Το ΔΝΤ, ο διεθνής οίκοs αξιολόγησης Moody’s -μέχρι και η Τράπεζα της Αγγλίας, αν και σιωπηρά- κρούουν το «καμπανάκι» του κινδύνου. Σκιαγραφούν με τα πιο μελανά χρώματα τις προοπτικές για την οικονομία της μετα-Brexit Βρετανίας, μετά το σχέδιο για μείωση των φόρων επιχειρήσεων, μισθοδοσίας και εισοδήματος που παρουσίασε η νέα κυβέρνηση της –αμετανόητης– Λιζ Τρας. Πρόκειται επί τους ουσίας για… μπόνους στους πλούσιους.
Ο ένας μετά τον άλλο, οργανισμοί και αναλυτές προειδοποιούν για υψηλά ελλείμματα εν μέσω αυξανόμενου κόστους δανεισμού, ασθενείς προοπτικές ανάπτυξης, περαιτέρω εκτίναξη του πληθωρισμού, διεύρυνση των ανισοτήτων και υπονόμευση της νομισματικής πολιτικής. Αυτά, δε, σε μια οικονομία ήδη αντιμέτωπη με πληθωρισμό σε υψηλό 40ετίας και την αρχή μιας ύφεσης.
Έτσι, αντί να εγκαινιάσει μια εποχή οικονομικής ανάπτυξης, ο μίνι προϋπολογισμός που ανακοίνωσε ο νέος υπουργός Οικονομικών Κουάσι Κουάρτενγκ άνοιξε από την περασμένη Παρασκευή τον Ασκό του Αιόλου.
«Αποκαλύπτοντας μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές ύψους 45 δισεκατομμυρίων λιρών, παράλληλα με τα προσωρινά μέτρα στήριξης για τους λογαριασμούς ενέργειας, τρόμαξε τις χρηματοπιστωτικές αγορές με θεαματικό τρόπο», σχολιάσει ο Economist. Και δη «στο φόντο μιας κατάρρευσης στις αγορές ομολόγων, που αύξησε το κόστος δανεισμού ακόμη και για τις πιο αξιόπιστες κυβερνήσεις».
Έτσι, ο συνδυασμός των μεγαλύτερων φορολογικών περικοπών των τελευταίων 50 ετών με τη συνεπαγόμενη απότομη διόγκωση των κρατικών δαπανών και του δανεισμού προκάλεσε τεράστια αβεβαιότητα, κατάρρευση της στερλίνας και νέες πιέσεις στην Τράπεζας της Αγγλία για σημαντική αύξηση των επιτοκίων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πληθωριστικό σπιράλ.
Το γεγονός ότι το κυβερνητικό σχέδιο δεν συνοδεύτηκε από ανεξάρτητη οικονομική αξιολόγηση του Γραφείου Υπευθυνότητας Προϋπολογισμού «έδωσε την εντύπωση ότι ο Κουάσι Κουάρτενγκ κρυβόταν από την πραγματικότητα», γράφει στο New Statesman ο πρώην σκιώδης υπουργός Οικονομικών των Εργατικών, Τζον ΜακΝτόνελ.
«Ξέχασε ότι ο ριζοσπαστισμός πρέπει να συνοδεύεται από αξιοπιστία», σχολιάζει. Κι έτσι «ενίσχυσε την πεποίθηση ότι ο μίνι προϋπολογισμός ήταν ένα τεράστιο στοίχημα βασισμένο περισσότερο στην [πολιτική] ιδεολογία, παρά στην οικονομική επιστήμη».
«Πρόχειρες λύσεις»
Παρά τις ένθεν κακείθεν προειδοποιήσεις, η Τρας δηλώνει αμετακίνητη, έτοιμη να λάβει «αμφιλεγόμενες και δύσκολες αποφάσεις» για την οικονομία. Η ανάπτυξη «δεν θα έρθει από τη μια μέρα στην άλλη», υποστήριξε σε ένα σερί δημόσιων τοποθετήσεων την Πέμπτη. Αν και βαλλόμενος πανταχόθεν, ο μίνι προϋπολογισμός -επέμεινε- βάζει το Ηνωμένο Βασίλειο «μακροπρόθεσμα σε καλύτερη τροχιά».
Ουσιαστικά η Ντάουνινγκ Στριτ επιδιώκει αύξηση του ΑΕΠ ως πανάκεια για όλα τα οικονομικά δεινά της χώρας, που την τελευταία 15ετία έχει βαλτώσει σε παραγωγικότητα. Ωστόσο «οι φορολογικές περικοπές είναι απλώς μια πρόχειρη λύση -δεν αντιμετωπίζουν το θεμελιώδες πρόβλημα», επισημαίνει σε ανάλυση ο Τζον βαν Ρίνεν, καθηγητής Οικονομικών στο LSE.
Για την ακρίβεια, παρατηρεί η Σάρα Ο’ Κόνορ των Financial Times, το σχέδιο που ανακοίνωσε η κυβέρνηση Τρας «δίνει μικρές λύσεις σε προβλήματα που δεν υπάρχουν, παρά μεγάλες λύσεις σε υφιστάμενα προβλήματα». Τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα ανήσυχα στις επόμενες κινήσεις.
Έπειτα από την «πυροσβεστική» μείζονα παρέμβασή της με έκτακτο πρόγραμμα αγοράς βρετανικών ομολόγων, η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένεται να ανακοινώσει έως τον Νοέμβριο αύξηση των επιτοκίων, που μοιραία θα επηρεάσει το κόστος δανεισμού.
Για τις 23 Νοεμβρίου έχει προαναγγείλει εν τω μεταξύ το υπουργείο Οικονομικών την ανακοίνωση ενός μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδίου, με το οποίο ευελπιστεί μεταξύ άλλων να καλμάρει τις αγορές, ενόσω οι Τρας και Κουάρτενγκ έχουν «στηλώσει τα πόδια».
Πολλοί ωστόσο εντός και εκτός του κυβερνώντος κόμματος των Τόρις προειδοποιούν ότι η 23η Νοεμβρίου φαντάζει «πολύ μακρινή».
Συνέδριο… φαγωμάρας
Στο φόντο αυτό της χαοτικής αρχής της νέας κυβέρνησης, ήδη πολλοί αναρωτιούνται πόσο καιρό θα καταφέρει τελικά να παραμείνει η Λιζ Τρας στη Ντάουνινγκ Στριτ. Αυτό, δε, ούτε ένα μήνα μετά την εκλογή της από τα μέλη των Τόρις με την ταμπέλα της «νέας Θάτσερ» κι ενώ επισήμως απομένουν περίπου δύο χρόνια μέχρι τις επόμενες προγραμματισμένες εκλογές στη Βρετανία.
Αμετακίνητο μέχρι στιγμής στις επιλογές του, το οικονομικό επιτελείο της Τρας «ποντάρει» ότι μέχρι τότε θα περάσει η «καταιγίδα». Όμως το κυβερνών κόμμα βρίσκεται ξανά σε αναβρασμό, φοβούμενο ότι η οικονομική και πολιτική ζημιά είναι ήδη τεράστια.
Κυριακή κοντή γιορτή, το κλίμα αυτό αναμένεται να φανεί στο ετήσιο συνέδριο των Τόρις, που αρχίζει στις 2 Οκτωβρίου στο Μπέρμιγχαμ. Μεταξύ αυτών που λέγεται ότι θα… λάμψουν δια της απουσίας τους είναι και ο Ρίσι Σούκακ: πρώην υπουργός Οικονομικών και αντίπαλος της Τρας για την κομματική ηγεσία, ο οποίος προειδοποιούσε εδώ και καιρό για το πόσο καταστροφικά θα είναι τα λεγόμενα Trussonomics.
Πολλοί Τόρις μιλούν για δυσανάλογο πολιτικό κόστος μιας αμφιλεγόμενης αποτελεσματικότητας οικονομικής πολιτικής, που ευνοεί υψηλότερα εισοδήματα, συρρικνώνει τις κοινωνικές δαπάνες και πλήττει τους δανειολήπτες. «Αν σπαταληθούν όλα αυτά τα χρήματα και δεν είναι δημοφιλές σε όλους, τότε αυτό το σχέδιο είναι πολύ επικίνδυνο», είπε ανωνύμως πηγή του κυβερνώντος κόμματος στους Times.
Την ανησυχία τους εντείνει η πρόσφατη εμφάνιση με «αέρα» μελλοντικού πρωθυπουργού του αρχηγού της νυν αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κιρ Στάρμερ, στο συνέδριο των Εργατικών που ολοκληρώθηκε στις αρχές της εβδομάδας.
Ο Στάρμερ «ανεβάζει στροφές για τις επόμενες εκλογές, εστιάζοντας στην οικονομία και προβάλλοντας τους Εργατικούς ως το κόμμα της δημοσιονομικής ευθύνης», έγραψε το Politico.
Προσώρας δείχνει να το καταφέρνει. Τελευταία δημοσκόπηση του YouGov για τους Times έδειχνε χθες τους Εργατικούς να αυξάνουν το προβάδισμά τους στις 33 μονάδες έναντι των Τόρις (54% έναντι μόλις 21%), στη μεγαλύτερη διαφορά που έχει καταγραφεί για οποιοδήποτε κόμμα, από οποιαδήποτε δημοσπόπηση, εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες.