1η Σεπτεμβρίου 1939. Τα στρατεύματα της Γερμανίας, τις τύχες της οποίας ορίζει ο Αδόλφος Χίτλερ και το ναζιστικό του καθεστώς, εισβάλουν στην Πολωνία. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Χίτλερ, όπως αυτές δημοσιεύθηκαν από το γερμανικό πρακτορείο το ίδιο πρωί, «Η Ελευθέρα Πόλις του Ντάντσιγκ λόγω του αναμφισβητήτως γερμανικού χαρακτήρος της και της ομοφώνου θελήσεως του πληθυσμού της, θα προσαρτηθή αμέσως εις το Ράιχ».
Η πόλη Ντάντζιχ (σημερινό Γκντανσκ της Πολωνίας), βορειοδυτικά της Βαρσοβίας, στην οποία κατοικούσε μεγάλος αριθμός Γερμανών, αποτελούσε γερμανικό έδαφος από τις αρχές του 1800 ως το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Τα ξημερώματα 31ης Αυγούστου προς 1η Σεπτεμβρίου, οι Ναζί σκηνοθέτησαν δήθεν πολωνική επίθεση επί γερμανικού εδάφους δημιουργώντας την πρόφαση για βίαιη εισβολή στην Πολωνία και προσάρτηση του Ντάντζιχ. Αυτή ήταν η πρώτη πράξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Δύο ημέρες αργότερα, στις 3 Σεπτεμβρίου 1939, η Γαλλία και η Βρετανία, σύμμαχοι της Πολωνίας, κηρύσσουν τον πόλεμο στη Γερμανία. Για τα επόμενα έξι χρόνια, η Ευρώπη και ολόκληρος ο πλανήτης θα βυθιστούν το αίμα και τον θάνατο.
Το ντόμινο των πολέμων
Πώς όμως φτάσαμε στον βιαιότερο πόλεμο που βίωσε ποτέ η ανθρωπότητα;
Όπως σημειώνει με άρθρο του στο «ΒΗΜΑ» της 19ης Σεπτεμβρίου 1999, ο Δημήτρης Δημητράκος, σήμερα Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος «δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Η διεθνής τάξη πραγμάτων είχε διαταραχθεί ανεπανόρθωτα με την εισβολή της Ιαπωνίας στη Μαντζουρία το 1931 και της Ιταλίας στην Αβησσυνία το 1935.
»Βέβαια τη δυναμική ώθηση την είχε δώσει η Γερμανία από την πρώτη στιγμή που ανέβηκε ο Χίτλερ στην εξουσία, το 1933.
»Ακολούθησε ο επανεξοπλισμός της Ρηνανίας το 1936, η προσάρτηση της Αυστρίας το 1938, η κρίση της Τσεχοσλοβακίας και η μετέπειτα διάλυσή της, καθώς και η προσάρτηση του Μέμελ τον Μάιο του 1939.
»Πολεμικά γεγονότα ακολούθησαν το ένα το άλλο πριν από την αγγλογαλλική κήρυξη πολέμου. Η πράξη αυτή όμως μετέτρεψε μια σειρά τοπικών πολέμων σε παγκόσμιο πόλεμο.
Η εγκατάλειψη της πολιτικής της διαλλακτικότητας
Ο Δημήτρης Δημητράκος εξηγεί πώς Βρετανία και Γαλλία οδηγήθηκαν στην απόφαση να εγκαταλείψουν την πολιτική διαλλακτικότητας που φάνηκε να υιοθετούν έναντι της Γερμανίας μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και να έρθουν εν τέλει σε νέα εμπόλεμη σύγκρουση.
«Η πολιτική διαλλακτικότητας προς τους δικτάτορες που ακολούθησαν οι δημοκρατίες δεν εξασφάλισε την ειρήνη παρά πρόσκαιρα. Η δικαιολογία που είχε προβληθεί για την πολιτική αυτή, τουλάχιστον στη Βρετανία, ήταν ότι τόσο η ίδια όσο και η Γαλλία ήταν χώρες που διέθεταν αποικίες και αγορές ενώ η Ιταλία και η Γερμανία αναζητούσαν ζωτικό χώρο.
»Παράλληλα, όπως δεν έπαυε να τονίζει αρχικά η αντιπολίτευση του Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία, υπήρχαν αδικίες στη Συνθήκη των Βερσαλλιών εις βάρος της ηττημένης Γερμανίας.
»Η πολιτική διαλλακτικότητας απέναντι στην Ιταλία και στη Γερμανία αποσκοπούσε στην αποκατάσταση μιας “δίκαιης” κατανομής της δύναμης στον κόσμο, ισοδυναμούσε όμως με ανοχή στις επεκτατικές τάσεις των χωρών αυτών, καθώς και της Ιαπωνίας.
»Η πολιτική αυτή επιβεβαίωνε την ορθότητα της τακτικής της “ειρηνικής επιθετικότητας” που ακολουθούσαν οι δικτάτορες. Ο Χίτλερ ετοιμαζόταν για πόλεμο, όμως δεν είχε καμία πρόθεση να τον πραγματοποιήσει όσο πετύχαινε τους σκοπούς του με πιέσεις και απειλές.
»Η ίδια όμως η επιτυχία της τακτικής αυτής του Χίτλερ οδήγησε στην εγκατάλειψη της ενδοτικής πολιτικής απέναντί του εκ μέρους των Συμμάχων αμέσως μετά την «ειρηνική εισβολή» στην Τσεχοσλοβακία τον Μάρτιο του 1939.
Το σφάλμα του Χίτλερ
»Ο Χίτλερ, κάνοντας εσφαλμένο υπολογισμό, νόμισε ότι θα επαναλαμβανόταν με την Πολωνία και το Ντάντσιχ ό,τι συνέβη με την Τσεχοσλοβακία. Οι Σύμμαχοι θα «κατάπιναν» την εισβολή στην Πολωνία και θα αδρανούσαν.
»Τα πράγματα όμως είχαν αλλάξει ριζικά στη στάση των Αγγλογάλλων, εφόσον είχαν αντικαταστήσει την πολιτική ενδοτικότητας στις δυνάμεις του Άξονα με την πολιτική των εγγυήσεων, η οποία λειτούργησε στην περίπτωση της Πολωνίας.
»Η Γαλλία και η Βρετανία τίμησαν την εγγύηση που έδωσαν στην τελευταία και κήρυξαν τον πόλεμο έναν πόλεμο τον οποίο δεν επεδίωξαν και που προσπάθησαν να τον αποφύγουν παντί σθένει τα τελευταία τρία χρόνια.
»Και ακόμη και όταν οδηγήθηκαν σε σύρραξη, καμία πλευρά δεν είχε διάθεση να διεξαγάγει σοβαρά τον πόλεμο. Παρά μόνο όταν μετά το βρετανικό φιάσκο στη Νορβηγία τον Απρίλιο του 1940 η κοινή γνώμη και το Κοινοβούλιο κατάλαβαν ότι ο πόλεμος έπρεπε να διεξαχθεί για τα καλά.
»Αντικαταστάθηκε επομένως ο «φιλειρηνικός» Τσάμπερλεν από τον «πολεμικό» Τσόρτσιλ, ο οποίος οδήγησε τελικά τη χώρα του και όλη τη Συμμαχία στη νίκη.
Ως το τέλος
»Νίκη: αυτό ήταν το κύριο σύνθημα του γηραιού πολιτικού από τη στιγμή που ανέλαβε την πρωθυπουργία στις 13 Μαΐου του 1940, όπως το έδειξε στην ιστορική ομιλία του εκείνης της ημέρας:
»Με ρωτάτε ποιος είναι ο σκοπός μας σ’ αυτόν τον πόλεμο. Σας απαντώ με μια λέξη: η νίκη, νίκη με όποιο κόστος, νίκη σε πείσμα του τρόμου και της φρίκης του πολέμου, νίκη όσο μακρύς και δύσκολος μπορεί να είναι ο δρόμος που οδηγεί σ’ αυτήν».
»Και η Βρετανία υπό την ηγεσία του Τσόρτσιλ ακολούθησε αυτό τον δύσκολο δρόμο, ανεξαρτήτως θυσιών, ως το τέλος. Δεν γνώριζαν οι υπεύθυνοι τι συνεπάγετο η απόφαση αυτή.
»Δεν μπορούσαν να προβλέψουν την έκβαση του πολέμου και αν άξιζε τον κόπο, αν έπρεπε να γίνει ή αν μπορούσε να αποφευχθεί. Εκείνο που ήξεραν ήταν ότι δεν ήταν δυνατό να κάνουν πίσω, ότι η διεξαγωγή του πολέμου συνεπάγετο θυσίες αμέτρητες και, το κυριότερο, υποχωρήσεις όσον αφορά το δίκαιο και την ηθική υπέρ των οποίων εκστράτευαν.
Ηθική και Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος
Πόσο ηθική ήταν η στάση και οι πρακτικές των συμμάχων κατά τη διάρκεια του πολέμου; Ορθά κυνήγησαν τη νίκη μέχρι τέλους και πολλές φορές με όποιο κόστος; Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον ναζισμό και τον φασισμό;
«Πολλά έχουν γραφτεί για την απόφαση και το πνεύμα αυτό του αγώνα μέχρι τελικής νίκης που αρχικά εξέφρασαν ο Τσόρτσιλ και ο Ντε Γκωλ και που επικράτησε απώτερα σε όλη τη συμμαχία, στην οποία αργότερα ήρθαν να προστεθούν η Ρωσία και οι ΗΠΑ.
»Η τρομακτική αυτή απόφαση δεν ήταν μεμπτή λόγω του ηθικού σχετικισμού που αναπόφευκτα συνεπαγόταν; Ενας πόλεμος δεν είναι ποτέ ηθικός, ακόμη και αν γίνεται στο όνομα της ηθικής. Η απόφαση για πόλεμο, μεγάλο ή μικρό, είναι πάντα πολιτική και την υπαγορεύει η λογική της κατάστασης που επικρατεί. Ενδέχεται όμως να έχει μια ηθική διάσταση που φορτίζει τόσο την απόφαση των ιθυνόντων όσο και τη στάση της κοινής γνώμης. »Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν στην κοινή γνώμη των μεγάλων δημοκρατιών που ενεπλάκησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε συνείδηση ότι το κύριο πρόβλημα με τη διεθνή κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί ήταν η ανατροπή των παραδεγμένων κανόνων διακρατικών συναλλαγών ανάμεσα σε υποτιθέμενα πολιτισμένες χώρες ανατροπή που συνειδητά επέφερε η παρουσία ολοκληρωτικών καθεστώτων στην Ευρώπη.
»Ο φασισμός και ο ναζισμός είχαν ευτελίσει το πνεύμα των διεθνών σχέσεων. Ο κομπασμός του Μουσολίνι και του Χίτλερ ότι είχαν “απελευθερωθεί” από τα “παρωχημένα” μέτρα πολιτικής συμπεριφοράς ήταν με αυτή την έννοια δικαιολογημένος.
»Οι πολιτικοί ηγέτες των δημοκρατικών χωρών αναγκάστηκαν για ένα διάστημα να κινηθούν σε ένα πολιτικό κλίμα όπου επικρατούσε μια ηθική ομίχλη. Το αποτέλεσμα ήταν η πολιτική σύγχυση και ο πολλαπλασιασμός των ψευδαισθήσεων.
»Μόνο μια ξεκάθαρη πολιτική μπορούσε να εξολοθρεύσει το κακό στην πηγή του, ώστε να μην απλωθεί το καθεστώς ηθικής αθλιότητας που είχε επιβάλει ο Χίτλερ στη χώρα του.
»Φορέας αυτής της πολιτικής στη χώρα του ήταν ο Τσόρτσιλ και αυτήν ενέπνευσε τότε στο έθνος του. Αυτό δεν σημαίνει ότι το κλίμα ηθικής αθλιότητας δεν επηρεάζει σ’ έναν πόλεμο και τους πάντες.
»Έκτροπα έγιναν και από τους Συμμάχους και ο ίδιος ο Τσόρτσιλ ευθύνεται για βομβαρδισμούς αμάχων προκειμένου να σπάσει το ηθικό των Γερμανών. Έκτροπα γίνονται εκατέρωθεν σε όλους τους πολέμους και κάθε πόλεμος είναι εγκληματικός.
»Η απόφαση για έναν πόλεμο είναι επομένως πάντα ηθικά επιλήψιμη εφόσον υπαγορεύεται όχι από ηθική αλλά από πολιτική ανάγκη. Στην προκειμένη περίπτωση η ανάγκη αυτή ήταν η διασφάλιση μιας πολιτικής τάξης η οποία συμβάδιζε με κάποια τήρηση ηθικής τάξης, πράγμα που απαιτούσε την πάταξη του ναζισμού».