Βλαντιμίρ Πούτιν – Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η σύγκριση τους με αναφορές μάλιστα στις απειλές του τούρκου προέδρου απέναντι στην Ελλάδα γίνονται όλο και πιο συχνές στα διεθνή ΜΜΕ.
Για το γαλλικό περιοδικό L’EXPRESS μάλιστα οι δύο ηγέτες Ρωσίας και Τουρκίας έχουν σφυρηλατηθεί σε ένα κοινό συναίσθημα: το μύθο της ταπείνωσης της Δύσης. Στο άρθρο με τίτλο «Πούτιν – Ερντογάν η ανείπωτη ιστορία: η Δύση στο στόχαστρο» γίνεται παραλληλισμός των απειλών του Ερντογάν στην Ελλάδα με την επίθεση Πούτιν στην Ουκρανία, σημειώνεται ο ρόλος της Τουρκίας ως μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ μπαίνει και ο παράγοντας των εκλογών, που αποτελεί έναν κίνδυνο για τον τούρκο πρόεδρο.
Δύο αυταρχικοί ηγέτες
«Ο ένας απειλεί την Ελλάδα, ο άλλος επιτίθεται στην Ουκρανία. Προ των πυλών της Ευρώπης, δύο αυταρχικοί ηγέτες έχουν συνάψει μια περίπλοκη συμμαχία, που έχει σφυρηλατηθεί από είκοσι χρόνια στην εξουσία και ένα άγριο μίσος για τη Δύση» σημειώνει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα.
Όπως επισημαίνει το άρθρο «αν και αντιμέτωποι στη Λιβύη ή τη Συρία, οι δύο ηγέτες έχουν σφυρηλατηθεί πάνω σε ένα κοινό συναίσθημα: τον μύθο της ταπείνωσης της Δύσης. Στο ξεκίνημά του, ωστόσο, οι Ευρωπαίοι έβλεπαν ελπίδα στον Ερντογάν, αυτόν τον νεαρό, χαρισματικό, «μετριοπαθή ισλαμιστή» και σύγχρονο ηγέτη. Όμως, από το 2006, οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σκόνταψαν και η Άγκυρα απομακρύνθηκε από την ευρωπαϊκή ήπειρο».
Τότε ο Ερντογάν άρχισε όλο και περισσότερο να βασίζεται σε εθνικιστικά και ισλαμιστικά κινήματα για να βασιλεύει στη χώρα του. Αναφορικά με τη ρωσική πλευρά, είναι γνωστές οι επικρίσεις προς τη Δύση: διεύρυνση του ΝΑΤΟ, ταπείνωση και αδιάκοπη κριτική για την εσωτερική λειτουργία της Ρωσίας, αναφέρει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα.
Ο έξυπνος χειρισμός του Ερντογάν από τον Πούτιν
Στο άρθρο σημειώνεται και η διαφορά μεγέθους μεταξύ των δύο δυνάμεων. Η Τουρκία – όπως αναφέρει – είναι μέλος του ΝΑΤΟ από το 1949. «Έξυπνα, ο Πούτιν ήξερε πώς να χρησιμοποιήσει τον εταίρο του Ερντογάν για να διχάσει την Ατλαντική Συμμαχία, επισημαίνει το δημοσίευμα αναφερόμενο στο τουρκικό βέτο για την είσοδο της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ» σημειώνει το περιοδικό.
Υπογραμμίζει δε ότι το ΝΑΤΟ δύσκολα μπορεί να παραπονεθεί αφού στο θέμα της Ουκρανίας, ο Ερντογάν μάλλον έπαιξε το παιχνίδι του.
Σύμφωνα με την L’EXPRESS αυτή η ισορροπία δυνάμεων με τη Δύση ωφελεί τον Ερντογάν σε πολλά επίπεδα. Πρώτον σε εκλογικό επίπεδο, οι εθνικιστές υποστηρικτές του επαινούν αυτή την εικόνα ενός ισχυρού άνδρα.
Οικονομικά επίσης, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η Τουρκία διέρχεται μια οικονομική καταιγίδα για αρκετούς μήνες. Η Άγκυρα πάντα αρνιόταν να συμμετάσχει στις κυρώσεις που αποφάσισε η Δύση κατά της Μόσχας και το αξιοποιεί στο έπακρο σήμερα.
Η Μόσχα μοιάζει με σανίδα σωτηρίας
«Αυτή τη στιγμή η Τουρκία και ο Ερντογάν είναι πολύ δημοφιλείς στη Ρωσία», σημειώνει ο Κερίμ Χας, αναλυτής στη Μόσχα και ειδικός στις ρωσοτουρκικές σχέσεις, στην L’EXPRESS. Όπως αναφέρει ο ίδιος «σε μια τουρκική οικονομία σε παρακμή, με τον ετήσιο πληθωρισμό να αγγίζει το 80%, η σχέση με τη Μόσχα μοιάζει πολύ με σανίδα σωτηρίας».
Αναμφίβολα η κύρια διαφορά μεταξύ των δύο ανδρών είναι ότι σε αντίθεση με τον Πούτιν, ο Ερντογάν έxει ακόμα να φοβάται για το αποτέλεσμα των εκλογών, αναφέρει το άρθρο.
Ο Ερντογάν αγαπάει την εξουσία και το χρήμα
Και σημειώνει ότι ο πειρασμός είναι μεγάλος για το Κρεμλίνο να βοηθήσει τον καλύτερο σύμμαχό του στη διεθνή σκηνή να παραμείνει στην εξουσία. Και αυτό το έχει καταλάβει καλά ο Ερντογάν. «Μέχρι τις εκλογές, η τουρκική δύναμη θα πλησιάσει ακόμη περισσότερο τη Ρωσία», προειδοποιεί ο Κερίμ Χας σημειώνοντας ότι «περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ο Ερντογάν αγαπά την εξουσία και το χρήμα. Η Ρωσία είναι έτοιμη να του τα προσφέρει και τα δύο».
Καταλήγοντας το δημοσίευμα αναφέρει: «Οι χάρες του Κρεμλίνου δεν είναι ποτέ δωρεάν. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο Ερντογάν απείλησε να εισβάλει στα ελληνικά νησιά και ξεκίνησε μια στρατιωτική πρόκληση κατά της Ευρώπης. Σε αυτόν τον τρελό χορό μεταξύ των δύο απόλυτων κυρίαρχων, οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να μετατραπούν από απλοί θεατές στα κύρια θύματα».