Το Ηνωμένο Βασίλειο απέκτησε πριν από έναν περίπου μήνα νέα πρωθυπουργό, τη Λιζ Τρας, η οποία ουσιαστικά σχημάτισε μια καινούρια κυβέρνηση, αποτελούμενη ως επί το πλείστον με πιστά σε αυτήν στελέχη των Τόρις.
Διαβάστε επίσης: Δεν έχει νομική ή πολιτική αξία το ρωσικό «δημοψήφισμα-φάρσα», δηλώνει η Μελόνι
Η Ιταλία, επίσης, ετοιμάζεται κι αυτή να αποκτήσει νέα κυβέρνηση, με επικεφαλής – πλην πολύ μεγάλου απροόπτου – την ηγέτιδα του ακροδεξιού κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, με τη στήριξη του Ματέο Σαλβίνι και του Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Οι παράλληλες πολιτικές εξελίξεις στις δύο χώρες και μέχρι σχετικά πρόσφατα εταίρους στην ΕΕ, ωστόσο, συνοδεύονται και από έντονους πονοκεφάλους στην οικονομία. Τόσο έντονους ώστε ορισμένοι δεν αποκλείουν να προκληθεί ένα κραχ, εν μέσω της πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας κρίσης που προκαλούν ο πόλεμος και η ακρίβεια στην ενέργεια και πολλά είδη πρώτης ανάγκης. Αυτό το σενάριο, όμως, τρομάζει πολλούς, συμπεριλαμβανομένων των αγορών, καθώς τόσο η Βρετανία όσο και η Ιταλία είναι πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν χωρίς να προκαλέσουν παγκόσμιο σοκ. Γι’ αυτό και οι κυβερνήσεις τους, όπως και οι εταίροι τους στο εξωτερικό, βρίσκονται ενώπιον πολύ δύσκολων αποφάσεων.
ΙΤΑΛΙΑ
Η Μελόνι και το «Πρώτα η Ιταλία»
Σε δηλώσεις που είχε κάνει πριν από τις εκλογές, η Τζόρτζια Μελόνι είχε φροντίσει να στείλει το μήνυμα προς τις Βρυξέλλες και τους εταίρους της Ιταλίας στην ΕΕ ότι «το πάρτι τελείωσε» και ότι στο εξής θα έχουν απέναντί τους μια Ρώμη η οποία θα έχει ως «οδηγό» στην πολιτική της το σύνθημα «Πρώτα η Ιταλία». Το Σάββατο, στην πρώτη της ουσιαστική ομιλία μετά τον εκλογικό θρίαμβο της 25ης Σεπτεμβρίου, η ιδρύτρια και επικεφαλής του πρώτου σε δύναμη κόμματος στο κοινοβούλιο και, κατά πάσα πιθανότητα, επόμενη πρωθυπουργός, επανέλαβε το μήνυμά της, αν και με διαφορετικά λόγια.
«Η Ιταλία οφείλει να επιστρέψει στη γραμμή της υπεράσπισης των εθνικών της συμφερόντων. Κι αυτό είναι κάτι που θα αλλάξει τους επόμενους μήνες» είπε χαρακτηριστικά μιλώντας στο Μιλάνο σε μια εκδήλωση την οποία διοργάνωνε το μεγαλύτερο αγροτικό λόμπι της χώρας, η Coldiretti. Η ίδια έσπευσε να διευκρινίσει, επίσης, ότι «αυτό δεν συνεπάγεται κάποια αρνητική στάση απέναντι στην Ευρώπη, αλλά μια θετική στάση για εμάς» – τονίζοντας, παράλληλα, πως «σημείο εκκίνησης πρέπει να είναι τα εθνικά μας συμφέροντα, επειδή και άλλοι κάνουν ακριβώς αυτό».
Το πακέτο-μαμούθ
Με την τελευταία της «αιχμή» η Μελόνι στόχευσε προς την πλευρά του Βερολίνου – και όχι τυχαία. Εξάλλου, αυτή την εβδομάδα η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα πακέτο-μαμούθ για την ενίσχυση των γερμανικών επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ύψους 200 δισ. ευρώ, όμως την ίδια στιγμή δεν μοιάζει να δείχνει… κατανόηση για τα αιτήματα και τις ανάγκες αρκετών εταίρων της, που βρίσκονται σε πολύ πιο δυσμενή δημοσιονομική θέση – όπως η Ιταλία, το χρέος της οποίας ανέρχεται στο 150% του ΑΕΠ. Για του λόγου το αληθές, η κυβέρνηση της Γερμανίας εμφανίζεται να αντιδρά τόσο στο αίτημα για την επιβολή πλαφόν στις τιμές αγοράς του φυσικού αερίου όσο και στην περαιτέρω ελαστικοποίηση των κανόνων για το χρέος και το έλλειμμα. Και, φυσικά, στην έκδοση ενός νέου γύρου ευρωομολόγων.
Υποχρεωμένη να πετύχει
Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι η Μελόνι μοιάζει υποχρεωμένη να πετύχει, καθώς σε διαφορετική περίπτωση δεν θα κινδυνεύσει μόνο η Ιταλία με κατάρρευση, οικονομική και πολιτική, αλλά και ολόκληρη η ΕΕ. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Βρυξέλλες, πέρα από τις (μάλλον ατυχείς) δηλώσεις της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τηρούν στάση αναμονής και εμφανίζονται διαλλακτικές, ενώ έσπευσαν να υποδεχτούν το εκλογικό αποτέλεσμα με την έγκριση μίας ακόμη δόσης, ύψους 21 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι ο ίδιος λόγος που κάνει τον απερχόμενο πρωθυπουργό, Μάριο Ντράγκι, να βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή με τη διάδοχό του, κάτι που παραδέχθηκε και η Μελόνι από το Μιλάνο.
Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι πριν από μερικές ημέρες, η «la Repubblica» είχε δημοσιεύσει ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο ο Ντράγκι έχει εγγυηθεί προσωπικά ότι η νέα πρωθυπουργός δεν θα πειράξει τους ακρογωνιαίους λίθους στην πολιτική της Ιταλίας και θα αποφύγει κάθε είδους «ακρότητες». Παρά δε το γεγονός ότι το δημοσίευμα διαψεύστηκε από το γραφείο του, είναι γνωστό πως όπου υπάρχει καπνός υπάρχει, συνήθως, και φωτιά.
ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ
Η Λιζ Τρας και το βέρτιγκο της στερλίνας
Ο «έρωτας» των Βρετανών για το νόμισμά τους και ο Τζορτζ Σόρος είναι οι δύο βασικές αιτίες που ναυάγησε οριστικά το σχέδιο για «ενσωμάτωση» και της στερλίνας στο ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα και το ευρώ πριν από τρεις δεκαετίες. Εδώ και μερικές εβδομάδες, ωστόσο, οι Βρετανοί είναι βέβαιο ότι αισθάνονται κάπως… άβολα – όπως ακριβώς και η στερλίνα, η ισοτιμία της οποίας πραγματοποιεί τη μία βουτιά μετά την άλλη και φλερτάρει με το (αδιανόητο ως πρόσφατα) ένα προς ένα με το δολάριο. Οι περισσότεροι, μάλιστα, δεν διστάζουν να δείξουν και τη νέα επικεφαλής των Συντηρητικών και πρωθυπουργό, Λιζ Τρας, ως υπεύθυνη για την παραπάνω εξέλιξη. Δεν θεωρούν τυχαίο, εξάλλου, το γεγονός ότι η πτωτική πορεία ακολούθησε (για την ακρίβεια, επιταχύνθηκε μετά από αυτό) τις ανακοινώσεις του υπουργού Οικονομικών, Κουάσι Κουαρτέγκ, για εκτεταμένες φοροαπαλλαγές, ακόμη και προς τους πιο πλούσιους Βρετανούς, μέσω της κατάργησης του ανώτατου συντελεστή του 45%.
Νερό στο κρασί της
Μπροστά στην κατακραυγή και τις έντονες επικρίσεις, ακόμη και από κορυφαία στελέχη των Τόρις, η Τρας αναγκάστηκε χθες να βάλει λίγο νερό στο κρασί της. Μιλώντας πριν από την έναρξη του ετήσιου συνεδρίου του Συντηρητικού Κόμματος – έξω από τον χώρο του οποίου, στο Μπέρμινγκχαμ, είχαν συγκεντρωθεί εκατοντάδες οργισμένοι πολίτες που αποδοκίμαζαν τα κυβερνητικά στελέχη και ειδικά το οικονομικό επιτελείο – η Τρας παραδέχθηκε πως θα έπρεπε να έχει προετοιμάσει καλύτερα το έδαφος πριν γίνουν οι συγκεκριμένες ανακοινώσεις. Επί της ουσίας, ωστόσο, δεν φάνηκε να κάνει ούτε βήμα πίσω από την πολιτική που έχει εξαγγείλει. Οπως δεν φάνηκε να πτοείται ούτε από τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, που δίνουν στην αντιπολίτευση των Εργατικών, του Κιρ Στάρμερ, προβάδισμα που φτάνει και τις 33 ποσοστιαίες μονάδες – μια διαφορά που, όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, όχι απλώς ανατρέπεται δύσκολα, αλλά καθιστά αβέβαιη την ολοκλήρωση της θητείας της κυβέρνησης. Και όχι μόνο αυτό, αλλά άφησε να εννοηθεί χθες ότι για να χρηματοδοτηθούν οι φοροαπαλλαγές ίσως χρειαστεί να περικοπούν οι δημόσιες δαπάνες, κάτι που αναμφίβολα θα πλήξει και τις κοινωνικές παροχές και θα εντείνει τη δυσαρέσκεια σε βάρος της.
Με την πλάτη στον τοίχο
Η αλήθεια, παρ’ όλα αυτά, είναι ότι η Τρας βρίσκεται ήδη με την πλάτη στον τοίχο, ενώ και η βρετανική οικονομία αντιμετωπίζει μία από τις χειρότερες κρίσεις εδώ και δεκαετίες. Αδιάψευστη απόδειξη αποτελεί και το γεγονός ότι έχει μπει στο στόχαστρο των μεγαλύτερων δυτικών οίκων αξιολόγησης οι οποίοι, αν και δεν έχουν προχωρήσει στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας, έχουν αναθεωρήσει επί τα χείρω τις προβλέψεις τους. Σε μια στιγμή, μάλιστα, κατά την οποία πληθαίνουν οι φωνές που αμφισβητούν κατά πόσο ήταν ορθή η επιλογή του Brexit – στο οποίο, υπενθυμίζεται, η Τρας αρχικά είχε αντιταχθεί, για να κάνει στη συνέχεια «κωλοτούμπα». Το σίγουρο είναι ότι η ανησυχία για την επόμενη μέρα είναι τόσο έντονη ώστε η Τράπεζα της Αγγλίας αναγκάστηκε να παρέμβει δυναμικά την περασμένη εβδομάδα, αναγγέλλοντας στήριξη των κρατικών ομολόγων και της στερλίνας «για όσο χρειαστεί». Αρκεί, όμως, αυτό για να αποτρέψει μια μεγάλη κρίση και μια ακόμη πολιτική ανατροπή, που θα κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο να μοιάζει… Ιταλία;