Το μπαράζ των ρωσικών επιθέσεων της περασμένης Δευτέρας κατά ουκρανικών πόλεων είχε σχεδιαστεί εδώ και καιρό, ενώ η έκρηξη στη γέφυρα του Κερτς χρησιμοποιήθηκε από τους Ρώσους ως πρόσχημα για να δικαιολογήσουν τα πλήγματα αποκαλύπτει ο σερ Λόρενς Φρίντμαν, ομότιμος καθηγητής Πολεμικών Σπουδών στο King’s College του Λονδίνου στη συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».
Ο βρετανός καθηγητής, με εκτενείς γνώσεις, έρευνα και βιβλιογραφία σε θέματα πολέμου, στρατηγική θεωρία και ζητήματα πυρηνικών όπλων επισημαίνει επίσης ότι στην επικείμενη σύνοδο των ηγετών των G20, όπου αναμένεται να παρίσταται και ο ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι, όπως μας λέει, ενδεχομένως οι Ρώσοι να αναζητήσουν διπλωματικά περιθώρια. Θεωρεί, πάντως, ότι η Τουρκία δεν μπορεί να παίξει ρόλο ενεργού διαπραγματευτή.
Στην αρχή της συζήτησής μας τον ρωτήσαμε πώς βλέπει να εξελίσσεται ο πόλεμος; «Στα πεδία της μάχης τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει. Οι Ουκρανοί πιέζουν τους Ρώσους, αν και η ώθηση βρίσκεται σε ένα χαμηλό σημείο, ενώ και οι δύο προσπαθούν να αποκτήσουν καλύτερες θέσεις έναντι νέων επιθέσεων, αλλά οι πρωτοβουλίες βρίσκονται κυρίως στην πλευρά των Ουκρανών.
Οι Ρώσοι έχουν πολλά προβλήματα, αλλά δεν δίνεται τόσο μεγάλη προσοχή τώρα διότι δεν σημειώνεται τόσο μεγάλη ανάκτηση εδαφών από τους Ουκρανούς. Επιπλέον, η μερική επιστράτευση δεν αλλάζει κάτι βραχυπρόθεσμα, μακροπρόθεσμα μπορεί, αλλά όχι τώρα, διότι οι νεοσύλλεκτοι δεν έχουν εμπειρία ή έχει περάσει καιρός από τότε που την απέκτησαν, δεν έχουν εκπαίδευση ούτε κίνητρα» απαντά ο βρετανός ιστορικός και μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας.
Οσον αφορά την έκρηξη στη γέφυρα του Κερτς επισημαίνει ότι «αποτελεί ένα περίεργο συμβάν, διότι κανείς δεν έχει ακόμη κατανοήσει τι έγινε. Υπάρχει η υπόθεση ότι μπορεί να έγινε από τις ειδικές δυνάμεις της Ουκρανίας, αλλά υπάρχουν πολλά περίεργα χαρακτηριστικά σχετικά με την έκρηξη». Θεωρεί, πάντως, ότι βοηθά τους Ουκρανούς μέχρι ενός σημείου, διότι δυσκολεύει τον ανεφοδιασμό των Ρώσων.
«Τα ρωσικά χτυπήματα της περασμένης Δευτέρας δικαιολογήθηκαν από τους Ρώσους λόγω της έκρηξης στη γέφυρα, αλλά οι επιθέσεις είχαν σχεδιαστεί εδώ και καιρό, από ό,τι κατάλαβα από τις μυστικές υπηρεσίες. Χρησιμοποιήθηκε η έκρηξη ως πρόσχημα για να δικαιολογήσει ο Πούτιν τις επιθέσεις κατά ουκρανικών στόχων.
Ηταν φριχτές, αλλά δεν είναι κάτι που οι Ρώσοι δεν έχουν ξανακάνει, αν και όχι σε αυτό το μέγεθος και την ίδια μέρα. Αλλά το είδος των επιθέσεων δεν είναι διαφορετικό, και δεν είναι κάτι διαφορετικό στη στρατηγική των Ρώσων. Παίζει ρόλο εσωτερικά στη Ρωσία για να επιδείξει ο Πούτιν στους σκληροπυρηνικούς ότι οι αντιδράσεις είναι σκληροπυρηνικές, αλλά δεν σταματά τους Ουκρανούς από αυτό που κάνουν, και με λίγη τύχη θα επιταχύνουν την προμήθεια περισσότερου αμυντικού οπλισμού». Σχετικά με την πιθανότητα η Λευκορωσία να συμβάλει στις ρωσικές επιχειρήσεις ο κ. Φρίντμαν δηλώνει ότι «προφανώς ο Λουκασένκο βρίσκεται υπό την πίεση του Πούτιν, αλλά ο στρατός της Λευκορωσίας δεν είναι ικανός να προσθέσει κάτι σημαντικό στον πόλεμο».
Οσον αφορά τις απειλές Πούτιν για χρήση πυρηνικών ο κ. Φρίντμαν – συγγραφέας, μάλιστα με τον Τζεφ Μάικλς του βιβλίου «The Evolution of Nuclear Strategy» – επισημαίνει: «Τα πυρηνικά παίζουν σημαντικό ρόλο για τον Πούτιν προκειμένου να αποτρέψει άμεση ανάμειξη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στον πόλεμο και να αποτρέψει την προμήθεια στην Ουκρανία συστημάτων μεγάλης εμβέλειας.
Δεν νομίζω ότι ο Πούτιν θέλει να εγκαταλείψει την απειλή αυτή και η χρήση πυρηνικών θα οδηγούσε στη μη ύπαρξη, τελικά, της απειλής. Επιπλέον, η χρήση πυρηνικών στο πεδίο της μάχης είναι πολύ δύσκολη, ειδικά για συστήματα που δεν έχουν δοκιμαστεί, για πυραύλους που μπορεί να καταρριφθούν ή να χρησιμοποιηθούν λανθασμένα όταν ουκρανικές και ρωσικές δυνάμεις μάχονται σχετικά κοντά, οπότε στέκομαι με σκεπτικισμό έναντι μιας πιθανής χρήσης. Αλλά βέβαια έχουμε να κάνουμε με έναν ηγέτη, που έχει λάβει περίεργες αποφάσεις, και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι θα κάνει κάτι πολύ λανθασμένο. Δεν το τοποθετώ υψηλά στις προσδοκίες μου, αλλά είναι μια απειλή που πρέπει να παρακολουθούμε και να προσέχουμε».
Κατά τον βρετανό ειδικό «ο Μπάιντεν ανησυχεί πραγματικά για την πυρηνική απειλή και επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους είναι επιφυλακτικός σε ορισμένα θέματα και τολμηρός σε άλλα. Μέχρι τώρα οι ΗΠΑ έχουν σεβαστεί τις κόκκινες γραμμές. Ο κίνδυνος είναι ότι δίνεται μεγαλύτερη αξιοπιστία από ό,τι αξίζει σε αυτές της απειλές».
Προβλέπει ότι θα υπάρξει διπλωματική πρόοδος ή μια συνάντηση Μπάιντεν – Πούτιν; «Η Σύνοδος των ηγετών των G20 τον Νοέμβριο θα έχει ενδιαφέρον διότι θα είναι μάλλον και ο ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι παρών. Δεν νομίζω ότι ο Μπάιντεν θα θελήσει να συναντήσει τον Πούτιν.
Δεν θα θελήσει να φανεί ότι διαπραγματεύεται αντί του Ζελένσκι και δεν μπορώ να φανταστώ ότι ο Πούτιν θέλει να συναντηθεί με τον Ζελένσκι. Οπότε θα υπάρχουν αρκετές εικασίες στη διάρκεια της συνάντησης των G20 ειδικά αν οι Ρώσοι δεν έχουν καταφέρει να αντιδράσουν, και αντιμετωπίζουν ακόμη προβλήματα. Οι Ρώσοι θα ήθελαν να υπάρξουν διπλωματικά περιθώρια και μια συνάντηση Μπάιντεν – Πούτιν, αλλά ο Μπάιντεν δεν έχει να κερδίσει κάτι από μια τέτοια εξέλιξη και θα φανεί σαν να υπονομεύει τον Ζελένσκι, οπότε δεν φαίνεται να γίνεται».
Τον ρωτήσαμε επίσης για τον ρόλο της Τουρκίας. «Η Τουρκία έχει συμμετέχει σε διαπραγματεύσεις, αλλά είναι διαφορετικό να παρέχεις ευκολίες στις δύο πλευρές για να μιλήσουν και είναι άλλο να είναι ενεργός διαπραγματευτής.
Δεν έχω πεισθεί ότι η Τουρκία μπορεί να παίξει τέτοιο ρόλο. Το πρόβλημα με τις συμφωνίες δεν είναι ποιος μεσολαβεί, αλλά ποιος μιλά σε ποιον. Ο Πούτιν διεκδικεί εδάφη, ενώ η Ουκρανία επιδιώκει να τα επανακτήσει και δεν προτίθεται να τα παραχωρήσει. Οπότε δεν βλέπω πώς θα μπορούσε να γίνει διαπραγμάτευση, πώς θα ήταν μια συμφωνία». Εκτιμά πάντως ότι «αν οι Ρώσοι κρατήσουν τις γραμμές άμυνας μέχρι την άνοιξη τότε θα δούμε να αυξάνει η πίεση για κάποιου είδους διαπραγματευτική λύση που δεν θα ικανοποιεί την Ουκρανία. Για αυτό νομίζω η Ουκρανία θα συνεχίζει να πιέζει πιο σκληρά και εκτιμώ ότι θα τα καταφέρει. Δεν νομίζω ότι η Ουκρανία θα χάσει».