O Ζάχος Χατζηφωτίου άφησε την τελευταία του πνοή δύο μέρες μετά τα γενέθλια του, στα 99 χρόνια του, συμπληρώνοντας σχεδόν έναν αιώνα ζωής, που θα έμοιαζε με καλογραμμένο μυθιστόρημα και σελίδες πλημμυρισμένες από χρυσόσκονη. Μπον βιβέρ, λάτρης του ωραίου φύλου, κοσμοπολίτης, συγγραφέας, εκδότης αλλά και πολύ καλός φίλος για πολλούς διάσημους και όχι μόνο. Ο Ζάχος ήξερε να περνά με όλους καλά, να γίνεται αγαπητός και η ψυχή της παρέας.
Διαβάστε επίσης: Ζάχος Χατζηφωτίου: Πέθανε σε ηλικία 99 ετών
Τα πρώτα χρόνια
Η καταγωγή του ήταν από τα Ψαρά. Η οικογένεια του έφυγε από το νησί το 1824, μετά την καταστροφή του από τους Τούρκους, και εγκαταστάθηκε αρχικά στη Σύρο και τελικά στην Αθήνα, στην Πλάκα, όπου και γεννήθηκε ο Ζάχος στις 28 Σεπτεμβρίου 1923.
Το σπίτι τους, ένα αρχοντικό κοντά στο μνημείο του Λυσικράτους, με υπέροχη θέα την Αθήνα. Αργότερα μετακόμισαν στην Κηφισιά.
Μαθητής των καλύτερων σχολείων της εποχής, της Σχολής Χιλ, του Κολλεγίου Ψυχικού, της Αναργυρείου Κοργιαλένειου Σχολής Σπετσών και γιος καθηγήτριας του Αρσακείου.Ο πατέρας του έμπορος, όπου στις αρχές του 1900 είχε ένα πενταώροφο μαγαζί στην οδό Ερμού, ένα κτίριο δια χειρός Τσίλερ.
Αποφοίτησε από το Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Αθηνών και φυσικά μιλούσε αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και αραβικά.
Η εποχή της κατοχής και η επιστροφή από τον πόλεμο
Στην Κατοχή, σε ηλικία 17 ετών, απέδρασε στην Αίγυπτο, όπου έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις, πρώτα ως στρατιώτης στους Ποντικούς της Ερήμου, στην πολιορκία του Τομπρούκ, και μετά συμμετέχοντας στην 3η Ορεινή Ταξιαρχία – Ρίμινι, η οποία μπήκε πρώτη στο Ρίμινι, όπου και παρασημοφορήθηκε.
Στα Δεκεμβριανά, η ταξιαρχία υπό τις διαταγές του ανέλαβε την εκδίωξη μικρού θύλακα του ΕΑΜ που είχε καταφύγει κοντά στο ρεύμα του Αρδηττού χωρίς θύματα, όπως υποστηρίζει ο ίδιος. Μετά το τέλος του πολέμου και την επιστροφή του εργάστηκε στις επιχειρήσεις της οικογένειάς του (βιομηχανία και εμπόριο υφασμάτων) μέχρι το 1956. Από το 1956 και μέχρι το 1962 διετέλεσε διευθυντής εκδοτικού οίκου στο Παρίσι.
Η ναυτιλία, η δημοσιογραφία, η αρθογραφία
Την περίοδο 1962-1970 δραστηριοποιήθηκε στη ναυτιλία και από το 1970 συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Συνεργάστηκε ως χρονογράφος στην εφημερίδα «Καθημερινή» (1974-1977), τον προσέλαβε η Ελένη Βλάχου, κατόπιν στον «Ταχυδρόμο», όπου ο Λαμπράκης του αναθέτει τη στήλη των κοσμικών με το ψευδώνυμο «Ίακχος», ακολουθούν από το 1975 τα «Νέα» και ως «ο Διακριτικός» από το 1977. Εργάστηκε στην τηλεόραση και έγινε γνωστός από την εκπομπή «Το πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου».
Συγγραφέας των βιβλίων «Τα εν οίκω… εν Δήμω», «Πωλείται Συνείδησις», «Συννεφιάζει και στη Μύκονο», «Πάντα την Κυριακή», «Ο Ίακχος κι εγώ», «100 εκπομπές», «Χιούμορ και ζωγραφική», «Τα Μονοπάτια του Πολέμου» και άλλα.
Ήταν μέλος του Ομίλου Αντισφαίρισης Αθηνών και τέως μέλος του ΔΣ της ΕΛΠΑ.
Η πολυποίκιλη προσωπική ζωή, οι έρωτες και οι 5 γάμοι
Η πρώτη γυναίκα που παντρεύτηκε ήταν μία γαλλίδα, κόρη στρατηγού. Ο πατέρας της ήθελε να εντάξει τον Ζάχο Χατζηφωτίου στον γαλλικό στρατό, ενώ εκείνος δεν ήθελε. Προσπαθούσε να τον πείσει σε σημείο που δεν άντεξε και αποφάσισε να χωρίσει μαζί της.
Μόλις τελείωσε η διαδικασία του διαζυγίου, δεν έχασε καθόλου χρόνο και προχώρησε σε γάμο με τη Δανάη Σωσσίδη, γόνο της οικογένειας Κύρου, που είχε την εφημερίδα «Εστία» όντας μόλις 27 ετών.
Με τη Δανάη Σωσσίδη, απέκτησαν μία κόρη τη Μανίτα, και εκείνη πολλά χρόνια αργότερα του χάρισε την πρώτη του εγγονή, τη Δωροθέα Πασχαλίδου, κινηματογραφική παραγωγός στο Hollywood.
Ο γάμος με την Τζένη Καρέζη, οι 500 καλεσμένοι και ο επεισοδιακός χωρισμός
Ο δημοσιογράφος – συγγραφέας, ταξίδευε αρκετά συχνά στη Γαλλία, οπότε και ο τρίτος γάμος του έγινε στο Παρίσι. Μετά τη Δανάη, ήρθε η τρίτη σύζυγος στη ζωή του, η Ιρέν, μία γαλλίδα που δούλευε στον οίκο Dior και αμέσως μετά από εκείνη παντρεύτηκε την Τζένη Καρέζη, που όπως είπε και ο ίδιος τον πολιορκούσε όσο ήταν μαζί με τη γαλλίδα σύζυγό του.
Με τη Τζένη Καρέζη παντρεύτηκε στις 7 Μαϊου του 1962, σε έναν γάμο που έγινε το κοσμικό γεγονός της χρονιάς. Το μυστήριο πραγματοποιήθηκε στη Φιλοθέη, με τον κόσμο που συγκεντρώθηκε έξω από την εκκλησία να ξεπερνά τους 5000. Πρόσκληση είχαν πάρει μόνο οι 500 από αυτούς ενώ στη δεξίωση που ακολούθησε παρέλασε όλη η κοσμική Αθήνα. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε λάμψει δια της απουσίας της, λόγω επαγγελματικού ταξιδιού της στο Λονδίνο. Κουμπάρα ήταν η αγαπημένη φίλη του ζευγαριού, η πλοιοκτήτρια Μάγια Καλλιγά.
«Η Τζένη Καρέζη με χώρισε από την πριγκίπισσα, την Ιρέν. Λύσσαξε… Έπαιρνε κάθε Δευτέρα το αεροπλάνο που δεν είχε θέατρο και ερχόταν σε μένα για μια νύχτα για να το μάθει η πριγκίπισσα. Το πρόσωπο της Τζένης ήταν πιο όμορφο από της Αλίκης», είχε αποκαλύψει ο ίδιος σε συνέντευξη του.
Ο πέμπτος γάμος του, έγινε με την τότε Μις Ελλάς, Κατερίνα Παπαδημητρίου,στη Μύκονο.
Ανάμεσα στους δεσμούς του ήταν και η Μιμή Ντενίση.
Οι περιπετειώδεις σχέσεις και οι θυελλώδεις γάμοι του διαρκούσαν 2 με 3 χρόνια, κρατώντας καλές σχέσεις μετά τους χωρισμούς.
«Οι γάμοι μου κρατούσαν από 2-3 χρόνια. Όταν χωρίζαμε ανταλλάσσαμε δώρα, κάναμε πάρτι μαζί με τη γυναίκα μου».
Πριν λίγα χρόνια, ένα χειρόγραφο σημείωμα της Τζένης Καρέζη προς τον πρώτο της σύζυγο, Ζάχο Χατζηφωτίου, είδε το φως της δημοσιότητας καθώς είχε αναρτηθεί σε σελίδα στο Instagram που φέρει το όνομα της αξέχαστης Ελληνίδας σταρ. Η Τζένη Καρέζη είχε γράψει το σημείωμα λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή, χτυπημένη από την επάρατη νόσο. Νωρίτερα, ο Ζάχος Χατζηφωτίου της είχε στείλει λευκά τριαντάφυλλα και μία κάρτα για εκείνη.
Tο χειρόγραφο σημείωμα της Τζένης Καρέζη
«Ζάχο μου,
Έστω και αργά σ’ ευχαριστώ για την τόσο ανθρώπινη, ζέστη και πολύ συγκινητική κάρτα σου. Δίπλα τα αστραφτερά λουλούδια τη φώτιζαν ακόμα πιο πολύ… Να’ σαι καλά… Με πολλή αγάπη, Τζένη.», έγραψε η Τζένη Καρέζη στο σημείωμα της.
Στο περιστατικό, είχε αναφερθεί και Ζάχος Χατζηφωτίου στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε μετά το θάνατο της ηθοποιού.
«Η Τζένη έφυγε και αναρωτιόταν «Γιατί εγω;» Και πόσο δίκιο είχε. Γιατί έπρεπε αυτό το χαρισματικό πλάσμα με το ατελείωτο ταλέντο να στερηθεί την χαρά της ζωής και να στερήσει τον κόσμο από την προσφορά της τέχνης; Αλλά είπαμε η μοίρα είναι σκληρή για τους καλούς και τους γενναίους και η Τζένη έμεινε γενναία ως το τέλος. Λίγο καιρό πριν το τέλος της έστειλα άσπρα τριαντάφυλλα που ήξερα πόσο τα αγαπούσε και μια κάρτα με δύο λόγια για εκείνη. Περάσανε αρκετές μέρες λίγα μα τόσο πονεμένα λόγια. Σε μερικές μέρες η Τζένη έφυγε. Την είδα για τελευταία φορά στο παρεκκλήσιο της Μητρόπολης. Αναπαυόταν επάνω σε άσπρα τριαντάφυλλα και ήταν ήρεμη, γαλήνια, μα τόσο όμορφη…», έγραψε στο βιβλίο του «Η Τζένη όπως τη γνώρισα».
To τέλος: «Έζησα όπως ήθελα»
«Έχω φροντίσει τα πάντα όσο αφορά την αναχώρησή μου από αυτόν τον κόσμο, θέλω να μην τρέξει κάνεις. Έχω πει στην κόρη μου να μην ασχοληθεί, τα χρήματα θα έρθουν να τη βρουν αυτομάτως. Ο τάφος μου στο πρώτο νεκροταφείο έχει ήδη την επιγραφή «Έζησα όπως ήθελα».