Αν και έγινε δημοσία δαπάνη, καθώς επρόκειτο για τον αρχηγό του κράτους του Ηνωμένου Βασιλείου, το ακριβές κόστος της κηδείας της βασίλισσας Ελισάβετ δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη από την κυβέρνηση της Βρετανίας. Σύμφωνα με τα ταμπλόιντς αγγίζει τα 10 εκατομμύρια λίρες, χωρίς πιθανόν να συνυπολογίζονται τα έξοδα για τα δρακόντεια μέτρα ασφαλείας.
Η δε διαδικασία μετάβασης από την ιστορική 70ετή ηγεμονία της Ελισάβετ Β’ σε αυτή του Καρόλου Γ’ -συμπεριλαμβανομένων των εθνικών αργιών που κηρύχθηκαν για την κηδεία και θα κηρυχθούν για τη στέψη, της εκτύπωσης νέων νομισμάτων και χαρτονομισμάτων, γραματόσημων, διαβατηρίων και στολών για στρατό και αστυνομία- εκτιμάται ότι θα μπορούσε να στοιχίσει στο ήδη δοκιμαζόμενο από την οικονομική κρίση βρετανικό ΑΕΠ από 2,8 έως και 6 δισεκατομμύρια λίρες.
Καθώς λοιπόν η Βρετανία γυρνά «σελίδα» με το τέλος της δεύτερης ελισαβετιανής εποχής, η «Εταιρεία» -όπως είναι ατύπως το παρατσούκλι της βρετανικής βασιλικής οικογένειας- μπαίνει και πάλι μοιραία και αθόρυβα στο «μικροσκόπιο».
Στο «ζύγι» μπαίνουν από πολλούς τα υπέρ και τα κατά της μοναρχίας και, κυρίως, το ισοζύγιο μεταξύ των εσόδων που φέρνει το «brand» της βασιλικής οικογένειας και των υψηλών λειτουργικών εξόδων της.
Πολλώ μάλλον όταν τα τελευταία καλύπτονται σε σημαντικό ποσοστό από τα λεφτά των -σήμερα υπό φτωχοποίηση- Βρετανών φορολογουμένων, άμεσα και έμμεσα.
Από τη μια τσέπη, στην άλλη
Μεγάλο μέρος τους πηγαίνει στο λεγόμενο Sovereign Grant: την κρατική Επιχορήγηση της Ηγεμονίας, που αφορά στην κάλυψη των εξόδων εκτέλεσης των επίσημων βασιλικών καθηκόντων -από δεξιώσεις και εθιμοτυπικές εκδηλώσεις, έως επίσημα ταξίδια- καθώς και της λειτουργίας και συντήρησης των παλατιών. Συμπεριλαμβανομένων ήτοι του προσωπικού.
Το ετήσιο κατ’ αποκοπή ποσό καταβάλλεται από το υπουργείο Οικονομικών, με έγκριση της Βουλής των Κοινοτήτων, ως μερίδιο επί των κερδών από την διαχείριση του Κτήματος του Στέμματος υπό την εποπτεία ανεξάρτητου φορέα.
Το λεγόμενο Crown Estate είναι μέρος της βασιλικής περιουσίας και ξεχωριστό από την ιδιωτική προσωπική περουσία του εκάστοτε μονάρχη, η μεταβίβαση της οποίας στον ή στην διάδοχο γίνεται αφορολόγητα, χάρη σε μια συμφωνία του 1993 με τη βρετανική κυβέρνηση για ειδική εξαίρεση από τον φόρο κληρονομίας 40% σε κληρονομιές περιουσιακών στοιχείων αξίας των 325.000 λιρών.
Στην περίπτωση του Καρόλου, η προσωπική ιδιωτική περιουσία που κληρονομεί από την Ελισάβετ υπολογίζεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια λίρες, με το ακριβές ποσό παραμένει ασαφές.
Τούτων λεχθέντων, το Κτήμα του Στέμματος -που δεν είναι δημόσια περιουσία, ούτε όμως και τμήμα της προσωπικής ιδιοκτησίας του μονάρχη- αποτελεί ένα βαρύ χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων.
Μεταξύ πολλών, περιλαμβάνει ακίνητα συνολικής αξίας άνω των 14 δισεκατομμυρίων λιρών, εκ των οποίων πολλά στο κεντρικό Λονδίνο, συμπεριλαμβανομένης όλης της Ρίτζεντ Στριτ (έναν από τους πιο εμπορικούς δρόμους στο Γουέστ Εντ).
Το ιπποδρόμιο του Άσκοτ στο Μπερκσάιρ. Περί τα 8.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γεωργικής γης και δασικών εκτάσεων, συμπεριλαμβανομένου του Μεγάλου Πάρκου του Ουίνδσορ.
Ορυχεία αργύρου και χρυσού. Πάνω από το ήμισυ των ακτών του Ηνωμένου Βασιλείου και σχεδόν ολόκληρο τον βυθό του, μαζί με τα δικαιώματα εκμετάλλευσης: από υπεράκτια αιολικά πάρκα, έως την αλιεία σολωμού.
Δούναι και λαβείν
Η διαχείριση και ο έλεγχος των εσόδων του Κτήματος του Στέμματος παραχωρήθηκε το 1760 στο υπουργείο Οικονομικών από τον τότε βασιλιά Γεώργιο Γ’, απαλλάσσοντας τον μονάρχη από την ευθύνη πληρωμής των εξόδων του κράτους, συμπεριλαμβανομένων της δημόσιας διοίκησης και υπηρεσιών, της εθνικής άμυνας και του χρέους.
Σε αντάλλαγμα έλαβε κρατικές επιχορηγήσεις, που από το 2012 ενοποιήθηκαν στο Sovereign Grant με την καταβολή του 15% επί των κερδών σε βάθος διετίας από την αξιοποίηση της Κτήσης του Στέμματος.
Από το 2016 ωστόσο αυτό το μερίδιο αυξήθηκε στο 25% για μια δεκαετία, προκειμένου να καλυφθούν τα έξοδα της εν εξελίξει πια ανακαίνισης των Ανακτόρων του Μπάκιγχαμ, αρχικού προϋπολογισμού 369 εκατομμυρίων λιρών.
Για την περίοδο 2021-2022 το Sovereign Grant ορίστηκε σε 86,3 εκατομμύρια λίρες. Ποσό που, όπως επισημαίνεται, αντιστοιχεί σε 1,29 λίρες ανά άτομο στο Ηνωμένο Βασίλειο ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ωστόσο η επιτάχυνση των εργασιών ανακαίνισης στα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ για τις ανάγκες του πλατινένιου ιωβηλαίου της βασίλισσας Ελισάβετ, τον περασμένο Ιούνιο, αύξησε στην πραγματικότητα το συνολικό ποσό στα 101,4 εκατομμύρια λίρες (+17% σε ετήσια βάση).
Το έλλειμμα καλύφθηκε από εναπομείναντα κεφάλαια στο Sovereign Grant. Κοντολογίς από τα κρατικά ταμεία, καθώς υπάρχει νόμος που προβλέπει ότι ακόμη κι αν τα κέρδη από την αξιοποίηση του Κτήματος του Στέμματος μειωθούν μια χρονιά -όπως συνέβη εν μέσω πανδημίας- ο μονάρχης θα συνεχίζει να λαμβάνει την ίδια κρατική επιχορήγηση με το προηγούμενο οικονομικό έτος.
Τη νομική υποχρέωση για την κάλυψη του ποσού έχει το υπουργείο Οικονομικών, ακόμη και τώρα που η οικονομία και τα βρετανικά νοικοκυριά δέχονται ασφυκτικές πληθωριστικές πιέσεις.
Πηγή: instituteforgovernment.org.uk
Σπατάλες και «κρυφά» κόστη
Κατά τα λοιπά, με τη χαλάρωση των περιορισμών λόγω της COVID-19, οι καλυπτόμενες από την κρατική επιχορήγηση επίσημες δεσμεύσεις μελών της βασιλικής οικογένειας αυξήθηκαν. Μέσα στο τελευταίο οικονομικό έτος έφτασαν σε αριθμό τις 2.300, μεταξύ αυτών 26 επίσημα ταξίδια εντός και εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το κόστος τους αυξήθηκε κατά 1,3 εκατομμύρια λίρες, λόγω και της ακρίβειας των καυσίμων, φτάνοντας συνολικά τα 4,5 εκατομμύρια το 2021-2022.
Το πιο ακριβό ταξίδι ήταν μακράν η περιοδεία του Δούκα και της Δούκισσας του Κέιμπριτζ, Ουίλιαμ και Κέιτ, στην -φυγόκεντρων τάσεων την κυριαρχία του βρετανικού στέμματος- Καραϊβική, τον περασμένο Μάρτιο.
Πολλοί εν τω μεταξύ τονίζουν ότι το πραγματικό κόστος της βασιλικής οικογένειας για τον μέσο φορολογούμενο είναι κατά πολύ υψηλότερο από το Sovereign Grant, καθώς σε αυτό δεν περιλαμβάνονται π.χ. τα έξοδα ασφάλειας των μελών της βασιλικής οικογένειας και των ανακτόρων. Έργο το οποίο κυρίως αναλαμβάνει η Μητροπολιτική Αστυνομία.
Έτσι, σύμφωνα με την αντιμοναρχική οργάνωση Republic, εάν συνυπολογιστούν όλα τα καλυπτόμενα από το κράτος βασιλικά έξοδα, το συνολικό ετήσιο κόστος της μοναρχίας είναι πάνω από 340 εκατομμύρια λίρες. Πολλαπλάσιο δηλαδή της κρατικής επιχορήγησης του Sovereign Grant.
Επιπλέον, τα ξεχωριστά εισοδήματα της βασιλικής οικογένειας από τα δουκάτα του Λάνκαστερ και της Κορνουάλης παραμένουν επισήμως αφορολόγητα -μάλιστα με αυτό το δεύτερο να έχει επενδύσεις εκατομμυρίων επί διαχείρισης του Καρόλου σε υπεράκτιες εταιρείες, σύμφωνα με τα Paradise Papers.
Η δε ιδιοκτησία τους μεταβιβάζεται αντιστοίχως στον εκάστοτε μονάρχη και τον πρώτο στη σειρά διαδοχής, χωρίς καν την καταβολή φόρο κληρονομιάς.
Από το 1993 πάντως και έπειτα από μια περίοδο ύφεσης στη Βρετανία, η βασίλισσα Ελισάβετ και ο τότε πρίγκιπας Κάρολος άρχισαν να πληρώνουν σε οικειοθελή βάση φόρο για τα καθαρά κέρδη από τα δουκάτα, τα έσοδα από τα οποία (συνολικά περίπου 47 εκατομμύρια λίρες για το 2022) διοχετεύονται στην κάλυψη ιδιωτικών εξόδων της βασιλικής οικογένειας. Κάτι που έχει πολλάκις καταγγελθεί ότι καλύπτεται από πέπλο αδιαφάνειας.
Σχέδια επί χάρτου
Αντιμέτωπος με όλα αυτά και εξ αρχής με κύμα αμφισβήτησης -και δη ως προς την ικανότητά του να διατηρήσει την κυριαρχία του βρετανικού στέμματος στα εναπομείναντα 14 βασίλεια της Κοινοπολιτείας των Εθνών– ο νέος πια βασιλιάς Κάρολος Γ’ φέρεται από τον βρετανικό Τύπο έτοιμος να προχωρήσει ακόμη και σε ριζικές αλλαγές για να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα και την προοπτική της μοναρχίας.
Τα συνολικά 22 υψηλόβαθμα μέλη της βασιλικής οικογένειας του Ηνωμένου Βασιλείου χαρακτηρίζονται ήδη πάρα πολλά. Αρκετά χαρακτηρίζονται από πολλούς ανοιχτά ως περιττά και πιθανή αιτία κλιμάκωσης της κριτικής κατά της μοναρχίας, ενόσο στο Μπάκιγχαμ παραμένει πολύ βαριά η «σκιά» της αείμνηστης Νταϊάνα, του ατιμασμένου πρίγκιπα Άντριου και του ζεύγους των «επαναστατών του παλατιού», πρίγκιπα Χάρι και Μέγκαν Μαρκλ.
Ως εκ τούτου, ο Κάρολος φέρεται να εξετάζει περιορισμό σε έναν στενό κύκλο του αριθμού των μελών της βασιλικής οικογένειας που θα εκτελούν επίσημα καθήκοντα, καλύπτοντας τις υποχρεώσεις του θρόνου μιας πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας.
Όπως έχουν ήδη κάνει, δηλαδή, άλλοι εναπομείναντες βασιλικοί οίκοι στην Ευρώπη για να διατηρηθούν… εν ζωή στον 21ο αιώνα.
Σενάρια για «ψαλίδι»
Όχι τυχαία, στον βρετανικό Τύπο χύνεται τις τελευταίες ημέρες πολύ μελάνι για τους αποκαλούμενους «Super Seven»: τον Κάρολο και τη -Βασιλική Σύζυγο πια- Καμίλα, τον Ουίλιαμ και την Κέιτ, τα αδέλφια του Καρόλου πριγκίπισσα Άννα και πρίγκιπα Εδουάρδο, συν τη σύζυγό του τελευταίου, Σοφία, κόμισσα του Ουέσσεξ.
«Θα πρέπει να κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους σε ένα κοινό που βρίσκεται αντιμέτωπο με διπλασιασμό των λογαριασμών, στάσιμους μισθούς και ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού», σχολιάζει o βοηθός αρχισυντάκτη της εφημερίδας The Independent, Σον Ο’ Γκρέιντι.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα υπόλοιπα μέλη της βασιλικής οικογένειας -εξαιρουμένων όσων βρίσκονται ψηλά στη σειρά διαδοχής- θα έχουν τη δυνατότητα να διατηρήσουν τους τίτλους τους και ίσως κάποια προνόμια και καθήκοντα.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να μειώσει το πρόσθετο κόστος της ασφάλειας των κατώτερων μελών της βασιλικής οικογένειας και της κρατικής επιχορήγησης για τα επίσημα ταξίδια τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο στενός κύκλος της ανώτερων μελών της βασιλικής οικογένειας θα υποστεί στερήσεις.
Η επόμενη, ανά 5ετία αναθεώρηση των όρων της κρατικής επιχορήγησης του Sovereign Grant αναμένεται εν τω μεταξύ έως τον Απρίλιο του 2023.
Επιμύθιο
Ακόμη κι εάν πέσει τελικά… βασιλικό «ψαλίδι», πολλοί λένε ότι θα είναι για το θεαθήναι και για να σωθούν τα προσχήματα για τη διατήρηση ενός αναχρονιστικού θεσμού, που συνεχίζει πάντως να αποφέρει έσοδα μέσω του τουρισμού και του εμπορίου.
«Ο Βασιλιάς, σύμφωνα με τις περισσότερες μαρτυρίες για τον τρόπο ζωής του, δεν είναι τόσο λιτός όσο η μητέρα του», γράφει ο Ο’ Γκρέιντι.
«Καθώς μπαίνουμε στην εποχή των Τραπεζών Τροφίμων και των ισχυρότερων μεταπολεμικά πιέσεων στο βιοτικό μας επίπεδο, αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει κακή δημοσιότητα» για τον Κάρολο και τα ανάκτορα, τονίζει.
«Θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντικό εμπόδιο στη δημόσια αποδοχή του, μαζί με τη φήμη του για εκρήξεις θυμού και αγένειας, από τις οποίες έχουν ήδη δει αναλαμπές».
«Θα ήταν πολύ πιο ικανοποιητικό εάν η “Εταιρεία” λειτουργούσε πράγματι ως εταιρεία», υποστηρίζει, «με τα μέλη της οικογένειας να έχουν ουσιαστικά συμβάσεις και μισθούς και να υπάρχει λογοδοσία για όλα στον λαό και στο κοινοβούλιο».
Κι αφού δεν πληρώνουν τους φόρους που πράγματι τους αναλογούν, καταλήγει, «θα πρέπει να εθνικοποιήσουμε τα δουκάτα του Λάνκαστερ και της Κορνουάλης και όλα τα υπόλοιπα, που προέκυψαν από την παραμονή τους ως αρχηγοί κρατών για αιώνες».
Τα «όργανα» δείχνουν να έχουν ήδη αρχίσει…