Εφυγε από τη ζωή στις 13 Οκτωβρίου ο Σταύρος Σαράφης. Ο γνωστός «Καίσαρας» του ΠΑΟΚ, ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της ομάδας με 136 γκολ στο πρωτάθλημα, τέταρτος στην ιστορία σε συμμετοχές με 358, μία από τις εμβληματικότερες μορφές στην ιστορία της ομάδας της Θεσσαλονίκης. Και ένας από τους σημαντικότερους αθλητές στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Γεννήθηκε στην Επανομή Θεσσαλονίκης στις 17 Ιανουαρίου 1950, άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο στα 17 του χρόνια φορώντας τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Και μέχρι τα 31 του, όταν και κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, δεν άλλαξε ποτέ ομάδα, μένοντας πιστός στον ΠΑΟΚ για μια ζωή.
Τα «ΝΕΑ» παρουσιάζουν σήμερα τους έλληνες ποδοσφαιριστές που βάδισαν στον δρόμο του Σταύρου Σαράφη. Εκείνους που είτε δεν άλλαξαν ποτέ φανέλα, είτε αποτέλεσαν σύμβολα μιας ολόκληρης εποχής για μια ομάδα. Ονόματα όπως ο Παπαϊωάννου, ο Μουράτης, ο Κούδας, ο Χατζηπαναγής, ο Καψής.
Μίμης Παπαϊωάννου
Ο Μίμης Παπαϊωάννου είναι ένας από τους κορυφαίους παίκτες που ανέδειξε το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η IFFHS τον αναγνώρισε ως τον κορυφαίο έλληνα ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα. Το 2003 ψηφίστηκε ως ο τρίτος καλύτερος έλληνας ποδοσφαιριστής από την ΕΠΟ για το εορτασμό των 50 χρόνων της ΟΥΕΦΑ, ενώ και πάλι η IFFHS το 2021 τον επέλεξε στην καλύτερη 11άδα όλων των εποχών του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ξεκίνησε την καριέρα του στην ομάδα της γενέτειράς του, τη Νέα Γενεά Νικομήδειας, έπαιξε στη Βέροια για δύο χρόνια και το 1962 πήρε μεταγραφή στην ΑΕΚ, εκεί όπου έμελλε να παραμείνει για μια ζωή. Με την ΑΕΚ αγωνίστηκε επί 17 συνεχείς περιόδους και μαζί της γνώρισε μεγάλες διακρίσεις. Κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα Α’ Εθνικής (1963, 1968, 1971, 1978, 1979) και τρία Κύπελλα Ελλάδας (1964, 1966, 1978). Επίσης, αναδείχθηκε δύο φορές πρώτος σκόρερ (1964, 1966). Συνολικά πέτυχε 234 γκολ, ρεκόρ για την εποχή, το οποίο κατέρριψε ο συμπαίκτης του, Θωμάς Μαύρος, 11 χρόνια αργότερα.
Γιώργος Κούδας
Ο «Μεγαλέξανδρος» του ΠΑΟΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Σαν να… γεννήθηκε στα αποδυτήρια της Τούμπας και να μην έφυγε ποτέ απ’ αυτά. Υπήρξε η αφορμή για να προκληθεί μια μεγάλη βεντέτα μεταξύ του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ η οποία κράτησε για πολλά χρόνια, καθώς εν έτει 1966 ο Κούδας αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό, αλλά ουδέποτε συμμετείχε σε επίσημο αγώνα αφού δεν δόθηκε η συγκατάθεση από τη διοίκηση του ΠΑΟΚ. Σε χρόνια που δεν υπήρχαν τα επαγγελματικά συμβόλαια μπορούσε να συμβεί αυτό, με τον Κούδα να μένει εκτός γηπέδων για δύο χρόνια. Επαιξε με τη φανέλα του ΠΑΟΚ από το 1963 έως το 1984 όταν σταμάτησε την καριέρα του. Συνολικά αγωνίστηκε σε 504 αγώνες πρωταθλήματος και σημείωσε 133 γκολ.
Βασίλης Χατζηπαναγής
Βάσει της ψηφοφορίας της ΕΠΟ για τον εορτασμό των 50 χρόνων της UEFA που έγινε το 2003, ο Βασίλης Χατζηπαναγής είναι ο κορυφαίος έλληνας ποδοσφαιριστής όλων των εποχών. Και όχι άδικα. Ο «Νουρέγιεφ», όπως τον αποκαλούσαν, γεννήθηκε στην Τασκένδη της τότε Σοβιετικής Ενωσης (σημερινό Ουζμπεκιστάν) το 1954 από πατέρα Ελληνοκύπριο και μητέρα Ελληνίδα. Επαιξε στην Παταχτόρ και την Ντιναμό Τασκένδης, αλλά όταν ήρθε το 1975 στην Ελλάδα έμελλε να ριζώσει σε μία ομάδα. Στον Ηρακλή, με τον οποίο αγωνίστηκε μέχρι το φινάλε της καριέρας του, το 1990. Μάλιστα όταν ήρθε στη Θεσσαλονίκη περίπου 1.000 φίλοι του Ηρακλή είχαν πάει στον σταθμό του τρένου προκειμένου να τον υποδεχτούν, καθώς ήδη η φήμη του είχε ταξιδέψει στα μέρη μας. Σημείωσε εννιά γκολ με απευθείας εκτελέσεις κόρνερ, αριθμός ρεκόρ. Το 1984 αγωνίστηκε στη Μικτή Κόσμου.
Ανδρέας Μουράτης
Γεννημένος στον Πειραιά, από γονείς προσφύγων της Μικράς Ασίας, ο Ανδρέας Μουράτης υπήρξε σύμβολο του Ολυμπιακού, στον οποίο αγωνίστηκε για δέκα χρόνια. Το 1945 ο θρυλικός φροντιστής του Ολυμπιακού, Τάκης Κτενάς, τον πήρε στα «τσικό» της ομάδας του Πειραιά και ήταν εκείνος που του έβγαλε δελτίο. Αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό από το 1945 έως το 1955, υπήρξε αρχηγός του όπως υπήρξε την ίδια περίοδο και αρχηγός της Εθνικής Ελλάδας, στην οποία αγωνίστηκε 16 φορές. Την εγκατέλειψε όταν ζήτησε από την ΕΠΟ την καταβολή οδοιπορικών για τους διεθνείς παίκτες, με την Ομοσπονδία να τον τιμωρεί με διετή αποκλεισμό. Του είχαν κολλήσει το παρατσούκλι «Μιζούρι» (από το αμερικάνικο θωρηκτό που ήταν αγκυροβολημένο στον Πειραιά), εξαιτίας της δύναμης που έβγαζε στο παιχνίδι του. Από το 1961 που σταμάτησε το ποδόσφαιρο έως και το 2000 που πέθανε έμεινε κοντά στον Ολυμπιακό, βοηθώντας τον σε διάφορα πόστα. Το σπίτι του ήταν δίπλα στο Στάδιο Καραϊσκάκη και σήμερα ο δρόμος που περνά μπροστά του έχει το όνομά του.
Ανθιμος Καψής
Ο Ανθιμος Καψής μεγάλωσε στον Πειραιά και ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τον Αστέρα Κερατσινίου. Το 1969 πήρε μεταγραφή στον Παναθηναϊκό και έκτοτε αγωνίστηκε με το τριφύλλι στο στήθος μέχρι το τέλος της καριέρας του, το 1984. Υπήρξε μέλος της θρυλικής ομάδας του 1971 που έφτασε έως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ. Πατέρας του Μιχάλη Καψή, πρωταθλητή Ευρώπης με την εθνική ομάδα το 2004, ο Ανθιμος αγωνιζόταν ως κεντρικός αμυντικός και συμμετείχε συνολικά σε 319 αγώνες της Α’ Εθνικής σημειώνοντας πέντε τέρματα.
Βαγγέλης Πανάκης
Είναι ένας από τους τέσσερις συνολικά ποδοσφαιριστές που έπαιξαν σε όλη τους την καριέρα μόνο στον Παναθηναϊκό. Ο Βαγγέλης Πανάκης αγωνίστηκε με την πράσινη φανέλα από το 1951 έως το 1965 και στην εποχή του θεωρείτο ένας εκ των κορυφαίων ποδοσφαιριστών στην Ελλάδα. Κέρδισε έξι πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο με τον Παναθηναϊκό, ενώ δούλευε και ως υπάλληλος της ΔΕΗ. Εγκατέλειψε την ενεργό δράση το 1965 σε ηλικία 32 ετών λόγω σοβαρών τραυματισμών και εν συνεχεία δούλεψε για αρκετά χρόνια ως προπονητής, ενώ διετέλεσε επίσης αντιπρόεδρος του ερασιτέχνη Παναθηναϊκού και για σχεδόν είκοσι χρόνια ήταν πρόεδρος των παλαιμάχων
Φραγκίσκος Σούρπης
Γεννημένος στις 4 Μαρτίου του 1943 στην Κηφισιά, ο Φραγκίσκος Σούρπης έπαιξε ποδόσφαιρο για 11 χρόνια, όλα στον Παναθηναϊκό. Από το 1962 έως το 1973 οπότε και τερμάτισε την καριέρα του σε ηλικία 30 ετών. Αγωνιζόταν στη θέση του κεντρικού αμυντικού, συμμετέχοντας σε 310 αγώνες της Α΄ Εθνικής. Με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε έξι πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα, ενώ ήταν μέλος της ομάδας του Γουέμπλεϊ. Επαιζε ως κεντρικός αμυντικός και μαζί με τους Βαγγέλη Πανάκη, Ανθιμο Καψή και Γιάννη Γκούμα είναι οι τέσσερις που δεν άλλαξαν ποτέ τη φανέλα του Παναθηναϊκού.
Γιάννης Γκούμας
Πήγε στον Παναθηναϊκό το 1992, ενσωματώθηκε στις ακαδημίες του και έμεινε εκεί για 17 συνεχόμενα χρόνια. Μέχρι το 2009 όταν αποφάσισε να ολοκληρώσει την καριέρα του. Από το 1995 έγινε επαγγελματίας και τότε έμελλε να αλλάξει η καριέρα του. Στις ακαδημίες ο Γιάννης Γκούμας αγωνιζόταν ως επιθετικός, αλλά ο Βασίλης Δανιήλ ήταν εκείνος που τον καθιέρωσε σαν κεντρικό αμυντικό. Κατέκτησε τρία πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα Ελλάδος με τον Παναθηναϊκό, ενώ ήταν μέλος της Εθνικής Ελλάδος που στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης το 2004. Σήμερα εργάζεται ως προπονητής.
Γιώργος Σιδέρης
Ο Γιώργος Σιδέρης υπήρξε ένας από τους πιο χαρισματικούς επιθετικούς όλων των εποχών στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Και ένας από τους ελάχιστους που στη δική του εποχή κατάφερε να πάρει μεταγραφή στο εξωτερικό, παίζοντας για έναν χρόνο στην Αντβέρπ του Βελγίου. Παίκτης θρύλος στην ιστορία του Ολυμπιακού, αγωνίστηκε σε εκείνον από το 1959 έως το 1970, πήγε στο Βέλγιο για να γυρίσει μετά από έναν χρόνο και να κλείσει την καριέρα του στην ομάδα που λάτρεψε και λατρεύτηκε. Το 1969 είχε καταταγεί 17ος στο δημοψήφισμα για τον καλύτερο παίκτη της Ευρώπης, πρώτος είχε ψηφιστεί ο Ιταλός Τζιάνι Ριβέρα. Επαιξε σε περισσότερους από 300 αγώνες και σημείωσε 222 γκολ με τη φανέλα του Ολυμπιακού.