Η αντεπίθεση των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας στο βορειοανατολικό τμήμα του μετώπου αντιμετωπίζεται από αρκετές πλευρές ως η κίνηση που θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημείο καμπής στην εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτή η εκτίμηση ενισχύθηκε από τον τρόπο που υπήρξαν αρκετές φωνές στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένου του Τσετσένου ηγέτη Ραμζάν Καντίροφ, που τοποθετήθηκαν επικριτικά απέναντι στους χειρισμούς της ηγεσίας των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και εμμέσως κατά και του ίδιου του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ωστόσο, υπάρχουν και εκτιμήσεις που θεωρούν ότι για να αποτιμηθούν οι επιπτώσεις αυτής της κίνησης, πέραν του να υπάρχουν όλα τα δεδομένα για την έκβασή της, χρειάζεται να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι ιδιαιτερότητες αυτών των πολεμικών συγκρούσεων.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πολέμου στην Ουκρανία
Οι πολεμικές επιχειρήσεις είχαν εξαρχής ορισμένες ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Καταρχάς ο ίδιος ο προσδιορισμός των επιχειρήσεων από τη ρωσική πλευρά ως «Ειδική Στρατιωτική Επιχείρηση» δεν ήταν κάποιος ευφημισμός από τη μεριά της Ρωσίας. Αντιστοιχούσε και στο πώς όντως το Κρεμλίνο έβλεπε την επιχείρηση.
Δηλαδή, η Ρωσία δεν ξεκίνησε μια επιχείρηση για να καταλάβει όλη την Ουκρανία, αλλά μια «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» με σκοπό (α) να εξασφαλίσει το Ντονμπάς – στη συνολική του έκταση– και (β) να εξασφαλίσει την ουδετερότητα της Ουκρανία πιθανώς και με αλλαγή καθεστώτος στο Κίεβο. Αυτό εξηγεί και τον τρόπο που οι ρωσικές δυνάμεις έφτασαν έξω από το Κίεβο περισσότερο για πίεση.
Όταν αυτό δεν κατέστη εφικτό, και γιατί δεν δέχτηκε αυτούς τους όρους η κυβέρνηση του Κιέβου και γιατί οι Δυτικές δυνάμεις θεώρησαν ότι υπήρχε δυνατότητα εάν όχι για ήττα της Ρωσία, τουλάχιστον για σημαντική φθορά που θα αύξαινε τη δυσαρέσκεια σε βάρος του ίδιου του Πούτιν (πιθανώς στην κλίμακα της ανατροπής του).
Το γεγονός ότι δεν επιτεύχθηκαν οι αρχικοί στόχοι και οι κίνδυνοι που υπήρξαν να υπάρξουν μεγάλες απώλειες των ρωσικών δυνάμεων οδήγησε στην αλλαγή τακτικής, με μεγαλύτερη έμφαση στην κατάληψη των περιοχών του Ντονμπάς που είχαν παραμείνει υπό ουκρανική σε περιοχές του Νότιου, από τη Μαριούπολη μέχρι την Χερσώνα.
Αυτό συνδυάστηκε με τον συστηματικό βομβαρδισμό, με χρήση αεροσκαφών, ρουκετών και βλημάτων πυροβολικού των ουκρανικών στρατιωτικών υποδομών.
Η ιδιαιτερότητα του μετώπου
Σε αντίθεση με άλλες περιοχές όπου το επίδικο των πολεμικών επιχειρήσεων είναι η κατάληψη περιοχών που η θέση ή γεωμορφολογία τις καθιστά σημαντικές και τους επιτρέπει να είναι από μόνες τους οχυρές θέσεις ή θέσεις που μπορούν να μετατραπούν σε οχυρές, στην Ουκρανία έχουμε να κάνουμε με μεγάλες πεδινές εκτάσεις, με μόνα φυσικά όρια τις κοίτες των ποταμών. Οι μόνες οχυρές θέσεις είναι οι πόλεις, όπου οι αμυνόμενοι μπορούν να αντέξουν αρκετά και αυτό εξηγεί τις μάχες γύρω από κατοικημένες περιοχές. Η γραμμή του μετώπου είναι πολύ μεγάλη και δεν υποστηρίζεται από γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά. Αυτό σημαίνει ότι είναι και πιο εύκολο να «σπάσει». Σε ένα τέτοιο μέτωπο συχνά είναι προτιμότερη η υποχώρηση παρά ο εγκλωβισμός που μπορεί να έχει πολλές απώλειες και η ανασύνταξη. Αυτή φάνηκε να είναι η τακτική του ρωσικών δυνάμεων και στο νότο και κυρίως στα βορειοανατολικά. Πιθανώς αυτό να είχε και ορίζοντα τον εγκλωβισμό σε δεύτερο χρόνο και αυτού που σπάει το μέτωπο.
Τα χαρακτηριστικά των αντιμαχόμενων πλευρών
Ιδιαίτερη σημασία έχουν και τα γνωρίσματα που έχουν οι αντιμαχόμενες ένοπλες δυνάμεις.
Η Ρωσία έχει μεταφέρει μεγάλες δυνάμεις στην περιοχή, αλλά όχι μια «πανστρατιά» και σε μεγάλο βαθμό έχει στηριχτεί στην υπέρτερη δύναμη πυρός που έχει και σε μια προσπάθεια αποφυγής απωλειών. Και αυτό αντιστοιχεί στην έννοια της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης».
Αντιθέτως, η Ουκρανία, μια χώρα 44 εκατομμυρίων κατοίκων, έχει κάνει πολεμική παγκινητοποίηση. Προφανώς και δεν είναι το σύνολο του ένοπλου δυναμικού της εξίσου αξιόμαχο – για παράδειγμα αρκετές μονάδες με εμπειρία στις διαρκείας συγκρούσεις στο Ντονμπάς έχουν υποστεί σοβαρές απώλειες πλέον – όμως ποσοτικά είναι σημαντικό. Επίσης, ένα μέρος τους πια έχει περάσει και από εκπαίδευση με συμμετοχή δυτικών εκπαιδευτών. Κυρίως, υπάρχει μια σταθερή ροή οπλισμού από τη Δύση, συμπεριλαμβανομένων των συστοιχιών HIMARS που έχουν αυξήσει τα χτυπήματα πίσω από τις ρωσικές γραμμές, όπως και τα χτυπήματα για τη δημιουργία ανασφάλειας σε αμάχους.
Αυτό επιτρέπει στις Ουκρανικές δυνάμεις να μπορούν να συγκεντρώσουν δυνάμεις για στοχευμένες αντεπιθέσεις, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει το ίδιο το θέατρο των επιχειρήσεων και το μέτωπο, και να αξιοποιούν τον όγκο, τη δυνατότητα να αντέχουν απώλειες και τον δυτικό εξοπλισμό. Αυτό φαίνεται να γίνεται σε αυτή τη φάση, κυρίως στα βορειοανατολικά.
Βεβαίως, την ίδια στιγμή η Ρωσία κάνει ό,τι μπορεί να επιφέρει σημαντικές απώλειες την ώρα που επιμένει στον «εκδικητικό» βομβαρδισμό ουκρανικών θέσεων και υποδομών.
Ανατροπή συσχετισμού;
Σε αυτή τη βάση θα ήταν αρκετά βιαστικό να μιλήσουμε για ανατροπή του συσχετισμού. Σίγουρα υπάρχει ένα συμβολικό και πραγματικό πισωγύρισμα για τις ρωσικές δυνάμεις. Η στροφή στην ανάγκη υπεράσπισης περιοχών που είχαν τεθεί υπό έλεγχο, όπως στη Χερσώνα ή η αποχώρηση από περιοχές δημιουργεί καθυστερήσεις στα σχέδια «ενσωμάτωσης», π.χ. με διεξαγωγή τοπικών δημοψηφισμάτων. Όμως, δύσκολα μπορούν να χάσουν τον κύριο όγκο των εδαφών που έχουν μέχρι τώρα καταλάβει, ενώ διαθέτουν αρκετά περιθώρια και να αντεπιτεθούν και να συνεχίσουν να καταστρέφουν οπλισμό και υποδομές της Ουκρανίας.
Επιπλέον, παρά τη συνεχή τροφοδοσία της Ουκρανίας με οπλισμό – παρότι από κάποιες χώρες η κλίμακα έχει περιοριστεί – αυτό δεν αναιρεί τις σημαντικές απώλειες που έχει και η ουκρανική πλευρά. Ούτε δείχνουν αυτή τη στιγμή οι ουκρανικές δυνάμεις να είναι σε θέση να πετύχουν ανατροπές σε όλη τη γραμμή του μετώπου.
Σημαντικό στοιχείο και ότι μέχρι τώρα τουλάχιστον, στις περιοχές που έχουν περάσει στον έλεγχο των δυνάμεων της Ρωσίας και των «Λαϊκών Δημοκρατιών» δεν φαίνεται να υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κίνημα αντίστασης κατά των ρωσικών δυνάμεων.
Αποδυναμωμένος Πούτιν;
Πλευρά οποιασδήποτε εκτίμησης του συσχετισμού δύναμης είναι και αυτή που αφορά την κατάσταση στο εσωτερικό της Ρωσίας και τη θέση του Πούτιν και της στρατηγικής που εκπροσωπεί.
Εκεί θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος ότι ανεξαρτήτως των όποιων επικρίσεων υπήρξαν το τελευταίο διάστημα και παρά την υπαρκτή κόπωση από τις επιπτώσεις του πολέμου, δεν φαίνεται να υπάρχει μεγάλο κύμα δυσαρέσκειας κατά του Πούτιν. Ούτε φαίνεται τόσο πιθανό ένα ενδεχόμενο ανατροπής του με «ανακτορικό πραξικόπημα».
Ας μην ξεχνάμε ότι η Ρωσία θα έχει μια μάλλον μικρή μείωση του ΑΕΠ της, καθώς όλο αυτό το διάστημα έχει συνεχίσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου προς όλες τις χώρες που δεν έχουν επιβάλει κυρώσεις.
Άλλωστε, ένα σημαντικό τμήμα του πλανήτη θεωρεί ότι μπορεί να έχει οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων χωρών όπως η Κίνα και η Ινδία, κάτι που φάνηκε και στο Ανατολικό Οικονομικό Φόρουμ που έλαβε χώρα στο Βλαδιβοστόκ από τις 5 έως τις 8 Σεπτεμβρίου.
Η κατάσταση των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων
Την ίδια στιγμή η κατάσταση των ουκρανικών ενόπλων εξακολουθεί να έχει την αντίφαση ανάμεσα στους μεγάλους αριθμούς διαθέσιμου δυναμικού, την εύλογη ζέση που συνεπάγεται το γεγονός ότι πρόκειται για στρατιώτες που υπερασπίζονται εθνικό έδαφος, την ύπαρξη δυτικού οπλισμού με το γεγονός ότι δεν διαθέτουν την ίδια εμπειρία, ούτε την ίδια εκπαίδευση, ούτε την ίδια συνολική δύναμη πυρός με τις ρωσικές δυνάμεις.
Ποιος ορίζοντας για την ειρήνη;
Σε αυτή τη φάση είναι δύσκολο να πει κανείς ποιος είναι ο ορίζοντας της σύγκρουσης. Με βάση τα σημερινά δεδομένα φαντάζει δύσκολη μια συνολική ανατροπή του συσχετισμού, χωρίς αυτό να αποκλείσει και άλλες ουκρανικές αντεπιθέσεις, που όμως φαίνεται ότι θα απαντιούνται με κλιμακούμενη καταστροφή πολιτικών και όχι στρατιωτικών υποδομών. Ενδεικτικές οι ρωσικές επιθέσεις σε υποδομές ηλεκτροδότησης την Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου.
Την ίδια στιγμή φαίνεται να αναπτερώνεται το ηθικό των δυνάμεων στη Δύση που επιμένουν σε έναν στόχο ήττας της Ρωσία, πράγμα που σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η ροή οπλισμού, την ώρα που όλα δείχνουν ότι οι ευρωπαϊκές χώρες προσανατολίζονται στο να θεωρούν δεδομένη τη διακοπή της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Μάλιστα, μπορεί κανείς να αναμένει το αμέσως επόμενο διάστημα ακόμη και αύξηση της ροής οπλισμού προς την Ουκρανία και από ευρωπαϊκές χώρες, παρότι χώρες όπως η Γερμανία εξακολουθούν να αρνούνται να στείλουν τεθωρακισμένα άρματα μάχης.
Ωστόσο, αυτό το ενδεχόμενο της ρωσικής «ήττας» εξακολουθεί να περνάει από συγκεκριμένες δυσκολίες, κυρίως ως προς τη διάστασης της συνολικής ανατροπής.
Την ίδια στιγμή είναι σαφές ότι ο τρόπος με τον οποίο έχει πολωθεί πλέον η εχθρότητα ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία, σημαίνει ότι δύσκολα μπορούν στον βραχύ χρόνο να υπάρξουν πρωτοβουλίες για πολιτική διαπραγμάτευση και έξοδο από την πολεμική βία.
Πολύ πιο πιθανό φαντάζει από όλες τις πλευρές να υπάρξει η μέγιστη επένδυση στη διαμόρφωση συσχετισμό στο ίδιο το έδαφος των πολεμικών επιχειρήσεων. Μόνο που αυτό σημαίνει παράταση του πολέμου και των τραγικών επιπτώσεών του.