Σε θρυαλλίδα εξελίξεων επιχειρεί να μετατρέψει τη Θράκη και δη τη μουσουλμανική μειονότητα, η Τουρκία, στο πλαίσιο της ρητορικής της απέναντι στην Ελλάδα.
Σε μία περίοδο που οι προκλήσεις επί του πεδίου μέσω της αμφισβήτησης των συνόρων, της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας απαγορεύονται από το ΝΑΤΟ, διά ροπάλου καθώς παραπέμπουν απευθείας σε ταύτιση με την πολιτική αναθεωρητισμού του Πούτιν στην Ουκρανία, ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναζητά διεξόδους σε προκλήσεις που θα τον κρατήσουν κάτω από το «ραντάρ της Συμμαχίας».
Και δεν θα τον φέρουν σε θέση κατηγορούμενου, ενώ επιχειρεί να εμφανιστεί ως θύμα. Όσο φυσικά μένουν εντός συγκεκριμένων ορίων.
Το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης αποτελούσε και αποτελεί ένα από τα θέματα που έχουν πάγια θέση στην ατζέντα της τουρκικής καταγγελτικής ρητορικής απέναντι στην Ελλάδα.
Και κυρίως της προσπάθειας να παρουσιαστεί η Αθήνα ως η πλευρά που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και καταδικάζεται για ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Το ζήτημα ανασύρεται ως απάντηση όταν η Άγκυρα κατηγορείται για αυταρχισμό και καταπάτηση ελευθεριών, αλλά και όταν η Τουρκία δέχεται κριτική για την πολιτική απειλών και προκλήσεων και αναζητά άλλοθι.
Με την Άγκυρα να κάνει λόγο «για τουρκική μειονότητα», επιχειρώντας να της δώσει εθνικά χαρακτηριστικά, με στόχο την πολιτική της αξιοποίηση.
Στην επικαιρότητα λόγω μειονοτικών σχολείων
Το θέμα ήρθε για μία ακόμα φορά στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα με την ανακοίνωση της αναστολής λειτουργίας σειράς σχολείων στην ελληνική επικράτεια, λόγω έλλειψης μαθητών, μεταξύ αυτών και μειονοτικών σχολείων. Με την Άγκυρα να αντιδρά και τα υπουργεία Εξωτερικών να ανταλλάσσουν κατά το σύνηθες ανακοινώσεις καταγγελίας. Ακολούθησε η νομοθετική ρύθμιση για τις Μουφτείες στη Βουλή των Ελλήνων, με την Τουρκία να αναζητά για μία ακόμα φορά ευκαιρία για να επιτεθεί στην Ελλάδα.
Το θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης επιχειρείται να κρατηθεί στην ατζέντα στην παρούσα φάση και μέσω των ΜΜΕ, που βλέπουν ιδανική ευκαιρία αξιοποίησης και μέσω της υπόθεσης των υποκλοπών, αποδεικνύοντας ότι οι χειρισμοί στο εν λόγω θέμα επιβάλλονται λεπτοί και απόλυτα ψύχραιμοι χειρισμοί.
«Η Θράκη θα γίνει Παλαιστίνη»…
Ενδεικτικό της εργαλειοποίησης και της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης που επιχειρείται από την Άγκυρα και οι αναφορές του αντιναυάρχου ε.α. Τζιχάτ Γιαϊτζί, ο οποίος δήλωσε στην εθνικιστική τουρκική εφημερίδα Σοζτζού ότι η «Δυτική Θράκη πρόκειται να γίνει Παλαιστίνη».
Υποστήριξε δε ότι η καταπίεση κατά της «τουρκικής μειονότητας», όπως αποκάλεσε την μουσουλμανική κοινότητα, που ζει στη «Δυτική Θράκη» αυξάνεται και ότι οι μουφτήδες και οι ιμάμηδες που διευθύνουν τις προσευχές της Παρασκευής και τις νεκρικές προσευχές καταδικάζονται σε φυλάκιση.
Κατά τον Γιαϊτζί «οι “Τούρκοι” μαθητές αναγκάζονται να διδάσκονται μαθήματα θρησκευτικών στα ελληνικά και Κοράνι από Έλληνες καθηγητές».
Με τη ρητορική του να εξελίσσεται επικίνδυνα ο Γιαϊτζί ισχυρίστηκε ότι «το κράτος της Δημοκρατίας της Τουρκίας θα πρέπει να αντιδράσει στα προβλήματα και την καταπίεση των “Τούρκων”
της “Δυτικής Θράκης” τουλάχιστον όσο και για την Παλαιστίνη και να θέσει αυτά τα ζητήματα έντονα, συχνά και ακούραστα σε όλες τις πλατφόρμες ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Οι δηλώσεις Αθανασίου και οι εξηγήσεις
Της συνέντευξης Γιαϊτζί είχαν προηγηθεί και δημοσιεύματα από τις εφημερίδες Σαμπάχ και Γενί Ακίτ. Που επιχειρούσαν να αξιοποιήσουν τις δηλώσεις του αντιπροέδροου της Βουλής, Χαράλαμπου Αθανασίου, με αιχμή την υπόθεση των υποκλοπών, που προκάλεσαν σωρεία αντιδράσεων στον πολιτικό κόσμο στην Ελλάδα και τον υποχρέωσαν σε διευκρινήσεις, καθώς χαρακτηρίστηκαν επικίνδυνες.
Πιο συγκεκριμένα ο κ. Αθανασίου είχε αναφέρει στις 11 Αυγούστου: «Ας υποθέσουμε ότι ένας βουλευτής έχει θρησκευτικό προσανατολισμό εντελώς διαφορετικό από τους ορθόδοξους. Ας πούμε ένας μουσουλμάνος βουλευτής της Βορείου Ελλάδος -δεν λέμε ότι υπάρχει καμία αιχμή- προς Θεού. Αν υποθέσουμε ότι δίνει κάποια πληροφορία στην γείτονα χώρα, από πού θα μπουν οι μετανάστες κλπ. Γιατί δεν πρέπει να ελεγχθεί; Εδώ προέχει η Εθνική Ασφάλεια».
Και πρόσθεσε: «Αν τηρείται η διαδικασία που ο νομοθέτης προβλέπει βεβαίως και σας αναφέρω μάλιστα. Σας αναφέρω μάλιστα επειδή το έχω σημειώσει, την περίμενα αυτή την ερώτηση, σας διαβάζω τι λέει ο εφαρμοστικός, ο εκτελεστικός νόμος του Συντάγματος, τι λέει το Σύνταγμά μας στο άρθρο 19. Λέει επί λέξει: Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφαλείας», απαντώντας στην ευθεία ερώτηση δημοσιογράφου αν μπορούν να παρακολουθούνται μέλη του Κοινοβουλίου.
Ο κ. Αθανασίου επανήλθε μετά τις σφοδρές αντιδράσεις που ξέσπασαν από τα όσα είπε λέγοντας ότι «ουδέποτε αμφισβήτησα τον πατριωτισμό των συναδέλφων μου βουλευτών ανεξαρτήτως θρησκεύματος».
«Βαθύ κράτος»
H Σαμπάχ, έκανε λόγο για «δήλωση – σκάνδαλο από Έλληνα βουλευτή», στις 13 Αυγούστου.
Ανέφερε δε στο ρεπορτάζ της ότι: «με μια σκανδαλώδη δήλωσή του, ο Χαράλαμπος Αθανασίου, βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος της Νέας Δημοκρατίας στην Ελλάδα και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, υποστήριξε ότι ‘Τούρκοι αξιωματούχοι’ από τη ‘Δυτική Θράκη’ στη χώρα «μπορούν να παρακολουθούνται, εάν είναι απαραίτητο για λόγους εθνικής ασφάλειας».
»Τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντέδρασαν στη δήλωση. Είχε αποκαλυφθεί ότι η Ελληνική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είχε παρακολουθήσει βουλευτές και δημοσιογράφους. Ανακοινώθηκε ότι και η Ευρωπαϊκή Ένωση περιμένει απάντηση από την κυβέρνηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη».
Την ίδια μέρα, η Γενί Ακίτ, επίσης φιλοκυβερνητική εφημερίδα, είχε τίτλο σε δημοσίευμα της: «Σκάνδαλο υποκλοπών: έδειξε την επιρροή του βαθέως κράτους στην Ελλάδα».
Η εφημερίδα φρόντισε να επισημάνει και δήλωση του βουλευτή του ΑΚΡ Χασάν Τουράν, στην οποία ανέφερε ότι: «Το σκάνδαλο των υποκλοπών στην Ελλάδα, μια από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δείχνει ότι οι χώρες της ΕΕ έχουν διπλά πρότυπα όσον αφορά τη «δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες».
«Παρακολουθούμε» συνέχισε «με θλίψη ότι έχει γίνει χαρακτηριστικό της ΕΕ, όπου υπάρχει πληθώρα σκανδάλων υποκλοπών και φακελώματος, ανελέητες πιέσεις κατά των μεταναστών και αντιμετώπισή τους ως άτομα τρίτης κατηγορίας.
»Είναι σαφές ότι πίσω από το σκηνικό του σκανδάλου των υποκλοπών κρύβεται μια ιδεολογία περιθωριοποίησης, διακρίσεων και ακραίου εθνικισμού. Το σκάνδαλο των υποκλοπών δείχνει ότι όλες οι αξίες για τις οποίες μιλούν οι Δυτικοί είναι μόνο για τον εαυτό τους… Αν δεν αλλάξει αυτή η αντίληψη, δεν μπορεί να επιτευχθεί πραγματική ειρήνη, δικαιοσύνη και ηρεμία».
Στο ίδιο δημοσίευμα σημειώνονται και δηλώσεις του προέδρου της ονομαζόμενης «Ομοσπονδίας Τούρκων Δυτικής Θράκης Ευρώπης» Χαλίτ Χαμπίπογλου, ο οποίος υποστηρίζει ότι «γνωρίζουμε ότι το βαθύ κράτος αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στον εκδημοκρατισμό.
»Διότι ενώ στις πραγματικές δημοκρατίες οι εθνικές μειονότητες γίνονται αποδεκτές ως πλούτος μέσα σε μια πολυπολιτισμική και πολύγλωσση δομή, στη χώρα μας το θέμα των εθνικών μειονοτήτων και της “τουρκικής κοινότητας” στη “Δυτική Θράκη” αποτελεί ταμπού και αντιμετωπίζεται ως απειλή για την εθνική ασφάλεια και τη δημόσια τάξη».
«Εσωτερικός εχθρός»
Ενδεικτικό ότι το θέμα θα συνεχίσει να αξιοποιείται το γεγονός ότι η Γενί Ακίτ επανήλθε και στις 15 Αυγούστου στο θέμα, σε νέο ρεπορτάζ με τίτλο «η Αθήνα βλέπει τους “Τούρκους” της “Δυτικής Θράκης” ως “εσωτερικό εχθρό”».
Μιλώντας στην εφημερίδα ο πρόεδρος της αποκαλούμενης «Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης» Οζάν Αχμέτογλου δήλωσε ότι «η Μουσουλμανική “Τουρκική Κοινότητα” της “Δυτικής Θράκης” ανακηρύχθηκε για άλλη μια φορά “εσωτερικός εχθρός”». Ο Αχμέτογλου υποστήριξε ότι ο Χαράλαμπος Αθανασίου χρησιμοποίησε τους βουλευτές της μειονότητας για να «δικαιολογήσει και να νομιμοποιήσει τις υποκλοπές» μη διστάζοντας να «παρουσιάσει και την “Τουρκική Κοινότητα της Δυτικής Θράκης” ως “εν δυνάμει εχθρό” και να την διαφοροποιήσει».
Ισχυρίστηκε δε ότι οι δηλώσεις Αθανασίου «μπορούν να εκληφθούν ως “ομολογία” κατά μία έννοια».
Στο ίδιο ρεπορτάζ ο Τζιχάτ Γιαϊτζί υποστηρίζει ότι «η Ελλάδα είναι μια δομή που βασίζεται στην παρανομία και την ασέβεια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την ιστορική και κρατική βάση της. Το πρόσφατο σκάνδαλο υποκλοπών αποκάλυψε επίσης πόσο δεσποτικό και διαστρεβλωμένο είναι το κρατικό σύστημα στον πυρήνα του ελληνικού κράτους».
Κάλεσε δε την Τουρκία να δηλώνει «συχνά και αποτελεσματικά ότι είναι προστάτης και εγγυητής των δικαιωμάτων των “Τούρκων” της “Δυτικής Θράκης” λόγω της εξουσίας της που απορρέει από τις διεθνείς συνθήκες. Τώρα τα μαχαίρι έχει φτάσει στο κόκκαλο».
Η διαρκής «απειλή»
Αξίζει να σημειωθεί ότι ακραία σενάρια αναφέρονται κατά καιρούς σε εργαλειοποίηση της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης από την Άγκυρα, μέσω και του ρόλου του εκεί τουρκικού προξενείου, με στόχο όπως έχει υποστηριχθεί την αποσταθεροποίηση της περιοχής. Σενάρια τα οποία είχαν ενταθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και επανήλθαν με αφορμή την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, χωρίς να έχουν κάποια βάση.
Με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι σε ένα ακραίο ενδεχόμενο ο Ερντογάν θα μπορούσε να κινηθεί στα πρότυπα του Πούτιν στην Ουκρανία επικαλούμενος για την πρόκληση ενός επεισοδίου τα δικαιώματα της μειονότητας την οποία η Άγκυρα επιμένει σε αυτό το πλαίσιο να ονομάζει «τουρκική». Ένα ενδεχόμενο που οι διπλωμάτες και αναλυτές σημειώνουν ως σχεδόν ανεδαφικό, αφού θα προκαλούσε τη σφοδρή αντίδραση του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία.
Ωστόσο παραμένει γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει σταματήσει επί σειρά ετών να επιχειρεί να εκμεταλλευθεί, να ελέγξει και να καθοδηγήσει την «μουσουλμανική μειονότητα», πατώντας ενίοτε και στα υπαρκτά λάθη της ελληνικής πολιτείας, προκειμένου να έχει ένα ισχυρό χαρτί στα χέρια της, ακόμα και αν δεν μπορεί να προχωρήσει σε αμφισβήτηση των συνόρων.
Τούρκοι αξιωματούχοι άλλωστε πραγματοποιούν διαρκώς επισκέψεις στην περιοχή, οι οποίες χαρακτηρίζονται «ιδιωτικές», με την Αθήνα να παρακολουθεί τις εξελίξεις και να είναι σε διαρκή επαγρύπνηση.