Εμπνευσμένο από τα συγγράμματα της Σαπφούς, της Ελληνίδας λυρικής ποιήτριας που άκμασε τον 6ο αιώνα π.Χ. στο νησί της Λέσβου, είναι το έργο «Σαπφώ» που παρουσιάζεται για λίγες παραστάσεις αυτό το καλοκαίρι.
Για την προσφορά της στα γράμματα και τις τέχνες υμνήθηκε από αρχαίους σοφούς. Ο Σωκράτης την ονόμαζε «η ωραία», ο Πλάτωνας την ύμνησε ως «σοφή» και «δέκατη μούσα», ο Αλκαίος την είχε αποκαλέσει «ιερή γυναίκα» και ο Ιουλιανός «θηλυκό Όμηρο». Η Σαπφώ έγραψε ερωτικά ποιήματα, ύμνους στους Θεούς και τραγούδια γάμου. Τα ποιήματά της τα μελοποιούσε και τα τραγουδούσε παίζοντας το έγχορδο μουσικό όργανο άρπα. Μέχρι σήμερα η Σαπφώ αναγνωρίζεται από τον πνευματικό κόσμο του δυτικού πολιτισμού ως «η γυναίκα που έγραψε την καλύτερη ποίηση που γράφτηκε ποτέ».
Εμπλουτίζοντας την πρωτότυπη ποίηση και την παραδοσιακή χορωδία με μοντέρνα μουσική και σύγχρονο χορό, το έργο «Σαπφώ» είναι ένα παραμύθι για ενήλικες, μια συναρπαστική και ρομαντική θεατρική παράσταση.
Το κείμενο και η σκηνοθεσία είναι της Γουέντι Μπέκετ και η μετάφραση στα ελληνικά της Δάφνης Οικονόμου. Την παράσταση συν-σκηνοθετούν οι Γουέντι Μπέκετ και Adam Fitzgerald και τις χορογραφίες έχει επιμεληθεί ο Φώτης Διαμαντόπουλος. Τα σκηνικά έχει σχεδιάσει η Halcyon Pratt, τα κοστούμια ο Παύλος Θανόπουλος, ενώ τα φώτα έχει αναλάβει ο Κώστας Ασμάνης, και την πρωτότυπη μουσική και το σχεδιασμό ήχου ο Mehdi Bourayou.
Στην παράσταση συμμετέχει ένα λαμπερό καστ με Έλληνες ηθοποιούς: Μαριάνθη Παντελοπούλου (στο ρόλο της Σαπφούς), Αντώνης Αντωνάκος, Λάζαρος Βαρτάνης, Elton Dimroci, Δημήτρης Λιόλιος, Έρρικα Μπίγιου, Γρηγόρης Ποιμενίδης, Ελίνα Ρίζου, Γιώργος Σπανιάς, Δήμητρα Στογιάννη, Ελευθερία Τσαντούρη και Ιώβη Φραγκάτου.
Μετά την Ύδρα, οι επόμενες παραστάσεις είναι στην Άνδρο (22 Αυγούστου ως μέρος του Διεθνούς Φεστιβάλ της Άνδρου), στους Δελφούς (27 Αυγούστου στο Ευρωπαϊκό και Πολιτιστικό Κέντρο των Δελφών) και στη Ρόδο (13 Σεπτεμβρίου στο Διεθνές φεστιβάλ της Ρόδου).
Οι συντελεστές της παράστασης μιλούν στα «Νέα» και σχολιάζουν ποια σκηνή κρατάνε οι ίδιοι από την παράσταση.
Γρηγόρης Ποιμενίδης: «Η σκηνή που μου αρέσει από το έργο είναι η τελευταία. Όταν αποκαλύπτεται πως ο νέος που με το ζόρι παντρεύτηκε η Σαπφώ είναι στην πραγματικότητα η Adore. Ο έρωτας βλέπει με άλλα μάτια, πολλές φορές τυφλώνει τις πράξεις, δίνει φτερά στον ερωτευμένο κι άλλες φορές ευτελίζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Το μόνο σίγουρο…ο Έρωτας μεταμορφώνει».
Δημήτρης Λιόλιος: «Αγαπημένη σκηνή του έργου, η τελευταία! Αλλά δεν μπορώ να σας πω γιατί! Θα πρέπει να έρθετε να το δείτε μόνοι σας!»
Ελευθερία Τσαντούρη: «Η τελευταία σκηνή του έργου, η σκηνή στην οποία η Σαπφώ βρίσκει επιτέλους τον έρωτά της και μπορεί πλέον να τον χαρεί ελεύθερα χωρίς φόβο και περιορισμούς, είναι η σκηνή που κρατάω από το έργο».
Λάζαρος Βαρτάνης: «Η Γουέντι Μπέκετ έχει γράψει ένα έργο με πολλές ανατροπές, χιούμορ, συγκίνηση και δομή σαν αρχαίο δράμα. Έτσι το δουλεύουμε και στις πρόβες μας. Πρέπει να βγουν όλες αυτές οι ποιότητες. Δεν θέλω να προκαταβάλω κανέναν λοιπόν, γιατί το έργο είναι πραγματικά ποικιλόμορφο. Θα μιλήσω αποκλειστικά ως ηθοποιός της παράστασης και θα σας πω τι ιντριγκάρει εμένα σε σχέση με τον ρόλο μου – σίγουρα από τους δυσκολότερους που έχω κάνει ποτέ. Ο «Αφηγητής» λοιπόν περνάει από το χιούμορ στη συγκίνηση και από την ειρωνεία σε φιλοσοφικά αποφθέγματα. Κοινώς περαστικά μου. Η αγαπημένη μου σκηνή – προς το παρόν – είναι η έναρξη του έργου. Εκεί, αφού καλησπερίσω το κοινό σαν άλλος Κομπέρ, το εισαγάγω στην εποχή, στις πολιτικές μαλαγανιές – πόσο διαχρονικά επίκαιρο – και του γνωρίζω την ηρωίδα του έργου. Όλα αυτά με αμεσότητα, εξωστρέφεια, χιούμορ και γόβες. Μεγάλη πρόκληση για έναν ηθοποιό τα τόσα «μέτωπα»».
Δήμητρα Στογιάννη: «Υπάρχει μια σκηνή στο έργο, όπου η Κλέις, η μάνα της Σαπφούς, με τον σύντροφό της Πιττακό, προσπαθούν να την πείσουν να παντρευτεί τον νεαρό γόνο μιας επιφανούς οικογένειας ευγενών, προκειμένου να εισχωρήσουν κι αυτοί στην υψηλή κοινωνία και να καταστήσουν το πολίτευμα της Δημοκρατίας εκ των έσω. Είναι μια σκευωρία που, όμως, αποδίδεται με πολύ ευφυή τρόπο. Η Κλέις, μέσα στην απελπισία της, προσπαθεί να βρει επιχειρήματα για να πείσει την κόρη της να παντρευτεί. Δηλαδή ότι θα μπορούσαν να ζουν χωριστά, να αναθέτει στο μελλοντικό της σύζυγο χρονοβόρες δουλειές μακριά ώστε να λείπει από κοντά της, να τον καλέσουν στον στρατό κλπ. Και στην προσπάθειά της να την πείσει, της ξεφεύγουν αλήθειες όπως: «αυτός ο γάμος, μας εξυπηρετεί όλους». Και να σκεφτεί κανείς πως η ίδια, δεν έχει καταδεχτεί να παντρευτεί ΠΟΤΕ, ούτε με τον πατέρα της Σαπφούς, ούτε με τον Πιττακό».
Γιώργος Σπάνιας: «Από το έργο ξεχωρίζω τη στιγμή που η Σαπφώ με ένα μαχαίρι στο χέρι προτιμά να βάλει τέλος στης ζωή της αφού δεν μπορεί να έχει τον έρωτα που επιθυμεί. Πάθη πάθη πάθη!»
Elton Dimroci: «Η σκηνή που μου αρέσει είναι η 4η γιατί η αγάπη δεν χάνεται ποτέ!»
Ελίνα Ρίζου: «Σκηνή που κρατώ: Η στιγμή που η Σαπφώ ονειρεύεται, στιγμή επανάστασης απέναντι σε μια πραγματικότητα που την απωθεί, στιγμή διόρθωσης της πραγματικότητας, στιγμή που τελικά θα ορίσει την πραγματικότητα που ξημερώνει».
Αντώνης Αντωνάκος: «Η σκηνή που ξεχωρίζω από το έργο είναι η ερωτική σκηνή μεταξύ Αντόρε και Σαπφούς στα μισά του έργου. Από τη μια η Σαπφώ αφήνει το σώμα της να ζήσει αυτό που επιθυμεί, έναν έρωτα με μια γυναίκα και από την άλλη το ζει σαν όνειρο. Σαν όνειρο που της δίνει ώθηση να βοηθήσει με το να παντρευτεί έναν άντρα, παρά τη θέλησή της, για να εδραιωθεί η δημοκρατία στη Λέσβο. Ο έρωτας ως επαναστάτης λειτουργεί εδώ ως εφαλτήριο για την επανάσταση για τη δημοκρατία».
Μαριάνθη Παντελοπούλου: «Η πιο ξεχωριστή για μένα σκηνή του έργου είναι η πρώτη, όταν η Σαπφώ αντικρίζει για πρώτη φορά την Αντόρε. Την ερωτεύεται όσο η κοπέλα χορεύει μαγευτικά, δίνοντας έτσι την ώθηση για να ξεκινήσει η πλοκή. Το πρώτο βλέμμα, τα ποιήματα που απαγγέλει κι η έκσταση στην οποία παραδίνεται είναι χαρακτηριστικά του Έρωτα, για τον οποίο γράφει η Σαπφώ και ακριβώς γι’ αυτή την ερωτική της ποίηση έμεινε γνωστή ως η μεγαλύτερη ποιήτρια της αρχαιότητας».
Ιώβη Φραγκάτου: «Αγαπημένη σκηνή του έργου, η πιο συγκινητική ίσως, είναι η δέκατη, όταν η Σαπφώ ζητά απελπισμένη τη βοήθεια της Αφροδίτης για να αντέξει την απώλεια της αγαπημένης της Αντόρε, αφού έχει αποφασίσει να παντρευτεί για το κοινό συμφέρον. Η γλώσσα της θα παγώσει στη σιωπή, χάνει την έμπνευσή της, τον λόγο ύπαρξης. Οι δυο κοπέλες ανταλλάσσουν ένα τελευταίο βλέμμα κι η Αντόρε αφήνει τη Σαπφώ μόνη με την άδικη απόφαση που την ανάγκασαν να πάρει».
Έρρικα Μπίγιου: «Δεν πρόκειται για σκηνή, αλλά για έναν μικρό μονόλογο. Τον ξεχωρίζω, αφενός γιατί και δραματουργικά έχει μια βαρύτητα, αλλά και επειδή βρίσκω σε αυτόν αρκετά σημεία ταύτισης. Παραθέτω λοιπόν το απόσπασμα του έργου, ακριβώς όπως έχει γραφτεί :
«Πόσο θα ‘θελα οι ιδέες μας να ‘τανε πιο πολύτιμες κι απ’ το χρυσάφι. Η αγάπη να φέρει μεγαλύτερης εκτίμησης. Η τελειότητα είναι ένα δίκοπο μαχαίρι! Σηκώστε τις πένες σας. Ελάτε να γράψουμε για τους ξένους που ζουν ανάμεσά μας και δεν έχουν δικαίωμα λόγου, για τους σκλάβους που ‘ναι παγιδευμένοι στη σκλαβιά και για τις γυναίκες. Ελάτε να γράψουμε για το ότι η ελευθερία αξίζει σε όλους μας. Ελάτε να γράψουμε για ανθρώπους από άλλα έθνη, για τις κοινωνικές διαφορές, τις διαφορές κουλτούρας, ηθών και εθίμων. Ελάτε να καταστρώσουμε ένα πλάνο. Να πούμε στους αγρότες να σταματήσουν να δουλεύουν, στους ξένους να παραβούν τους νόμους, να ενθαρρύνουμε τις γυναίκες να μελετούν δίπλα σε άντρες και τους πολιτικούς να εκπροσωπούν όλων των ειδών τους πολίτες της Λέσβου»».