Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1908, γεννήθηκε μία από τις εμβληματικότερες φυσιογνωμίες στην ιστορία του ελληνικού θέατρου, ο σκηνοθέτης Κάρολος Κουν. Ο Κάρολος Κουν με τη ματιά του, τη διδασκαλία του και τις σκηνοθεσίες του έδωσε μια εντελώς νέα πνοή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την υποκριτική και το θέατρο.
Το 1981, έξι χρόνια πριν τον θάνατό του, μίλησε στα «ΝΕΑ» και τον Γιώργο Πηλιχό για το θέατρο στην Ελλάδα αλλά και για τη δική του πορεία. Μίλησε όπως μιλούσε πάντα. Με τρόπο ευθύ και χωρίς να μασάει τα λόγια του.
Βρισκόμαστε λίγες εβδομάδες πριν ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ έρθουν στην εξουσία. Ο όρος «αλλαγή» έχει κυριεύσει τον δημόσιο λόγο.
Απαντώντας ο Κουν σε ερώτηση για την «αλλαγή» αναφέρει:
Η αλλαγή
«Έχω μια αρχή, να μη συζητάω δημόσια για πολιτική. Για τη μόνη αλλαγή, που δεν θα είχα αντίρρηση να κουβεντιάσουμε αυτή τη στιγμή, είναι η αλλαγή που έγινε ή δεν έγινε ή που επιβάλλεται να γίνει μέσα στον καλλιτεχνικό μας χώρο.
»Μετά τη δικτατορία, στην περίοδο της μεταπολίτευσης, υπήρχε μία τάση να γίνουν μερικές αλλαγές στον πνευματικό – καλλιτεχνικό χώρο. Δυστυχώς όμως δεν έγιναν πολλά καινούργια πράγματα, κρατήθηκε μια συντηρητική κατάσταση αξιών.
»Έλλειψε το πάθος για ν’ ανεβάσουμε και να προωθήσουμε το άξιο δυναμικό της χώρας μας στο σύνολό του.
»Έγιναν πάλι τοπικές ή προσωπικές επιλογές με βάση πιο πολύ τα κομματικά, παρά τα αξιοκρατικά κριτήρια. Κι η ευθύνη δεν είναι μόνο απ’ τη μεριά του κράτους, αλλά και από τη μεριά εκείνων που αναλαμβάνουν τα υπεύθυνα πόστα.
Προσωπικές φιλοδοξίες και αυτοπροβολή
»Είναι παρατηρημένο πως στις πιο πολλές περιπτώσεις, ο καθένας που παίρνει μια πρωτοβουλία η επιδιώκει μια θέση, την παίρνει περισσότερο από προσωπική φιλοδοξία, να προβληθεί, παρά να υπηρετήσει πραγματικά το συμφέρον του χώρου που αναλαμβάνει να διοικήσει και να κατευθύνει.
»Όταν λοιπόν γίνεται η αλλαγή ενός προσώπου σε υπεύθυνο πόστο με ένα άλλο, θα πρέπει η αλλαγή αυτή να γίνεται με γνώμονα την εξυπηρέτηση και το συμφέρον του συνόλου, του γενικού καλού και όχι προς εξυπηρέτηση του συγκεκριμένου ατόμου και των φιλοδοξιών του.
»Η φιλοδοξία όταν δεν συνοδεύεται από εξαιρετική ικανότητα, υψηλό ήθος και ανιδιοτέλεια, αποβαίνει πάντοτε σ’ ένα αρνητικό αποτέλεσμα , καταστρεπτικό θα έλεγα.
Το ελεύθερο (μη κρατικό) θέατρο
»Το ελεύθερο θέατρο πάσχει από το εμπορικό σύνδρομο. Άλλοι έχουν τις σάλες, τις θεατρικές αίθουσες, οι λεγόμενοι “θεατρικοί επιχειρηματίες”, κι άλλοι έχουν την ευθύνη απέναντι στο κοινό για το στήσιμο ενός έργου, μιας παράστασης.
»Κι όσο κι αν οι δεύτεροι, που είναι οι καλλιτέχνες, έχουν την πρόθεση να υπηρετήσουν την τέχνη, την ποιότητα, σπάνια τη φέρνουν σε πραγματοποίηση, αφού είναι δέσμιοι των οικονομικών τους υποχρεώσεων προς τους πρώτους, τους αιθουσάρχες.
»Έτσι, μοιραία, το ελεύθερο θέατρο γίνεται, είναι εμπορικό, στοχεύοντας πρώτ’ απ’ όλα στο ταμείο. Μια λύση να ξεφύγει το ελεύθερο θέατρο απ’ αυτή την κατ’ ανάγκη σχέση του με το εμπόριο θα ήταν ίσως το να δοθούν από το κράτος κίνητρα τέτοια, βασικά οικονομική ενίσχυση, σε θιάσους που θα είχαν να παρουσιάσουν καλή δουλειά.
»Με την απαραίτητη όμως προϋπόθεση η οικονομική αυτή ενίσχυση να δίνεται εκ των υστέρων, μετά το αποδεδειγμένα θετικό αποτέλεσμα μιας θεατρικής δουλειάς και όχι εκ των προτέρων όπως γίνεται σήμερα.
Για το όραμά του
»Τα περισσότερα ίσως απ’ αυτά τα οράματα, αυτά τα σχέδια που λέτε, μένουν απραγματοποίητα. Πιάνω τώρα τον εαυτό μου και τον βλέπω να έχει κάνει πολλούς συμβιβασμούς.
»Συμβιβασμούς που έκανα για να κρατήσω τα πράγματα, για να μπορέσω να τα προωθήσω παραπέρα. Βλέπετε το θέατρο δεν είναι μια τέχνη όπως η ζωγραφική ή η ποίηση που κάθεσαι και φτιάχνεις μόνος σου το έργο σου.
»Το θέατρο είναι μια συλλογική υπόθεση, είναι αποτέλεσμα προσπαθειών πολλών ανθρώπων. Αυτό λοιπόν που ήθελα να είμαι όταν ήμουν νέος είκοσι – εικοσιπέντε χρονών, δεν είμαι σήμερα.
»Έχω χαλάσει αυτό το πρόσωπο που ήθελα να φέρω. Αναγκάστηκα, όπως σάς είπα, να κάνω πολλούς συμβιβασμούς. Και γι’ αυτό δεν είμαι ικανοποιημένος από τον εαυτό μου, έστω κι αν ο κόσμος είναι ικανοποιημένος από μένα.
»Ο κόσμος βλέπει μόνο μια όψη, δεν μπορεί να δει, να εισχωρήσει ως το όραμα που ένας καλλιτέχνης έχει για τον εαυτό του και να εκτιμήσει συνεπώς κατά πόσο το όραμα αυτό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα του καλλιτέχνη.
»Νιώθω ευγνωμοσύνη για την αναγνώριση του κοινού και για τη ζεστασιά που μου προσέφερε όλα αυτά τα χρόνια, ιδίως τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο εγώ ξέρω πως δεν προσέφερα όσα είχα οραματιστεί να προσφέρω.
»Πάντως, ένα βασικό πράγμα που κατάφερα να δώσω λίγο ως πολύ ήταν να κρατήσω μια εκλεκτικότητα στη γραμμή της δουλειάς μου και στην επιλογή των συνεργατών μου.
»Θα μπορούσα να φτάσω πολύ πιο εύκολα νομίζω, και θα ήμουν πολύ πιο σωστός άνθρωπος αν τυχόν ήμουν πιο απομονωμένος, να ζωγραφίζω ή να γράφω και δεν ήμουν υποχρεωμένος να συνεργάζομαι με πολλούς ανθρώπους για πολλούς ανθρώπους.
»Δεν έχω πίκρα. Κάποτε έχω ένα αίσθημα ενοχής. Τώρα προπάντων που έχω γεράσει και κάθομαι πολλές ώρες μόνος μου, μούρχονται αυτές οι εικόνες ξανά και ξανά στο μυαλό μου.