Tο καταστροφικό της έργο συνεχίζει από το απόγευμα της Πέμπτης η πυρκαγιά που ξέσπασε στην περιοχή του φράγματος της Λύρας Σουφλίου, στον Έβρο, και επεκτάθηκε σε έκταση τουλάχιστον δέκα χιλιομέτρων, καίγοντας ένα μοναδικής ομορφιάς και υψηλής σημασίας για πουλιά τοπίο στο Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς.
Το πρωί της Παρασκευής, έγινε γνωστό ότι η εικόνα από τα μέτωπα είναι καλύτερη και εκφράζεται συγκρατημένη αισιοδοξία. Ωστόσο, οι πυροσβεστικές δυνάμεις συνεχίζουν να γίνουν «μάχη» με τις φλόγες, καθώς η φωτιά παραμένει σε εξέλιξη σύμφωνα με την πυροσβεστική, η οποία επισημαίνει ότι το έργο της δυσχεραίνει η μορφολογία του εδάφους και η καύσιμη ύλη στην ήδη καμένα έκταση.
Εμπόδιο στέκονται και σε αυτό οι αναζωπυρώσεις, που ευνοούνται από τους χαμηλής έντασης ανέμους, οι οποίοι πνέουν στην περιοχή. Σύμφωνα με τον δήμαρχο Σουφλίου, Παναγιώτη Καλακίκο, από την πρώτη στιγμή εκδήλωσης της πυρκαγιάς η προσπάθεια της κατάσβεσης επικεντρώνεται στην αποτροπή προσέγγισης της πυρκαγιάς σε κατοικημένες περιοχές, οι οποίες μέχρι στιγμής δεν έχουν απειληθεί.
Οι δυνάμεις που επιχειρούν ενισχύθηκαν με τους πυροσβέστες να φτάνουν τους 291, με 65 οχήματα και 9 ομάδες πεζοπόρων τμημάτων. Από αέρος ρίψεις νερού πραγματοποιούν τέσσερα αεροσκάφη και τρία ελικόπτερα. Συνδρομή παρέχουν μηχανήματα έργου του στρατού και υδροφόρες ΟΤΑ.
Το δίκτυο «Natura 2000»
Οι εστίες είναι πολλές και βρίσκονται μέσα στο Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς, (σ.σ. δεν έχει επεκταθεί στην αυστηρά προστατευόμενη ζώνη) που είναι η μεγαλύτερη περιοχή «Natura 2000» στην Ελλάδα, μια από τις σημαντικότερες προστατευόμενες περιοχές σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και μία από τις πρώτες περιοχές στην Ελλάδα που τέθηκαν σε καθεστώς προστασίας, καθώς εκεί συμβιώνουν και ευδοκιμούν συγκεντρωμένα πολλά είδη της χλωρίδας και της πανίδας της Βαλκανικής χερσονήσου, της Ευρώπης και της Ασίας.
Σημειώνεται πως το δίκτυο Natura 2000 αποτελεί από το 1992 το βασικό εργαλείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Πρόκειται για το μεγαλύτερο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών στον κόσμο, που θεσπίστηκε βάσει δύο ευρωπαϊκών οδηγιών της ΕΕ για τη φύση:
- την Οδηγία για τους οικοτόπους (92/43/EΟK) και
- την Οδηγία για τα άγρια πτηνά (2009/147/EK, πρώην 79/409/EK)
Στην Ελλάδα, το δίκτυο «Natura 2000» αποτελείται από 446 περιοχές, οι οποίες καλύπτουν περίπου το 28% της χερσαίας και το 20% της θαλάσσιας έκτασης της χώρας και υπάγονται στις 24 Μονάδες Διαχείρισης του ΟΦΥΠΕΚΑ.
Η σημασία του Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς
Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου βρίσκεται στο μέσο του νομού Έβρου σε έκταση 428.000 στρ, από τα οποία τα 72.900 στρ. είναι αυστηρά προστατευόμενη ζώνη. Κατέχει ξεχωριστή γεωγραφική θέση σε διεθνές επίπεδο, καθώς βρίσκεται στο σταυροδρόμι μεταξύ Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής και κοντά στον ανατολικότερο μεταναστευτικό διάδρομο πολλών ειδών πουλιών.
Στην περιοχή έχουν καταγραφεί συνολικά 360-400 είδη φυτών, από τα οποία 25 είδη είναι ορχιδέες, 104 είδη πεταλούδων, 12-13 είδη αμφιβίων, 29 είδη ερπετών και 60-65 είδη θηλαστικών, εκ των οποίων 24 είναι νυχτερίδες.
Επιπλέον, τα ιδιαίτερης αισθητικής τοπία με βραχώδεις σχηματισμούς, ρυάκια και ποτάμια, τα ενδημικά φυτά και τα σημεία γεωλογικού ενδιαφέροντος της περιοχής είναι υψηλής οικολογικής αξίας.
Η οικολογική αξία του Δάσους Δαδιάς επισημάνθηκε το 1970 από Ευρωπαίους επιστήμονες, το 1980 η περιοχή ανακηρύχτηκε προστατευόμενη και από το 2006 έχει χαρακτηριστεί ως Εθνικό Πάρκο. Πλέον, αποτελεί ένα από τα λίγα καταφύγια σπάνιων αρπακτικών πουλιών σε όλη την Ευρώπη, ενώ εδώ συναντάται ο μοναδικός αναπαραγόμενος πληθυσμός Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια.
Όπως επισημαίνει η ιστοσελίδα naturagraeca.com, η βλάστηση στην περιοχή παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία κάτι που οφείλεται στα διαφορετικά γεωστρώματα, στον συνδυασμό μεσογειακού και ηπειρωτικού κλίματος, στη γειτνίαση με την Ασία και στην ποικιλία των οικοσυστημάτων. Το κυριότερο δασικό είδος είναι η τραχεία πεύκη που ακολουθείται από λίγα μαυρόπευκα, τσερνοβελανιδιές, πλατύφυλλες βελανιδιές, πουρνάρια, αγριόκεδρα, σφενδάμια, γάβρους, σκλήθρα, οστρυές, κουμαριές, φράξους, πλατάνια, λεύκες, ιτιές, φιλίκια, κ.ά.
Η πλούσια βλάστηση
Εδώ έχουν καταγραφεί κοντά στα 400 είδη φυτών από τα οποία ξεχωρίζουν τα ενδημικά της ευρύτερης περιοχής Minuartia greuteriana, Onosma kittanae, Viola serresiana και η ιτιά της Ξάνθης Salix xanthicola.
Σημαντικά είδη είναι η παιώνια Paeonia peregrina, η αγριομηλιά Malus trilobata, η φριτιλάρια Fritillaria pontica, το Verbascum adrianopolitanum, η Tetraena alba, η λαδανιά Cistus laurifolius, η Comandra umbellata subsp elegans, η νεραγκούλα Ranunculus constantinopolitanus, τα βαλσαμόχορτα Hypericum cerastioides και Hypericum athoum και η Stellaria holostea. Άλλα ενδιαφέροντα είδη είναι οι κενταύριες Centaurea napulifera subsp tuberosa και Centaurea cyanus, η Aristolochia rotunda subsp rotunda, η αγριοτριανταφυλλιά Rosa pendulina, η Euphorbia seguieriana subsp niciciana, το γεράνι Geranium sanguineum, οι κρόκοι Crocus chrysanthus και Crocus pulchellus, η Globularia bisnagarica, οι ίριδες Iris sintenisii subsp sintenisii και Iris reichenbachii, η Knautia orientalis, το Laser trilobum, το Oenanthe pimpinelloides subsp pimpinelloides, η καμπανούλα Campanula persicifolia, η Moenchia mantica, το αγριογαρύφαλλο Dianthus cruentus, το Arum elongatum subsp elongatum, το Alyssum chalcidicum, η Ajuga laxmannii, ο Astragalus glycyphyllos, η VIola kitaibeliana, το Verbascum xanthophoeniceum και η Veronica jacquinii.
Είναι σημαντικό ότι λίγο έξω από τα όρια του Πάρκου υπάρχουν μικροί πληθυσμοί από την σπάνια και πανέμορφη ορχιδεά Orchis punctulata, ενώ εδώ βγαίνουν 25 είδη από ορχιδέες με πιο σημαντικές τις Cephalanthera epipactoides, Cephalanthera rubra, Cephalanthera longifolia, Epipactis atrorubens, Himantoglossum jankae, Neottia nidus-avis, Platanthera chlorantha, Anacamptis laxiflora, Neotinea ustulata, Orchis purpurea και Orchis provincialis. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η παρουσία ενός απολιθωμένου δάσους κοντά στη Λευκίμμη με αξιόλογα, σχεδόν τέλεια διατηρημένα, ευρήματα που φτάνουν σε ηλικία τα 40.000.000 έτη.
Η ορνιθοπανίδα
Το Δάσος της Δαδιάς είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την ορνιθοπανίδα, που περιλαμβάνει περίπου 220 είδη, καθώς βρίσκεται πάνω στον μεγάλο ανατολικό μεταναστευτικό διάδρομο. Είναι εντυπωσιακό ότι από τα 38 είδη αρπακτικών που εμφανίζονται σε όλη την Ευρώπη, εδώ ζούνε τα 36 είδη.
Στην κορυφή βρίσκονται ο μαυρόγυπας, που εδώ διατηρεί τον τελευταίο αναπαραγόμενο πληθυσμό της νοτιοανατολικής Ευρώπης και ο ασπροπάρης που βλέπει τους πληθυσμούς του να μειώνονται απελπιστικά κάθε χρόνο. Ακολουθούν τα κοπάδια των όρνεων και πολλά ακόμα αρπακτικά, όπως ο χρυσαετός, ο βασιλαετός, ο γερακαετός, ο κραυγαετός, ο στικταετός, ο φιδαετός, το διπλοσάινο, το σαΐνι, το ξεφτέρι, η γερακίνα, ο σφηκιάρης, ο ψαλιδιάρης, ο τσίφτης, η αετογερακίνα, ο πετρίτης, το χρυσογέρακο και το δεντρογέρακο.
Άλλα είδη της Δαδιάς είναι ο μπούφος, η τυτώ, ο νανόμπουφος, η καμπίσια πέρδικα, ο μαυροπελαργός, η φάσσα, το φασσοπερίστερο, το τρυγόνι, το γυδοβίζι, ο μελισσοφάγος, η χαλκοκουρούνα, ο τσαλαπετεινός, ο συκοφάγος, ο πράσινος δρυοκολάπτης, ο μαύρος δρυοκολάπτης, η δεντροσταρήθρα, ο νεροκότσυφας, ο σπάνιος παρδαλοκεφαλάς, η λιοστριτσίδα, το αηδόνι, ο μελωδοτσιροβάκος, ο δεντροτσοπανάκος, ο δεντροβάτης, η κίσσα, ο κόρακας, ο χειμωνόσπινος, το σκαρθάκι, ο σταυρομύτης, ο πύρρουλας, το χρυσοτσίχλονο και το βουνοτσίχλονο.
Στο δάσος έχουν καταγραφεί 13 είδη αμφιβίων από τα οποία ξεχωρίζουν η σαλαμάνδρα, ο κοινός τρίτωνας, ο ανατολικός χτενοτρίτωνας, η σπάνια κοκκινομπομπίνα, ο φρύνος, ο δεντροβάτραχος, ο λιμνοβάτραχος και ο σβελτoβάτραχος. Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει 29 είδη με σημαντικότερα την μεσογειακή χελώνα, την γραικοχελώνα, τον τυφλίτη, την πρασινόσαυρα, την σπάνια ποντιακή σαύρα, τον οφίσοπα, την τοιχόσαυρα, την σαύρα του Ταύρου, τον τυφλίνο, τον έρυκα, τον στεφανοφόρο, τον έφιο, τον σπάνιο κεχρίτη, την σαΐτα, το νερόφιδο, τον λαφιάτη του Ασκληπιού, την οχιά και την οθωμανική οχιά. Η πανίδα των θηλαστικών είναι μοναδική, καθώς περιλαμβάνει περίπου 50 είδη. Στο δάσος ζούνε αγέλες λύκων και λίγα ζαρκάδια ενώ κοντά στον Έβρο υπάρχουν τσακάλια. Σπάνια θηλαστικά που δεν απαντώνται σε πολλές περιοχές της χώρας μας είναι το βρωμοκούναβο (Mustela putorius) και η στικτοϊκτίδα (Vormela peregusna).
Άλλα είδη είναι η αγριόγατα, η βίδρα, η αλεπού, ο σκαντζόχοιρος, ο σκίουρος, η νυφίτσα, το δεντροκούναβο, ο ασβός, ο αγριόχοιρος, ο δασομυωξός, ο δεντρομυωξός και ο νανοποντικός. Εντυπωσιακός είναι ο αριθμός των νυχτερίδων που φτάνει τα 24 είδη από τα οποία σημαντικότερα είναι η μυωτίδα του Ντώμπεντον (Myotis daubentonii), ο ρινόλοφος του Μέχελυ (Rhinolophus mehelyi) και ο μεγάλος νυχτοβάτης (Nyctalus lasiopterus).
Στα ρέματα της περιοχής ζούνε και πολλά ενδιαφέροντα είδη της ιχθυοπανίδας, όπως το χέλι (Anguilla anguilla), ο βουλγαρογωβιός (Gobius bulgaricus), η θρακική μπριάνα (Barbus cyclolepis), το ευρωπαϊκό σίρκο (Alburnus alburnus), το τσιρώνι (Rutilus rutilus), η θρακοβελονίτσα (Cobitis strumicae), η στικτοβελονίτσα (Cobitis puncticulata) και ο τουρνάς (Esox lucius). Τέλος ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα πολλά είδη πεταλούδων που ζούνε στην περιοχή με σημαντικότερες την Lycaena ottomana, την Agrodiaetus admetus, την Hipparchia fagi, την Satyrium acaciae και την Pseudophilotes vicrama.