Ποια είναι η ρουτίνα σας όταν γράφετε;
Δεν μπορώ να γράψω χωρίς ν’ ακούω μουσική. Αν δεν ήμουν ποιήτρια, θα ήθελα να ήμουν μουσικός. Εχω σπουδάσει λίγο μουσική, έχω πάρει δίπλωμα στο ακορντεόν, παίζω λίγο κιθάρα και έχω αποπειραθεί να μάθω πιάνο.
Τι σας αρέσει ν’ ακούτε;
Συχνά όταν γράφω, βάζω το σάουντρακ του Μάρβιν Χάμλις από την ταινία «Κεντρί». Το έχω και σε βινύλιο. Εγραψα τον «Κλόουν» παρέα με αυτό τον ήχο. Οταν σταμάταγε ο δίσκος, διέκοπτα το γράψιμο, σηκωνόμουν, τον ξανάβαζα, ξανακαθόμουν και συνέχιζα. Κάθε μέρα αυτή η σκηνή εξελισσόταν – να με οδηγεί ο ρυθμός του ragtime (σ.σ.: έτσι ονομάζεται ο συγκεκριμένος ρυθμός στη μουσική της ταινίας «Κεντρί» που έγραψε ο Μάρβιν Χάμλις) έως ότου ολοκλήρωσα το βιβλίο.
Τι σας έδινε;
Ρυθμό, που είναι ένα από τα βασικότερα συστατικά της ποίησης και ο οποίος βέβαια χάνεται στη μετάφραση. Στην ποίηση παίζει ρόλο αν το επίθετο θα είναι τρισύλλαβο ή δισύλλαβο, οξύτονο ή παροξύτονο. Εχω περάσει μέρες ψάχνοντας να βρω το κατάλληλο, που θα μου έδινε τον ανάλογο ρυθμό στον στίχο. Ο ρυθμός δεν αποκλείει την ουσία.
Και έχει συναισθηματική ακρίβεια.
Βέβαια. Πολλές φορές έρχεται πρώτα ο ρυθμός και ακολουθεί το νόημα. Αλλωστε, όπως έχουν πει ο Στεφάν Μαλαρμέ και ο Μαρκ Στραντ (σ.σ.: σπουδαίος αμερικανός ποιητής, 1934-2014), «η ποίηση γράφεται με λέξεις, όχι με ιδέες».
Να τολμήσω να σας ρωτήσω ποιος είναι ο αγαπημένος σας ποιητής ή, αν θέλετε, ποια ήταν η πρώτη αγάπη σας – μιλώντας πάντα για την ποίηση;
Πραγματικά δεν μπορώ να ξεχωρίσω έναν, είναι πολλοί. Πάντως ένιωσα το πρώτο ξάφνιασμα μέσα από τα έργα του Ελιοτ. Επεσα με τα μούτρα. Πρέπει να ήμουν γύρω στα 18.
Διαβάσατε πρώτα ποίηση ή γράψατε;
Διάβαζα, και διάβαζα πολύ. Εψαχνα παντού να βρω αναγνώσματα γιατί στο σπίτι μου δεν υπήρχαν βιβλία.
Το γεγονός ότι είχατε ως οικογένεια οικονομική ευμάρεια, και μάλιστα σε δύσκολες εποχές, αλλά όχι βιβλιοθήκη, σας δημιούργησε έλλειμμα;
Οχι, γιατί αυτομάτως μου έδωσε ώθηση. Αρχισα να ψάχνω βιβλιοθήκες άλλων συγγενών που επισκεπτόμασταν. Αναρωτιέμαι κι εγώ πώς μου δημιουργήθηκε αυτή η επιθυμία. Σαν να γεννήθηκε μαζί μου. Μία από τις μεγαλύτερες ηδονές που θυμάμαι στη ζωή μου ήταν όταν η μητέρα μου μού έμαθε να διαβάζω χρησιμοποιώντας σπιρτόκουτα, πριν ακόμη πάω σχολείο. Μ’ έγραψαν κατευθείαν στη δευτέρα τάξη γιατί τα μαθήματα της πρώτης μού τα είχε μάθει όλα εκείνη.
Είχε μόρφωση, οπότε εξηγεί πώς αγαπήσατε το διάβασμα.
Της μητέρας μου της χρωστάω, κυρίως, γιατί με ακολούθησε στις επιθυμίες μου. Γι’ αυτό εξαίρω την ελευθερία εξίσου με την αγάπη. Δεν μου είπε ποτέ «όχι» σε ό,τι της ζητούσα.
Αρα είχατε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια στην Πάτρα.
Εν μέρει, γιατί ο πατέρας μου παντρεύτηκε ενώ δεν όφειλε. Δεν ήταν για οικογένεια.
Μποέμ;
Χαρτοπαίκτης. Εχασε πάρα πολλά χρήματα στον τζόγο. Είχαμε την καπνοβιομηχανία Σκούρτας και Λαϊνάς. Χάρη στα τσιγάρα βγάλαμε πέρα την Κατοχή. Ερχονταν οι Ιταλοί, έπαιρναν τσιγάρα και μας έδιναν τρόφιμα. Ενας είχε έρθει στον πόλεμο μαζί με το ακορντεόν του. Οταν επέστρεψε στην πατρίδα του, μας το άφησε. Ημουν πάρα πολύ μικρή, αλλά έχω κάποιες θολές εικόνες.
Αισθανθήκατε ποτέ ότι το διαζύγιο των γονιών σας άλλαξε τη ροή των γεγονότων της ζωής σας;
Οχι ιδιαίτερα γιατί ήθελα η μητέρα μου να είναι ευτυχισμένη και έβλεπα ότι δεν ήταν μαζί με τον πατέρα μου. Οταν έφυγε, ανακουφίστηκα γιατί ανακουφίστηκε εκείνη. Ετσι ήρθαμε στην Αθήνα.
Το μεγάλο αστικό περιβάλλον της μεγαλούπολης σας έδωσε τη δυνατότητα να χαθείτε στο πλήθος και να τολμήσετε να ελευθερωθείτε.
Ακριβώς. Η μητέρα μου είχε κουραστεί να ντύνεται άψογα με τακούνια για να πάει στον μανάβη να ψωνίσει, διότι γνώριζε ότι όλη η Πάτρα την παρακολουθεί. Η σχέση που είχα με τον πατέρα μου από την άλλη δεν ήταν δύσκολη ούτε η απουσία του μου στέρησε αυτό που λένε στο σινεμά ανδρικό πρότυπο. Δεν μου έλειψε τίποτα από τη ζωή μου. Εκανα αυτό που ήθελα. Ταξίδεψα, έζησα έρωτες, είχα τη μοναξιά ή την παρέα όταν την ήθελα, είχα και έχω καλούς φίλους. Δεν έχω παράπονο από τη ζωή. Αν ξαναζούσα, δεν θ’ άλλαζα τίποτα.
Τη δημιουργία όμως πάντα τη θρέφει ένα τραύμα.
Μπορεί, αλλά δεν είμαι διατεθειμένη να χάσω τον καιρό μου, ο οποίος είναι πολύτιμος, ψάχνοντας τραύματα της παιδικής ηλικίας. Εγραψα ένα κείμενο, «Το νόημα», όπου αφιερώνω πέντε έξι σελίδες εναντίον της ψυχανάλυσης. Ομως θα ξεχώριζα ως την πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου εκείνη που η μητέρα μου έχασε τα λογικά της. Πώς έφτασε εκεί; Ο πατέρας μου δεν ήταν παλαιών αρχών αλλά άξεστος. Ντυνόταν εξαιρετικά, αγόραζε ρούχα από το Λονδίνο, αλλά δεν έπλενε τα χέρια του πριν να φάει, δεν ήξερε να χορεύει. Ολα αυτά της έλειπαν. Ζήτησε από τον πατέρα μου διαζύγιο, εκείνος της το έδινε, αλλά η κοινωνία της Πάτρας τότε ήταν έτοιμη να την κατασπαράξει. Ηταν μια γοητευτική γυναίκα, η οποία προσπαθώντας να παντρευτεί εκείνον που ερωτεύτηκε οδηγήθηκε στο ψυχιατρείο.
Επώδυνο.
Τραυματικό. Πώς νιώθει κάποιος να χάνει αυτόν που αγαπάει πολύ, και μάλιστα όταν είναι μικρός; Η άμυνά μου σε αυτό που ζούσα και βεβαίως μου προκαλούσε πόνο ήταν να κάνω το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που έκανε η ευαίσθητη μητέρα μου. Αν ο απέναντι δηλαδή με παρακολουθεί από το παράθυρό μου, τι κάνω μέσα στο σπίτι μου, αδιαφορώ.
Η σχέση των γονιών σας διαμόρφωσε τον τρόπο που αντιμετωπίσατε τη ζωή σας, τους έρωτες;
Δεν το γνωρίζω. Σίγουρα δεν θέλησα ποτέ να παντρευτώ. Δεν αισθάνθηκα παιδί διαλυμένης οικογένειας. Απλώς η ιδέα του γάμου, της συνύπαρξης στο ίδιο σπίτι για χρόνια, μου ήταν εφιαλτική. Βαριόμουν.
Τι σας έβγαζε από την πλήξη – εκτός από έναν καινούργιο έρωτα;
Το διάβασμα. Τόση ώρα που είσαι εδώ βλέπεις πόσο καπνίζω. Ε, λοιπόν, όταν διαβάζω ή όταν γράφω, είμαι απολύτως απορροφημένη. Δεν ανάβω τσιγάρο ούτε πίνω. Φτιάχνω τον κόσμο που θέλω να ζήσω. Οταν διαβάζω και όταν γράφω.
Εχετε γενναία στάση απέναντι στη ζωή. Η πιο γενναία πράξη σας ποια θα λέγατε ότι είναι;
Να παραδεχτώ πως για ό,τι προβλήματα μου δημιουργούνται φταίω μόνο εγώ. Η μεγαλύτερη μάχη που δίνω είναι ν’ απαλλαγώ από τις ενοχές ή τον θυμό.
Ποια είναι η μεγαλύτερη ενοχή σας;
Οτι άφησα την αδελφή μου να πεθάνει μόνη της σ’ ένα νοσοκομείο. Ηταν μεγαλύτερη και με είχε βασανίσει στα παιδικά μου χρόνια – και σωματικά και ψυχικά. Επαιζε τον ρόλο της μητέρας μου, η οποία με άφηνε να βγαίνω μέχρι τις 11 το βράδυ ή να βλέπω το αγόρι μου. Εκείνη προσπαθούσε να μας χωρίσει γιατί, όπως καταλαβαίνεις, δεν δεχόμουν παθητικά τις επιθέσεις της.
Εξομαλύνθηκαν οι σχέσεις αργότερα;
Ναι, γιατί μου ζήτησε συγγνώμη. Βέβαια, δεν αισθάνομαι μόνο ενοχές για το ότι δεν μπόρεσα να είμαι δίπλα της όταν πέθανε, αλλά και για τη συμπεριφορά μου κατά τη διάρκεια του θανάτου της μητέρας μου. Αλλά σταματάω εδώ γιατί νομίζω ότι κοιτάζουμε από «κλειδαρότρυπα». Ας κρατήσουμε ότι έβρισκα πάντα καταφύγιο σε ό,τι μου συνέβαινε – ακόμη και σε περιόδους μεγάλης κατάθλιψης. Τότε αναγκαζόμουν να διαβάσω ξανά και ξανά κάτι μέχρι να το καταλάβω. Αυτό λειτούργησε θεραπευτικά. Να γράψω μόνο δεν μπορώ σε περιόδους κατάθλιψης. Τότε που τους βλέπεις όλους καλύτερους από σένα, που θεωρείς τον εαυτό σου ανάξιο. Ακόμη και όταν ήμουν στη μέση ενός μεγάλου έρωτα δεν μπορούσα να λειτουργήσω.
Ο έρωτας έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή σας;
Μεγάλο. Τον θεωρώ αντίδοτο του θανάτου.
Αν έπρεπε ν’ αφηγηθείτε ένα γεγονός της ζωής σας, αυτό θα ήταν η ιστορία ενός μεγάλου έρωτα;
Οχι. Θα μιλούσα γι’ αυτή την ελευθερία που απόλαυσα από νωρίς. Στα 17 μου η μητέρα μου με άφησε να πάω μόνη μου στη Γερμανία. Να θυμίσω ότι ήταν 1964 και οι άλλες μαμάδες δεν άφηναν τα κορίτσια τους να βγουν από το σπίτι. Η μητέρα μου με συνόδεψε στο τρένο και μου είπε «καλό ταξίδι».
Αυτό τροφοδότησε τη δημιουργία σας.
Σίγουρα. Εκανα παράτολμα πράγματα στη ζωή μου. Ολα μου τα ταξίδια τα έκανα σχεδόν άφραγκη. Εχω κοιμηθεί στον δρόμο, έχω κλέψει φαγητό από παντοπωλεία και βιβλία από βιβλιοπωλεία. Εχω πάει στην Ελβετία για ν’ ακούσω τον Κρισναμούρτι με το ντεσεβό. Είχα χρήματα μόνο για να φάω ένα σάντουιτς και να πιω ένα ποτήρι κρασί. Εχω κοιμηθεί σε νεκροταφείο και έχω ξυπνήσει με ήχους φλάουτου. Μας είχε παραχωρηθεί ένα σαλέ όπου κοιμόμασταν σε υπνόσακους. Η διπλανή μου είχε δύσπνοια και ροχάλιζε, οπότε αναγκάστηκα να πάρω τον υπνόσακό μου και να κοιμηθώ ανάμεσα στους νεκρούς.
Θα μου πείτε έναν στίχο από αυτούς που γράφετε και δεν έχουν εκδοθεί;
Θα σας πω γιατί αυτή είναι η τελευταία συνέντευξη που δίνω. Τα έχω πει όλα για τη ζωή μου. «Τρομερό να γυρίζεις σπίτι». Αν θέλετε, μπορείτε να τον συνεχίσετε.