Στις 20 Σεπτεμβρίου 1971 έφυγε ένας από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους της ελληνικής ποίησης και των γραμμάτων γενικότερα, ο Γιώργος Σεφέρης.

Τα πρώτα χρόνια και η διπλωματική καριέρα

Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ» την επομένη του θανάτου του: «Ο Γιώργος Σεφέρης, με το πραγματικό του όνομα Γιώργος Σεφεριάδης, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου 1900 στη Σμύρνη. (…) Έρχεται  με την οικογένειά του στην Αθήνα το 1914 και το 1918 πηγαίνει στο Παρίσι όπου μένει , σπουδάζοντας “νομικά και πολλή λογοτεχνία” ως το 1924.

»Το 1926 διορίζεται ακόλουθος στο υπουργείο των Εξωτερικών και υπηρετεί διαδοχικά, από το 1931 ως το 1934 στο Γενικό Προξενείο Λονδίνου, από το 1936 ως το 1938 ως πρόξενος στην Κορυτσά και από το 1938 ως το 1941 ως προϊστάμενος της Διευθύνσεως Εξωτερικού Τύπου, στο υφυπουργείο Τύπου και Πληροφοριών.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 21.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

»Μετά την κατάληψη της Ελλάδος από τα γερμανικά στρατεύματα, ο Γιώργος Σεφέρης ακολουθεί την ελεύθερη κυβέρνηση στην εξορία και υπηρετεί πρώτα, το 1941, στην ελληνική πρεσβεία στην Νότιο Αφρική, και, από το 1942 ως την απελευθέρωση, στη διεύθυνση Τύπου και πληροφοριών της ελληνικής κυβερνήσεως στο Κάιρο».

Οι σταθμοί της διπλωματικής του καριέρας είναι πολλοί και από το 1957 ως το 1962 φτάνει να αναλάβει τη θέση του έλληνα πρεσβευτή στο Λονδίνο.

Οι πρώτοι στίχοι

«Τους πρώτους του στίχους ο Γιώργος Σεφέρης είχε γράψει το 1914, μαθητής ακόμα στην Σμύρνη. Ποιήματα είχε αρχίσει να συνθέτη από το 1924 και το 1928 δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε περιοδικό μία μετάφρασή του – ήταν η “Βραδιά με τον κύριο Τεστ” του Βαλερύ.

Με τη σύζυγό του, Μάρω

Βραβεύσεις

»Ο Γιώργος Σεφέρης είχε λάβει το 1947 το Έπαθλο Παλαμά. Το 1960 είχεν ανακηρυχθή επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ και το 1961 είχε τιμηθή με το αγγλικό βραβείο “Ουίλλιαμ Φόϋλ”, το οποίο για πρώτη φορά δόθηκε σε συλλογή μεταφρασμένων ποιημάτων.

»Το 1963 του απονεμήθηκε – πρώτη φορά σε Έλληνα δημιουργό – από την Σουηδική Ακαδημία το Βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας, το 1964 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης και Οξφόρδης, το 1967 εξελέγη επίτιμος εταίρος του Ινστιτούτου Ανωτάτων Σπουδών του Πανεπιστημίου του Πρίνστον και τον Ιούνιο εφέτος, εξελέγη επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών».

Η κηδεία που έγινε διαδήλωση

Η είδηση του θανάτου του κατέκλεισε τα εγχώρια αλλά και διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία. Η Ελλάδα, από το 1967, βρίσκεται «στον γύψο» της Χούντας των Συνταγματαρχών. Η κηδεία του θα λάβει τη μορφή μιας πάνδημης διαδήλωσης κατά της Δικτατορίας.

«ΤΑ ΝΕΑ», 21.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ» στις 21 Σεπτεμβρίου:

«Όλα τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία καθώς και οι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί μετέδωσαν εκτενή τηλεγραφήματα από την Αθήνα για το θάνατο του τιμημένου με Βραβείο Νόμπελ (1963) Έλληνος ποιητού με μακρά στοιχεία για τη ζωή, το έργο και την πνευματική προσφορά του».

«ΤΑ ΝΕΑ», 21.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο Μίκης τηλεγραφεί στη Χούντα

Τον Απρίλιο του 1970, η διεθνής κατακραυγή είχε αναγκάσει τη Δικτατορία να απελευθερώσει τον κρατούμενο Μίκη Θεοδωράκη και έκτοτε ο συνθέτης βρίσκεται αυτοεξόριστος στο Παρίσι.

Στις 22 Σεπτεμβρίου 1971, «ΤΑ ΝΕΑ» δημοσιεύουν το τηλεγράφημα του Μίκη προς τη Χούντα με το οποίο ζητά να παρευρεθεί στην κηδεία του Γιώργου Σεφέρη.

«Ο ραδιοσταθμός του Λονδίνου μετέδωσε χθες το βράδυ ότι ο συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης όταν ανηγγέλθη ο θάνατος του Γ. Σεφέρη απέστειλε τηλεγράφημα προς τον πρεσβευτή της Ελλάδος στο Παρίσι. Το τηλεγράφημα έχει ως εξής:

«Στενός συνεργάτης του Γιώργου Σεφέρη, ζητώ να μου παρασχεθή άδεια διαρκείας 24 ωρών, όπως δυνηθώ να παραστώ στην κηδεία του.

Μίκης Θεοδωράκης«»

Τελικά δεν στάθηκε δυνατό να είναι παρών ο Θεοδωράκης στην κηδεία του. Παρόντα όμως ήταν τα τραγούδια του, με τα οποία πλήθος συγκεντρωμένων μετέτρεψε την τελετή σε αντιδικτατορική διαδήλωση.

«ΤΑ ΝΕΑ», 23.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ», της 23ης Σεπτεμβρίου 1971:

«Το Γιώργο Σεφέρη συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία προσωπικότητες του πολιτικού, επιστημονικού, πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου, αλλά και απλοί άνθρωποι του λαού με τη φορμά της δουλειάς.

»Αλλά η μεγάλη, η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που κατευόδωσαν τον Ποιητή στο μεγάλο του ταξίδι ήταν νέοι, κυρίως φοιτηταί του Πανεπιστημίου, σπουδασταί άλλων Ανωτάτων Σχολών, αλλά και εργαζόμενοι νέοι.

»Οι νέοι έσπευσαν να σηκώσουν το νεκρό στα χέρια τους, στο Νεκροταφείο, οι νέοι έφεραν τα πολυάριθμα στεφάνια, οι νέοι άρχισαν να τραγουδούν τον Εθνικό Ύμνο, το μελοποιημένο από το Μίκη Θεοδωράκη ποίημα του Σεφέρη «Άρνηση» και το κρητικό δημοτικό τραγούδι «Πότε θα κάνη ξαστεριά».

»Οι νέοι άρχισαν να φωνάζουν συνθήματα. Οι νέοι ήταν εκείνοι που κατέκλυσαν από πολύ νωρίς το Ναό. Ήδη στις 3 μ.μ., ο Ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στην Πλάκα, ήταν ασφυκτικά γεμάτος, καθώς και όλοι οι γύρω δρόμοι και τα πλήθη εξακολουθούσαν να προσέρχονται ολοένα πυκνότερα.

(…)

Κατά το Ασσοσιέιτεντ Πρες, περί τα 3000 άτομα έξω από το ναό που κηδεύθηκε ο Σεφέρης, κραύγαζαν “Δημοκρατία – Ελευθερία” και τραγουδούσαν γνωστό τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη.

»Κατά το αυτό πρακτορείο, η κηδεία του ποιητή Σεφέρη ήταν η πρώτη ευκαιρία για τους Έλληνες να εκφράσουν τα αισθήματά τους, από την εποχή της κηδείας του Γεωργίου Παπανδρέου, την οποίαν είχον παρακολουθήσει 250.000 άτομα, κραυγάζοντας συνθήματα εναντίον του καθεστώτος».

«ΤΑ ΝΕΑ», 23.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ανάμεσα στους «διανοούμενους του Παρισιού» που απέστειλαν τηλεγράφημα στα «ΝΕΑ» για τον χαμό του Γιώργου Σεφέρη και δημοσιεύθηκε από την εφημερίδα στις 23 Σεπτεμβρίου 1971.

«Οι Έλληνες διανοούμενοι που βρίσκονται μακριά από την πατρίδα συμμετέχουν στο μέγα πένθος για τον θάνατο του Γιώργου Σεφέρη και τιμούν τον ποιητή και τον άνδρα, το έργο του και τους αγώνες τους».

Το στεφάνι που έστειλε ο Μίκης Θεοδωράκης στη μνήμη του Σεφέρη έγραφε:

«Στον μεγάλο μας ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ που δόξασε την Ελλάδα. Μίκης Θεοδωράκης»

«ΤΑ ΝΕΑ», 21.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»