της παράστασης, όσον αφορά τη «Μήδεια· μηδέν στο κόκκινο»; Και πώς στην «Kassandra» που παίζεται σε σπαστά αγγλικά;
Ο Βασίλιεφ γράφει κάπου πως είναι καλύτερα να μη γνωρίζεις τη γλώσσα του ηθοποιού ώστε να εστιάσεις στην ερμηνεία του. Σε αρκετά φεστιβάλ οι παραστάσεις παίζονται με υπέρτιτλους, σε άλλα χωρίς. Το κοινό σχεδόν πάντα ενημερώνεται από πριν για το θέμα του έργου, από εκεί και πέρα παρακολουθεί την ερμηνεία, την εκφορά και τη διακύμανση του λόγου. Στη «Μήδεια» οι θεατές ανταποκρίθηκαν θερμά στη μουσικότητα του στίχου και στην «ελληνικότητα» της ερμηνείας – εξίσου το άκουσα αυτό και για την «Kassandra», που η γλώσσα της είναι τα στοιχειώδη αγγλικά του μετανάστη, επομένως κατανοητή από την πλειονότητα του κοινού. Ως «ελληνικότητα» προσέλαβαν εδώ την ελευθερία στη διαχείριση των μεταπτώσεων, μια τόλμη ως προς τα όρια και την έκθεση – μακάρι να είναι αυτή η κληρονομιά της χώρας που τρώει τα παιδιά της…
Οι μύθοι αυτοί, της Μήδειας και της Κασσάνδρας, θεωρείτε πως είναι ένα παναθρώπινο θέμα τελικά;
Οι μύθοι της Μήδειας και της Κασσάνδρας δεν συναντιούνται σε άλλες μυθολογίες με όλη την ποικιλία των εκδοχών που διαμορφώθηκαν στην ελληνική. Ωστόσο, αποτελούν αρχετυπικές μορφές και αποτυπώνουν ουσιώδη ζητήματα με έντονη πολιτική διάσταση που μας απασχολούν και σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Στη Μήδεια συμπυκνώνονται η θέση της γυναίκας, η μητρότητα, ο εξοβελισμός του αλλότριου, η πτώση. Στην Κασσάνδρα αποκρυσταλλώνονται θέματα που αφορούν την ανεστιότητα, τον πόλεμο, τη μεταστροφή της μοίρας, το δώρο άδωρο της προφητείας –ένα χάρισμα που αποδεικνύεται άχρηστο βάρος–, τη διαφορετικότητα, την άδικη θανάτωση του αθώου.
Η έμπνευση για τα έργα πώς προέκυψε;
Για τη «Μήδεια· μηδέν στο κόκκινο», η Σοφία Διονυσοπούλου στο κείμενό της άντλησε από τις προευριπίδειες εκδοχές του μύθου. Εκεί, η Μήδεια, προκειμένου να σώσει τα παιδιά της, επιτελεί μια τελετουργική θυσία στην Ήρα, που θα τα καταστήσει αθάνατα. Την ενδιέφερε να καταπιαστεί στο σήμερα με το γυναικείο ζήτημα και με το ζήτημα της ετερότητας, τις διαδικασίες με τις οποίες ο ξένος καταλήγει να θεωρείται απειλή, καθώς η Μήδεια από λατρευτή βασίλισσα μετατρέπεται σε αποτρόπαιο μίασμα.
Ως προς την «Kassandra», ο Sergio Blanco μου «δώρισε» το 2008 αυτό το έργο μετά τη γνωριμία μας, έχοντας εμπνευστεί από την Αθήνα, από τη συνύπαρξη πολλαπλών στρωμάτων ιστορίας αλλά και διαφορετικών πολιτισμικών κοινοτήτων και γλωσσών στην πόλη. Και στο έργο αυτό πρωτεύοντα είναι τα ζητήματα της ταυτότητας και της ετερότητας.
Επιστρέφοντας από την διεθνή σας περιοδεία με την ομάδα «1+1=1», τι κρατάτε;
Κρατάω εικόνες από μέρη καινούργια, γωνιές στις πόλεις, τοπία. Ακούσματα από γλώσσες που δε γνωρίζω, τραγούδια, μυρωδιές και γεύσεις. Πρόβες στο παραπέντε, νύχτες μ’ ένα ποτό, καφέδες και τσιγάρα πριν ή μετά τις παραστάσεις. Κρατάω κουβέντες που έγιναν σε γλώσσες κοινές ή σε γλώσσες που δε μιλούσαμε, χειρονομίες. Κρατάω βλέμματα από κείνα που αναγνωρίζεις στον άλλο ότι ταιριάζουν τα χνώτα σας. Κρατάω με ευγνωμοσύνη το νοιάξιμο των ανθρώπων για τη δουλειά μου, τη βοήθεια που μου πρόσφεραν, τη γενναιοδωρία τους. Κρατάω τη μοιρασμένη χαρά, τη μοιρασμένη λύπη. Κρατάω τις φιλίες και τις συνεργασίες που γεννήθηκαν.
Ποιες ήταν οι πιο έντονες στιγμές σας από την παρουσίαση των έργων εκτός Ελλάδας;
Μένω σε δυο στιγμιότυπα, το ένα στην Αρμενία και το άλλο σε παλιότερο φεστιβάλ στην Τσεχία. Μετά την παρουσίαση της «Μήδειας», πρόσφατα στο Γερεβάν, μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας μού απευθύνεται βουρκωμένη σε άπταιστα ελληνικά. Βρεθήκαμε να μιλάμε για τον ξεριζωμό, οι γονείς της από τη Θεσσαλονίκη στο Γερεβάν, οι παππούδες μου από τον Πόντο και την Πόλη στην Ελλάδα. Στο Fringe της Πράγας, μετά την «Kassandra», μια Ρωσίδα μου λέει μέσω μεταφραστή «δεν ξέρω λέξη αγγλικά, αλλά τα κατάλαβα όλα, ήθελα να σ’ το πω». Ήταν δυο συγκινητικές συναντήσεις, και διαπιστώνω τώρα τον ρόλο της γλώσσας, στη μία περίπτωση η απρόσμενη κοινότητά της, στην άλλη η πλήρης απουσία της. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, η επείγουσα ανάγκη για επαφή έκανε την επικοινωνία μας πολύ άμεση, θερμή και ουσιαστική.
Νιώθετε πως αυτή η καλλιτεχνική εξωστρέφεια σας άφησε πράγματα;
Είναι μεγάλη τύχη να ταξιδεύεις σε νέους τόπους, να γνωρίζεις καλλιτέχνες με διαφορετικές καταβολές, να μιλάς και να ζεις μαζί τους, έστω για λίγο, να τους ξαναβρίσκεις αλλού, να παρακολουθείς τη δουλειά τους, να χτίζεις φιλίες. Δημιουργείται ένα δίκτυο που σε κρατάει σε εγρήγορση και νιώθεις να σε υποστηρίζει. Ωθείσαι έτσι να επαναδιαπραγματευτείς την αντίληψή σου για την τέχνη, για τη λειτουργία της, για τη ζωή την ίδια. Να αμφισβητήσεις παγιωμένες θέσεις, αλλά και να μοιραστείς τη λαχτάρα σου για το θέατρο. Στο Λουξεμβούργο ένας ηθοποιός από τον Νίγηρα μου είπε μιλώντας για τη ζωή του εκεί, έχουμε διαφορετικές προτεραιότητες, άλλα πράγματα μας καίνε. Είναι πολύτιμη αυτή η ανταλλαγή, όπως είναι πολύτιμη η επιβεβαίωση της κοινής μας ανάγκης για παρηγοριά από την τέχνη. Σπάει το κουκούλι της γλώσσας, εκλείπει η ασφάλεια της οικείας κουλτούρας, εκτίθεσαι πιο ριψοκίνδυνα, κρίνεις με άλλη ματιά τον εαυτό σου, ανοίγεσαι, εμπνέεσαι, ελευθερώνεσαι.