Είχε πάθος με την δημοσιογραφία ο Σταύρος Ψυχάρης, ήταν πραγματικός ρεπόρτερ, ίσως ο καλύτερος της εποχής του. Ήταν από τους λίγους που σήκωνε το τηλέφωνο και μιλούσε κατευθείαν με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Γεώργιο Ράλλη, τον Ευάγγελο Αβέρωφ, τον Αντώνη Σαμαρά, τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο.
Η ιστορία που θα σας διηγηθώ συνέβη στην Κύπρο σε μια από τις δύσκολες δημοσιογραφικές αποστολές που ανελάμβανε.
Ο Ψυχάρης πήγε τότε στην Κύπρο για να πάρει συνέντευξη από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, μετά την τουρκική εισβολή. Δεν ήταν καθόλου τότε εύκολη μια συνέντευξη με τον Μακάριο.
Ο Ψυχάρης το είχε καταφέρει. Λίγο πριν αναχωρήσει για τη Λευκωσία, με ενημέρωσε ότι θα μου τηλεφωνήσει μια ορισμένη ώρα να μου υπαγορεύσει τη συνέντευξη. Δεν υπήρχαν τότε, βλέπετε, ούτε emails, ούτε ιντερνέτ, ούτε κινητά, ούτε τίποτα. Οι ειδήσεις των απεσταλμένων δημοσιογράφων δίνονταν τηλεφωνικά με εκείνα τα απαρχαιωμένα μαγνητικά μαύρα τηλέφωνα που για να ακούσεις έπρεπε να πάρεις το… μηδέν. Η υπαγόρευση εξάλλου ήταν μια δύσκολη διαδικασία.
Όντως αρχίζει και μου υπαγορεύει από τη Λευκωσία όπου βρισκόταν, στα γραφεία του «Βήματος», στη Χρήστου Λαδά, τηλεφωνικά την συνέντευξη Μακαρίου, αλλά με δόσεις, λόγω του ότι το τηλέφωνο ήταν παλιάς, όπως σας είπα, τεχνολογίας και συχνά κοβόταν η γραμμή.
Ήταν όντως μια εκπληκτική συνέντευξη, αλλά περίμενα και το τέλος. Ήθελα να δω πώς κλείνει μία τέτοια σπουδαία συνέντευξη Στο μεταξύ ελάχιστες ημέρες αργότερα ο Μακάριος πεθαίνει.
Ο Ψυχάρης δεν είχε επιστρέψει από την Κύπρο και την Παρασκευή κτυπά πάλι το τηλέφωνο: «Συμπλήρωσε, αυτά που θα σου πω και βάλτ’τα στο τέλος της συνέντευξης», μου είπε βιαστικά.
Και με ήρεμη φωνή άρχισε να μου υπαγορεύει τα τελευταία λόγια του Μακαρίου: «Και όταν αποφασίσω να πεθάνω, χίλιοι Μακάριοι θα συνεχίσουν τον αγώνα».
Ανατρίχιασα. «Αυτός είναι ο τίτλος της συνέντευξης», μου λέει, «κατάλαβες;». Δεν είχα συνέλθει από το σοκ. Η δημοσιογραφική επιτυχία του Ψυχάρη ήταν τεράστια.
Αλλά αυθόρμητα των ρωτάω: «Το είπε όντως αυτό ο Μακάριος;» Και με σταθερή φωνή μου απαντά «ναι το είπε, και ποιος θα το διαψεύσει». Όντως η φράση αυτή έγινε τίτλος.
Μου είπαν αργότερα ότι είναι γραμμένη στον τάφο στο μνημείο του Μακαρίου, έχει γίνει διάσημη, μέχρι και σε κουτί σπίρτα τη βρήκα.