Ηταν ο τελευταίος των Aφρικανών. Ο Σαλής Χελιδονάκης, ο μαύρος βαρκάρης των Χανίων, μια θρυλική φιγούρα του νησιού που έγινε μύθος λόγω της καλοσυνάτης ψυχής και της απλόχερης βοήθειας που πρόσφερε στους φτωχούς, μολονότι φτωχός και ο ίδιος. Απόγονος μαύρων εργατών από το Σουδάν που βρέθηκαν στην Κρήτη την εποχή της Αιγυπτιοκρατίας, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τα Χανιά με την ανταλλαγή πληθυσμών το 1922 και παρέμεινε εκεί γράφοντας τη δική του ιστορία.
Αγαπήθηκε πολύ από τους ντόπιους, τόσο ώστε μετά το θάνατό του, το 1967, οι συντοπίτες του ζήτησαν ειδική άδεια από τον Οικουμενικό Πατριάρχη για να μεταφέρουν τα οστά του ανάμεσα στους Χριστιανούς, στο νεκροταφείο του Αγίου Λουκά. Εκεί όπου σήμερα στο μνήμα του είναι χαραγμένη η εξής φράση: “Ας ήσουν μαύρος, ας μην ήσουν Χριστιανός, ας ήταν μαύρη η μορφή σου, από το χιόνι πιο λευκή ήτανε η ψυχή σου”.
Την ιστορία του Σαλή θυμήθηκαν οι Χανιώτες με αφορμή την αποκρουστική ιδέα που είχε επιχειρηματίας beach bar στην περιοχή να τοποθετήσει ψάθινες ομπρέλες που στηρίζονται σε ανθρώπινα ομοιώματα μαύρων παραπέμποντας στις πιο σκοτεινές εποχές της αποικιοκρατίας….
Ο Σαλής Χελιδονάκης εργαζόταν στη βάρκα του προέδρου των βαρκάρηδων των Χανίων Σταύρου Τσιριγωτάκη και ξεχώριζε για την εργατικότητά του. Είχε αγγλική υπηκοότητα. Χάρη σε αυτήν γλίτωσε την απέλαση το 1922, όμως εξαιτίας της εξορίστηκε από τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Όπως διηγούνται όσοι τον γνώριζαν, όταν πληρωνόταν ετοίμαζε τσάντες με τρόφιμα και τα έστελνε σε φτωχές πολύτεκνες οικογένειες ανώνυμα ενώ όταν κέρδισε τον πρώτο λαχνό του λαχείου δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του αλλά προίκισε με τα χρήματα δύο ορφανές κοπέλες. Οι διηγήσεις που συνοδεύουν τη μνήμη του είναι πολλές.
«Όταν σταμάτησε να δουλεύει, αρχικά δεν έπαιρνε σύνταξη και πούλησε το σπίτι που είχε στο Κουμ-Καπί. Αργότερα, με τη βοήθεια του φίλου του συγγραφέα και ποιητή Γεώργιου Ευαγγ. Γεωρβασάκη, πήρε σύνταξη από το ΙΚΑ. Ήταν όμως τόσο λιτοδίαιτος, ώστε ουδέποτε την κατανάλωσε ολόκληρη και τη μοίραζε σε φτωχούς γείτονες που πίστευε ότι είχαν μεγαλύτερη ανάγκη από τον ίδιο», αναφέρει ο συγγραφέας Χαρίδημος Παπαδάκης στο βιβλίο του «Οι Αφρικανοί στην Κρήτη» στο οποίο περιλαμβάνονται μαρτυρίες Χανιωτών.
«Ο Σαλής γοήτευε τους αγνώστους του και υποχρέωνε τους γνωστούς του. Ήταν μέγας φιλάνθρωπος μέσα στο πλαίσιο των οικονομικών δυνατοτήτων του. Λιτοδίαιτος ο ίδιος το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός του το διέθετε, αθόρυβα χωρίς να του το ζητήσουν, σε φτωχές οικογένειες(…). Πρόσφερε στον έρανο για την ανοικοδόμηση των χριστιανικών εκκλησιών μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. (…) Είχε σώσει πέντε τσολιάδες, που κινδύνευσαν να πνιγούν έξω από την περιοχή Χονολουλού στο ρεύμα του βράχου Μπουλγαρή, όταν είχαν πάει για μπάνιο και δεμένος με σχοινιά αψήφησε το φοβερό κίνδυνο και τους έσωσε από βέβαιο θάνατο ενώ κάθε χρόνο, την ημέρα της γιορτής του Αγίου Νικολάου στη Σπλάντζια, πήγαινε στο πανηγύρι και έπαιρνε μέρος στη λιτανεία για να τιμήσει τον Άγιο Νικόλαο, προστάτη των ναυτικών. Και εκεί μοίραζε καραμέλες, στα παιδιά που τον περίμεναν με χαρά…».
Ο Σαλής έγινε «τραγούδι» από το Λουδοβίκο των Ανωγείων και ποίημα από το φίλο του Γεώργιο Γεωρβασάκη. Έγινε θεατρικό έργο, όμως πάνω από όλα έγινε αθάνατος για τα Χανιά και μια υπόμνηση πως η τοπική κοινωνία έχει τοποθετηθεί για το πώς βλέπει τους ανθρώπους πολύ πριν εμφανιστούν στις παραλίες της εικόνες σκοτεινών εποχών…