Η Σάρα Ζε (Sarah Sze) κατασκευάζει εγκαταστάσεις και γλυπτά από καθημερινά υλικά, συνδυάζοντας ευτελή αντικείμενα, φυτά, φωτογραφίες, καλώδια και υπολείμματα τροφίμων. Κατασκευάζει τα έργα της με το χέρι, χτίζοντας περίπλοκους πύργους που αψηφούν τη βαρύτητα και γεμίζουν τον χώρο όπου εκτίθενται.
Ενώ ακολουθεί ένα ιδιότυπο σύστημα ταξινόμησης ώστε η μεταβατική κατάσταση του έργου της να υποδηλώνει μια διαδικασία ανάπτυξης και αποσύνθεσης. Με ένα τέτοιο λεπτεπίλεπτο αλλά χωρικά οργανωμένο μικρόκοσμο τράβηξε την προσοχή των επισκεπτών στην Μπιενάλε της Βενετίας το 2013, καταλαμβάνοντας το αμερικανικό περίπτερο με το έργο της Triple Point. Η Σάρα Ζε η οποία ζει στη Νέα Υόρκη και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Columbia πρόσθεσε συνθέσεις και εγκαταστάσεις στο βιογραφικό της με σκοπό να παρουσιάσει την τέχνη ως νόημα, γνώση και έρευνα. Και μέσα από τα έργα της γλυπτά, πίνακες ζωγραφικής, κολάζ αναπτύσσει το όραμά της για την τέχνη ως ικανότητα που δίνει σχήμα στη σκέψη.
Μια σειρά από θραύσματα, κάποιες λεπτές χειρονομίες γλυπτικής που παραπέμπουν άλλοτε στις αρχαιοελληνικές Καρυάτιδες και άλλοτε σε στίχους της Εμιλι Ντίκινσον, μία εγκατάσταση βίντεο και ένας μηχανισμός καταμέτρησης του χρόνου αποτελούν το εργαστήριο των ιδεών της καλλιτέχνιδος έτσι όπως παρουσιάζεται στην Αθήνα, στους χώρους της γκαλερί Gagosian. Από το στούντιό της στη Νέα Υόρκη μέσω Ζoom μιλά για τους τρόπους που η κλασική αρχαιότητα και το αθηναϊκό παρόν σχετίστηκαν με το έργο της, ως μία πρόσκληση παρατήρησης του άπειρου.
Αγαπάτε τη ζωγραφική αλλά ασχολείστε με τη γλυπτική;
Κάνω το ίδιο πράγμα και με τα δύο μέσα. Η ζωγραφική είναι ο φακός μέσα από τον οποίο προσέγγισα τη γλυπτική τη δεκαετία του ’90. Από τη μελέτη της ζωγραφικής δανείστηκα το χρώμα, το σημάδι και τη σύνθεση για να ενημερώσω τη γλυπτική μου. Από την αρχιτεκτονική πήρα την κλίμακα, την κυκλοφορία και τη χρησιμότητα. Εκπαιδεύτηκα στη ζωγραφική γι’ αυτό και έβρισκα την ελευθερία μου κάνοντας γλυπτική.
Η γλυπτική μου επέτρεψε να ασχοληθώ με θέματα βαρύτητας, κινητικότητας, τοποθεσίας, να δω τα πράγματα στρογγυλά. Στο πώς μπορούσα να ξεχυθώ στον κόσμο με αυτόν τον πολύ σύνθετο τρόπο που δεν δεσμεύεται από το πλαίσιο του πίνακα. Οταν εξασκείσαι σε κάτι συγκεκριμένο γίνεσαι επικριτικός στο τι είναι καλό και κακό και δυσκολεύεσαι μέσα στο ακαδημαϊκό πλαίσιο να βρεις χώρο ελευθερίας για πειραματισμούς. Το ότι επέστρεψα στη ζωγραφική μετά από το διάλειμμά μου κάνοντας γλυπτική με απελευθέρωσε. Σχετιζόμουν με το έργο του Ράουσενμπεργκ, της Αγκνες Μάρτιν.
Εψαχνα για κάτι που δεν είχα δει προηγουμένως. Μετά την Μπιενάλε της Βενετίας το 2013 ένιωσα τη μεγάλη ελευθερία και ξεκίνησα να κάνω διαφορετικά έργα, τη σειρά των Timekeepers, τα βίντεο, τους πίνακες. Νομίζω ότι τότε έκλεισα ένα κεφάλαιο και προχώρησα με την τέχνη. Βλέπω την επιρροή της τής ζωγραφικής και της αρχιτεκτονικής στο περιεχόμενο του έργου. Μέσω της εμπλοκής της ζωγραφικής με την οικειότητα, τον αυτοσχεδιασμό και την αμεσότητα και το παιχνίδι της αρχιτεκτονικής με τη μνήμη, τη συμπεριφορά και την αφήγηση που δημιουργείται με την πάροδο του χρόνου.
Εξάλλου το τι είδους τέχνη κάνεις συνδέεται και με έναν τρόπο ζωής. Στα πρώτα χρόνια των σπουδών μου έβλεπα τους φίλους ζωγράφους κλεισμένους στα στούντιό τους και αναρωτιόμουν αν θα περνούσα τη ζωή μου μακριά από τον κόσμο. Μου άρεσε πιο πολύ να συνεργάζομαι με ομάδες, όχι η μοναχική παραγωγή έργου. Η γλυπτική και ειδικά οι εγκαταστάσεις σε δημόσια έργα σε φέρνουν κοντά με περισσότερους ανθρώπους. Στα νιάτα μου ήθελα να συνομιλώ με πολύ κόσμο. Τώρα που είμαι 53 και διδάσκω, έχω δύο παιδιά κι έναν σύντροφο που κάνει έξι δουλειές, λατρεύω το στούντιό μου, λατρεύω να κλείνω την πόρτα και να ζωγραφίζω όλη τη μέρα.
Τι σας έφερε στην Ελλάδα και πώς σχετίζεστε με τη χώρα;
Ξεκίνησε γύρω στο 1995-96 όταν αποφοιτούσα από τη σχολή καλών τεχνών και βρέθηκα σε μία ομαδική έκθεση καλλιτεχνών στη Θεσσαλονίκη και από τότε πάντα ήθελα να επιστρέψω εδώ. Ηταν επίσης και μία ελληνίδα καθηγήτρια τέχνης στο Columbia την οποία εκτιμούσα πολύ.
Αυτοί είναι οι άμεσοι σύνδεσμοί μου με τη χώρα. Αλλά πέρα από αυτό, νομίζω ότι η αμερικανική ανώτερη εκπαίδευση χρειάζεται στον κορμό της την αρχαία κλασική παιδεία. Είναι εξαιρετικό που τόσοι άνθρωποι μαθαίνουν την ελληνική μυθολογία. Πέρασα το τελευταίο έτος στο κολλέγιο μελετώντας αρχαία ιστορία. Και τώρα που η κόρη μου είναι στα 16 της διαβάζω μαζί της για το σπήλαιο του Πλάτωνα. Το έργο των φιλοσόφων είναι απαραίτητο να παραμείνει ενσωματωμένο στην αμερικανική εκπαίδευση.
Ενα από τα έργα μου στην έκθεση στην Gagosian της Αθήνας έχει τίτλο «Καρυάτιδες». Από παιδί ήμουν ενθουσιασμένη με τις Καρυάτιδες. Με το πώς αυτές οι γλυπτές φιγούρες με την αιθέρια ρευστή κίνησή τους – που δίνουν την εντύπωση ότι από στιγμή σε στιγμή θα μετακινηθούν – αποτελούν ταυτόχρονα ένα δομικό στοιχείο αρχιτεκτονικής στηρίζοντας το αρχαίο κτίσμα.
Πόσο εκπληκτική είναι η κόμμωσή τους, καθώς μέσα τους κρύβεται ο συμπαγής όγκος στήριξης του οικοδομήματος. Ολη αυτή κομψότητα του ανθρώπινου σώματος που καταγράφει η κίνηση των Καρυάτιδων και ταυτόχρονα όλη αυτή η κομψότητα της αρχιτεκτονικής τους παραμένει μία σύγχρονη ιδέα. Και αυτό ήταν που με ενδιέφερε να δείξω με το έργο μου στον χώρο της γκαλερί.
Τι είναι αυτό που κάνει καλά το Ιντερνετ;
Νομίζω ότι ανέβασε την ένταση του εξωτερικού κόσμου. Δεν είμαι αντίθετη στην τεχνολογία, αλλά δημιουργεί ένα αίσθημα λαχτάρας και επιθυμίας. Σε ξεγελά με την επιθυμία της πραγματικής εμπειρίας. Δεν το αγγίζεις, δεν το μυρίζεις.
Το νιώθεις, αλλά δεν το έχεις ποτέ. Οπότε στην πραγματικότητα σε αφήνει με μια αίσθηση απώλειας και αυτό είναι ένα πραγματικό συναίσθημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καλλιτεχνικό μέσο. Για μένα αυτό είναι το ισχυρότερο χαρακτηριστικό. Για παράδειγμα ο χώρος του δωματίου της γκαλερί όπου είναι το Travelers by streams and mountains, μοιάζει πράγματι σαν να βρίσκεσαι μέσα στο πλατωνικό Σπήλαιο Ιδεών και να συνειδητοποιείς ότι δεν πρόκειται ποτέ να έχεις την πραγματική εμπειρία. Αυτή η ιδέα γίνεται όλο και πιο σχετική στην εποχή του Ιντερνετ.
Και η μόδα των έργων NFT πώς νομίζετε ότι θα επηρεάσει μελλοντικά την τέχνη;
Δεν το γνωρίζω, αλλά και ποιος ξέρει; Είναι πολύ σύνθετη ερώτηση. Προσωπικά αν ήταν να ασχοληθώ ποτέ με το NFT θα το έκανα μόνο για φιλανθρωπικό σκοπό και το λέω αυτό χωρίς να θέλω να επικρίνω εκείνους που επιδίδονται τώρα σε αυτό το είδος. Δεν θα το έκανα για τα λεφτά, αλλά θα τα έδινα ας πούμε για να γίνουν καλύτερα δημόσια σχολεία. Αυτά που βλέπω στο Ιντερνετ δεν μου προξενούν οπτικά καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Δεν έχω δει κάποιο NFT έργο τέχνης που άλλαξε τη ζωή μου και άγγιξε την ψυχή μου ώστε να με κάνει να σκεφτώ τι σημαίνει που είμαι ζωντανή. Αυτή είναι μία βαθιά πνευματική εμπειρία που τη βιώνω όταν μπαίνω μέσα σε ένα μουσείο, όπως είναι το μουσείο της Ακρόπολης ή το μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και όχι όταν βλέπω στην οθόνη εκρήξεις χρωμάτων.
Είναι η τέχνη ένα πεδίο ψυχικής ανάτασης ειδικά τώρα που η ανθρωπότητα ζει σκοτεινές ώρες;
Για μένα η τέχνη πάντα είναι πεδίο ανάτασης. Η τέχνη είναι τεκμηρίωση, υπάρχει για να επικοινωνείς αυτό που είναι ζωή στο πέρασμα του χρόνου. Αυτό που είναι και τόσο ενδιαφέρον στην Αθήνα δηλαδή: είναι αυτός ο γάμος του αρχαίου παρελθόντος, του ιστορικού βάθους με το εντελώς σύγχρονο της παρούσας ζωής.
Η ποίηση της Εμιλι Ντίκινσον έχει συμβάλλει στην καλλιτεχνική σας δημιουργία;
Η Εμιλι Ντίκινσον θα είναι πάντα η λυδία λίθος μου. Με ελκύει η οικονομία των λέξεων και του χώρου της και η απέραντη κλίμακα της σκέψης της. Η οικονομία των στίχων της, το ότι μπορώ κάθε μέρα να διαβάζω ένα ποίημά της είναι σαν να τρώω ένα εξαιρετικό γεύμα. Αυτή η εναλλαγή της κλίμακας που έχει το βλέμμα της, από ένα καλάθι στο έδαφος και μετά ψηλά στον ουρανό… ή μία μύγα, που πεθαίνει… Σε μια στιγμή σου δίνει το τετριμμένο και ταπεινό και μετά κάνει άλμα σε ένα φιλοσοφικό στοχασμό για ζητήματα αιώνια, για το πέρασμα του χρόνου. Για μία σταγόνα νερό που πέφτει στο ποτήρι και ύστερα περνά στον ωκεανό. Κάνει αυτά τα γυρίσματα με τόση κομψότητα, ελαφρότητα και παιχνιδιάρικη διάθεση παντρεύοντας χιούμορ και θλίψη σε τέτοια μικρή φόρμα. Εμαθα από τον τρόπο της και προσπαθώ να ακολουθώ το δικό της μονοπάτι.