Μελέτη σε 100.0000 άτομα που έμειναν υπό παρακολούθηση για πάνω από 30 χρόνια επιβεβαιώνει τις συστάσεις της αμερικανικής κυβέρνησης για τη σωματική άσκηση, δείχνει όμως ότι όσοι υπερβαίνουν τις συστάσεις αυτές κερδίζουν επιπλέον όφελος, τουλάχιστον μέχρις ενός ορίου.
Όσοι υπερβαίνουν τα συνιστώμενα επίπεδα έντονης άσκησης κατά δύο με τέσσερις φορές αντιμετωπίζουν 21-23% μικρότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου σε σχέση με όσους ασκούνται λίγο ή καθόλου, δείχνει η μελέτη που δημοσιεύεται στο Circulation, επιθεώρηση της Αμερικανικής Εταιρείας Καρδιολογίας.
Όσοι πάλι υπερβαίνουν τις συστάσεις για την ήπια έως μέτρια άσκηση κατά δύο έως τέσσερις φορές έχουν ακόμα μεγαλύτερο όφελος, καθώς η μείωση του κινδύνου φτάνει το 25-31%.
Οι συστάσεις που εξέδωσε το 2018 το αμερικανικό υπουργείο Υγείας και Ανθρώπινων Υπηρεσιών προβλέπουν τουλάχιστον 150-300 λεπτά ελαφράς ή ήπιας άσκησης ανά εβδομάδα ή 75-100 λεπτά έντονης άσκησης, ή έναν ισοδύναμο συνδυασμό αυτών των δύο, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.
Παρόλα αυτά, αρκετές προηγούμενες έρευνες υποδεικνύουν ότι η πολύωρη σωματική δραστηριότητα, όπως για παράδειγμα ο μαραθώνιος, ίσως επιβαρύνουν το καρδιαγγειακό σύστημα.
«Τα δυνητικά οφέλη της φυσικής άσκησης είναι μεγάλα, ωστόσο παραμένει ασαφές αν τα υψηλά επίπεδα άσκησης, πάνω από τα συνιστώμενα επίπεδα, προσφέρει επιπλέον όφελος ή αν αντίθετα σχετίζεται με επιβλαβείς επιδράσεις για την καρδιαγγειακή υγεία» δήλωσε ο Ντονγικ Χουν Λι του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, επικεφαλής της μελέτης.
Για να δώσει την απάντηση, η μεγάλη ερευνητική ομάδα εξέτασε δεδομένα για περισσότερους από 100.000 εργαζομένους του αμερικανικού συστήματος υγείας που παρακολουθούνται από το 1998 στο πλαίσιο δύο άλλων, ευρύτερων μελετών.
Όλοι οι συμμετέχοντες καλούνται ανά διετία να συμπληρώνουν ερωτηματολόγιο για τα επίπεδα φυσικής άσκησης και την κατάσταση της υγείας τους.
Ως «ήπια ή μέτρια άσκηση» ορίζονται δραστηριότητες όπως το περπάτημα, τα βάρη και η καλλισθενική γυμναστική, ενώ ως «έντονη άσκηση» περιλαμβάνει δραστηριότητες όπως το τζόκινγκ, το τρέξιμο, η κολύμβηση, η ποδηλασία και άλλες μορφές αεροβικής άσκησης.
Η ανάλυση έδειξε:
- Οι συμμετέχοντες που ακολουθούν τις συστάσεις για την έντονη σωματική άσκηση είχαν 31% μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν από καρδιαγγειακά νοσήματα και 19% μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν από οποιοδήποτε αίτιο στο διάστημα της μελέτης.
- Οι συμμετέχοντες που ακολουθούν τις συστάσεις για τη μέτρια άσκηση είχαν 22-25% μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν από καρδιαγγειακά νοσήματα και 20-21% μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν από οποιοδήποτε αίτιο στο διάστημα της μελέτης.
- Όσοι ακολουθούν πρόγραμμα έντονης άσκησης για διπλάσιο έως τετραπλάσιο χρόνο από ό,τι λένε οι συστάσεις, δηλαδή 150-300 λεπτά ανά εβδομάδα, είχαν αυξημένο όφελος: μείωση κατά 22-25% του κινδύνου θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια και μείωση κατά 21-23% του κινδύνου θανάτου από οποιοδήποτε αίτιο.
- Όσοι υπερβαίνουν τις συστάσεις για την ήπια άσκηση κατά δύο έως τέσσερις φορές, δηλαδή για 300-600 λεπτά την εβδομάδα, ήταν 28-38% λιγότερο πιθανό να χάσουν τη ζωή τους από καρδιαγγειακά αίτια και 26-31% λιγότερο πιθανό να πεθάνουν από οποιοδήποτε αίτιο.
Επιπλέον, καμία επιβάρυνση του καρδιαγγειακού συστήματος δεν καταγράφηκε μεταξύ όσων υπερβαίνουν τις συστάσεις κατά περισσότερο από τέσσερις φορές.
Και το εύρημα αυτό δείχνει να διαψεύδει προηγούμενες μελέτες που έδειχναν ότι η πολύωρη άσκηση αντοχής ίσως σχετίζεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, μεταξύ άλλων λόγω καρδιακής ίνωσης, απασβέστωσης των στεφανιαίων αγγείων και αιφνίδιου καρδιακού θανάτου.
«Τα ευρήματα ίσως καθησυχάσουν τις ανησυχίες για τις δυνητικές αρνητικές επιδράσεις των υψηλών επιπέδων άσκησης» επισήμανε ο δρ Λι.
Παρόλα αυτά, όμως, η υπέρβαση των επίσημων συστάσεων κατά περισσότερο από τέσσερις φορές δεν βρέθηκε να προσφέρει επιπλέον όφελος. Με άλλα λόγια, η υπερβολή δεν φαίνεται να βλάπτει, ούτε όμως και να ωφελεί.
«Τα ευρήματά μας στηρίζουν τις εθνικές κατευθυντήριες γραμμές για τη φυσική άσκηση και επιπλέον επιδεικνύουν ότι τα μέγιστα οφέλη μπορούν να επιτευχθούν με μέτρια έως υψηλά επίπεδα είτε μέτριας είτε έντονης άσκησης ή ενός συνδυασμού αυτών των δύο» συνόψισε ο δρ Λι.
Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από τα αμερικανικά Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH).