Περισσότερο από μια δεκαετία αφότου οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Ευρώπης και των αραβικών χωρών «βοήθησαν» στην ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι, η Λιβύη εξακολουθεί να μαστίζεται από βαθιές κρίσεις και αιματοχυσίες.
Διαβάστε επίσης: Λιβύη: Επεκτείνονται οι διαδηλώσεις μετά την εισβολή στο κοινοβούλιο
Οι υποστηριζόμενες από τα Ηνωμένα Έθνη προσπάθειες για τη συμφιλίωση των δύο αντιμαχόμενων κυβερνήσεων του πλούσιου σε πετρέλαιο έθνους έχουν βαλτώσει, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία «σπρώχνει» την κατάσταση της Λιβύης χαμηλά στη διεθνή ατζέντα, απομακρύνοντας την πιθανότητα μιας ειρηνευτικής διαδικασίας. Παράλληλα, οι βασικές δημόσιες υπηρεσίες καταρρέουν και το βιοτικό επίπεδο μειώνεται εν μέσω καλπάζοντος πληθωρισμού.
Διαβάστε επίσης: Λιβύη – Υποψήφιος για πρόεδρος ο γιος του Μουαμάρ Καντάφι
Η Salma El Wardany του δικτύου Bloomberg απαντά σε πέντε βασικά ερωτήματα σχετικά με τη λιβυκή κρίση, που δεν είναι άσχετη με το «μακρύ χέρι» του Ερντογάν στη χώρα και τις πρόσφατες εξελίξεις με το νέο τουρκολιβυκό παράνομο μνημόνιο, που θίγει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.
Τι κρύβεται πίσω χρόνια ταραχών;
Οι κρατικοί θεσμοί της Λιβύης αποσαθρώθηκαν κατά τη διάρκεια της 42χρονης δικτατορίας του Καντάφι, σημειώνει η αρθρογράφος.
Ως εκ τούτου, η ανατροπή του άφησε πίσω ένα κενό, το οποίο όμως έσπευσαν να καλύψουν μυριάδες πολιτοφυλακές, η σύνθεση πολλών εκ των οποίων βασίζεται σε φυλετικά κριτήρια.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μετά την ανατροπή του Καντάφι, αναδύθηκε παράλληλα και ένα βαθύ ρήγμα ανάμεσα στη δυτική πλευρά της χώρας που είναι περισσότερο πλούσια και στην ανατολική που φιλοξενεί μεγάλο μέρος της λιβυκής πετρελαιοπαραγωγής.
Έπειτα από τις εκλογές του 2014, η Λιβύη χωρίστηκε στα δύο, με την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ διοίκηση, που είχε την έδρα της στην Τρίπολη, να συγκρούεται με τον στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ και τον επονομαζόμενο Λιβυκό Εθνικό Στρατό, που είχε την έδρα του στα ανατολικά.
Η κατάπαυση του πυρός που επιτεύχθηκε έπειτα από διεθνή διαμεσολάβηση τον Οκτώβριο του 2020 οδήγησε σε μια νέα μεταβατική κυβέρνηση υπό τον πρωθυπουργό Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπέιμπα, ο οποίος υποτίθεται ότι θα καθοδηγούσε τη χώρα σε εκλογές στο τέλος του 2021.
Οι εκλογές ωστόσο αναβλήθηκαν εν μέσω νομικών διαφωνιών, με τον Ντμπέιμπα να παραμένει στην εξουσία. Αυτό εξόργισε τους βουλευτές στα ανατολικά, οι οποίοι διόρισαν έναν αντίπαλο πρωθυπουργό, τον Φάτι Μπασάγκα, με έδρα την πόλη της Σύρτης.
Πόσο ασταθής είναι η χώρα;
Η κατάπαυση του πυρός του 2020 οδήγησε σε μια περίοδο σχετικής ηρεμίας. Ωστόσο, τον Μάιο του 2022 ο Μπασάγκα επιχείρησε να εισέλθει στην Τρίπολη διεκδικώντας την εξουσία, με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν βίαιες συγκρούσεις.
Ο Μπασάγκα και οι προσκείμενες σε αυτόν δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να πάρουν την Τρίπολη. Ωστόσο, στο τέλος του περασμένου Αυγούστου ακολούθησαν νέες μάχες, που προκάλεσαν φόβους για επιστροφή ακόμη και σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο.
Παράλληλα, καμία από τις δύο κυβερνήσεις της Λιβύης δεν έχει καταφέρει να αποκαταστήσει πλήρως την τάξη στα εδάφη που ελέγχει, ούτε να κατασχέσει στο σύνολό τους τα όπλα που εκλάπησαν κατά την ανατροπή του Καντάφι.
Στο λιβυκό νότο, το κενό εξουσίας έχει επιτρέψει ακόμη και τη δράση μαχητών που πρόσκεινται στο Ισλαμικό Κράτος.
Παρ’ όλα αυτά, η ζωή στη χώρα συνεχίζεται, με τις κυβερνητικές υπηρεσίες (σύστημα εκπαίδευσης, συγκοινωνίες-μεταφορές κ.ά.) να παρέχονται από υπουργεία που χρηματοδοτούνται από τη διοίκηση που έχει την έδρα της στην Τρίπολη.
Ποιος έχει τώρα την εξουσία;
Ο Ντμπέιμπα, ο οποίος έχει διαμηνύσει ότι δεν πρόκειται να παραιτηθεί μέχρι να διεξαχθούν εκλογές, επωφελείται από την τουρκική υποστήριξη και έχει εδραιώσει τον έλεγχό του στην πρωτεύουσα, Τρίπολη, εκδιώκοντας εκείνες τις πολιτοφυλακές που θα μπορούσαν να απειλήσουν την κυριαρχία του.
Ο Μπασάγκα, από την άλλη πλευρά, προωθεί τη δική του άνοδο στην εξουσία.
Ο Χάφταρ εξακολουθεί να ελέγχει την ανατολική Λιβύη και είναι σε θέση να κινητοποιήσει σημαντικές ένοπλες δυνάμεις.
Ο πρόεδρος του κοινοβουλίου που έχει την έδρα του στα ανατολικά, Ακίλα Σάλεχ, ξεχωρίζει ως αντίπαλος του Ντμπέιμπα.
Τέλος, ο γιος του Καντάφι, Σαΐφ αλ-Ισλάμ, έχει και εκείνος τη φιλοδοξία να ηγηθεί, καθώς έκανε την επανεμφάνισή του στο τέλος του 2021 για να υποβάλει μια υποστηριζόμενη από την Ρωσία υποψηφιότητα για την προεδρία, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές πόση δημόσια υποστήριξη εκείνος έχει.
Τι ρόλο παίζει η διεθνής κοινότητα;
Η σύγκρουση στη Λιβύη είναι, εν μέρει, ένας πόλεμος δια αντιπροσώπων (proxy war) ανάμεσα σε ορισμένες από τις δυνάμεις της Μέσης Ανατολής.
Η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υποστηρίζουν τον Χάφταρ, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να νικήσει τις ισλαμιστικές ομάδες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ένα κομμάτι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Η Τουρκία, που είχε στενούς δεσμούς με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, υποστηρίζει τη διοίκηση της Τρίπολης.
Η Ρωσία έχει επίσης εμπλακεί, σε μια προσπάθεια να ανταγωνιστεί τα δυτικά συμφέροντα με φόντο αδύναμα αραβικά κράτη.
Η δυναμική άλλαξε τον περασμένο χρόνο, καθώς η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και σε μικρότερο βαθμό η Αίγυπτος αποκατέστησαν τους δεσμούς τους με την Τουρκία.
Οι Ευρωπαίοι επίσης ενδιαφέρονται, λόγω των τεράστιων αποθεμάτων πετρελαίου της Λιβύης, που είναι τα μεγαλύτερα της Αφρικής, και λόγω της θέση που εκείνη έχει στη Μεσόγειο.
Οι Ευρωπαίοι, ωστόσο, δεν έχουν παρουσιαστεί διατεθειμένοι να εμπλακούν στο βαθμό και με τη διάρκεια που απαιτούνται για την επίλυση της κρίσης. Αυτό που φαίνεται πως ενδιαφέρει περισσότερο τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι το να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί η Λιβύη ως σημείο μετάβασης για τους Αφρικανούς μετανάστες που προσπαθούν να διασχίσουν τη Μεσόγειο.
Τι έγινε με την παραγωγή ενέργειας;
Τα αποθέματα πετρελαίου της Λιβύης μπορούν να της εξασφαλίσουν τους πόρους που απαιτούνται για μια εθνική προσπάθεια ανοικοδόμησης και ανασυγκρότησης.
Για να γίνει ωστόσο αυτό, θα πρέπει προηγουμένως να ξεπεραστούν οι πολιτικοί καυγάδες.
Η παραγωγή είναι τώρα μόνο ένα κλάσμα αυτού που μπορεί να είναι. Πολιτοφυλακές και διαδηλωτές μπλοκάρουν συχνά αγωγούς, λιμάνια και πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, στην προσπάθεια να προωθήσουν τα όποια αιτήματά τους.
Η παραγωγή έπεσε κατακόρυφα μετά τον Απρίλιο και, εν συνεχεία, ανέκαμψε όταν άλλαξε η διοίκηση της κρατικής National Oil Corporation και επιτεύχθηκε μια συμφωνία για την εκτόνωση των εντάσεων ανάμεσα στη National Oil Corporation και το υπουργείο Πετρελαίου.
Οι δυσλειτουργίες εμποδίζουν τις προσπάθειες αναμόρφωσης των απαρχαιωμένων κακοσυντηρημένων ενεργειακών υποδομών της χώρας.
Παρόλα αυτά, εταιρείες όπως η γαλλική Total Energies, η ιταλική Eni Ιταλίας και η Royal Dutch Shell είναι έτοιμες να επενδύσουν δισεκατομμύρια δολάρια για την εκμετάλλευση των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Λιβύης, καθώς και για τις δυνατότητες που προσφέρει η βορειοαφρικανική χώρα στο μέτωπο της ηλιακής ενέργειας.