Πριν από 82 χρόνια, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, κι ενώ ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος βρισκόταν σε εξέλιξη, η Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Ελλάδα και επιχείρει να καταλάβει την Ήπειρο και τα Επτάνησα.
Ο πρέσβης της Ιταλίας στην Ελλάδα, Εμμανουέλε Γκράτσι επισκέπτεται στις 3 τα χαράματα την οικία του έλληνα πρωθυπουργού και δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, επιδιδίδοντάς του τελεσίγραφο, με την απαίτηση του ιταλού φασίστα δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι να εκχωρήση η Ελλάδα κυρίαρχα δικαιώματά της.
Ο δραματικός διάλογος
Ο ίδιος ο Γκράτσι, στα απομνημονεύματά του περιγράφει τον δραματικό διάλογο που είχε με τον Μεταξά:
«Δέκα λεπτά πριν από τις 3 της νύχτας της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο στρατιωτικός μου ακόλουθος, ο διερμηνέας μου και εγώ, φθάσαμε στην καγκελόπορτα μιάς μικρής οικίας στην Κηφισιά, όπου έμενε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Στον φρουρό της οικίας είπα ότι επιθυμώ να δώ τον Πρωθυπουργό για κάτι πολύ επείγον.
»Ο φρουρός άρχισε να κτυπά το κουδούνι του εσωτερικού της οικίας, αλλά δεν ελάμβανε καμίαν απάντηση. Διερωτήθηκα εάν ήτο δυνατόν μια πρωθυπουργική κατοικία να μην απαντά αμέσως. Γιατί εγώ είχα εντολή να παραδώσω το τελεσίγραφον στις 3 π.μ. ακριβώς, της 28/10/1940, λόγω δε της προσπάθειάς μου να ακουσθεί το κουδούνι και να ανοίξει η πόρτα, η ώρα είχε ήδη φθάσει 3.
»Επιτέλους το κουδούνισμα ξύπνησε τον ίδιο τον Μεταξά, που έκαμε την εμφάνισή του σε μια μικρή πλαϊνή πόρτα και αναγνωρίζοντάς με, με άφησε να περάσω. Ο Μεταξάς φορούσε μια μάλλινη ρόμπα, από τον γιακά της οποίας φαινόταν ένα μετριότατο βαμβακερό νυκτικό.
»Μου έσφιξε το χέρι και με έβαλε να καθίσω σε ένα μικρό φτωχικό σαλόνι του σπιτιού. Μόλις καθίσαμε, και επειδή η ώρα ήταν λίγα λεπτά μετά τις 3, του είπα αμέσως ότι η Κυβέρνησίς μου, μου είχε αναθέσει να του εγχειρίσω προσωπικά ένα κείμενο, που δεν ήτο τίποτε άλλο, παρά το τελεσίγραφον της Ιταλίας προς την Ελλάδα, με το οποίον η Ιταλική Κυβέρνηση απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των στρατευμάτων της στον Ελληνικό χώρο, από τις 6 π.μ. της 28/10/1940.
»Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Μέσα από τα γυαλιά του, έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο, και με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή μου είπε:
-Μεταξάς: Λοιπόν έχουμε πόλεμο (Alors, c’ est la guerre*).
-Γκράτσι: Όχι απαραίτητα Εξοχότατε. Η ιταλική κυβέρνηση ελπίζει ότι θα δεχθείτε την αξίωσίν της και θ’ αφήσετε τα ιταλικά στρατεύματα να διέλθουν δια να καταλάβουν τα στρατηγικά σημεία της χώρας.
-Μεταξάς: Και ποια είναι τα στρατηγικά αυτά σημεία, περί των οποίων ομιλεί η διακοίνωσις;
-Γκράτσι: Δεν είμαι εις θέσιν να σας είπω, Εξοχότατε. Η Κυβέρνησίς μου δεν με ενημέρωσε… Γνωρίζω μόνον ότι το τελεσίγραφο εκπνέει εις τας 6 το πρωί.
-Μεταξάς: Εν τοιαύτη περιπτώσει η διακοίνωσις αυτή αποτελεί κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος.
-Γκράτσι: Όχι, Εξοχότατε. Είναι τελεσίγραφον.
-Μεταξάς: Ισοδύναμον προς κήρυξιν πολέμου.
-Γκράτσι: Ασφαλώς όχι, διότι πιστεύω ότι θα παράσχετε τας διευκολύνσεις, τας οποίας ζητεί η κυβέρνησίς μου.
-Μεταξάς: ΟΧΙ! Ούτε λόγος δύναται να γίνη περί ελευθέρας διελεύσεως. Ακόμη όμως και αν υπετίθετο ότι θα έδιδα μια τοιαύτην διαταγήν (την οποίαν δεν είμαι διατεθειμένος να δώσω), είναι τώρα τρεις το πρωί.
Πρέπει να ετοιμασθώ,να κατέβω εις τας Αθήνας, να ξυπνήσω τον Βασιλέα, να καλέσω τον Υπουργόν των Στρατιωτικών και τον αρχηγόν του Γενικού Επιτελείου, να θέσω εις κίνησιν όλες τις στρατιωτικές τηλεγραφικές υπηρεσίες, έτσι που μια τέτοια απόφασις να γίνει γνωστή στα πλέον προκεχωρημένα τμήματα των συνόρων.
Όλα αυτά είναι πρακτικώς αδύνατα. Η Ιταλία, η οποία δε μας παρέχει καν τη δυνατότητα να εκλέξωμε μεταξύ πολέμου και ειρήνης, κηρύσσει ουσιαστικώς τον πόλεμον εναντίον της Ελλάδος. (μετά από μια σύντομη παύση)
-Μεταξάς: Πολύ καλά λοιπόν, έχομεν πόλεμον».
Γράμματα από το μέτωπο
Από τις πρώτες κι όλας ημέρες του πολέμου τα «ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ» δημοσιεύουν επιστολές στρατιωτών από το μέτωπο.
Αγαπητέ μου θείε και θεία,
Σας φιλώ καθώς και τα εξαδέλφια μου.
Να με συγχωρήτε που άργησα να σας γράψω. Όχι από καμμίαν κακίαν.
Καθώς έχω γράψη και της Νουνάς μου να σας γράψη εκ μέρους μου, διότι εγώ τώρα δεν μου μένει καιρός ούτε καν για φαγητό εφόσον το βρωμερό έθνος η Ιταλία θέλησε να μας πάρη την ελευθερίαν μας και προσπαθούσε καθώς γνωρίζετε με τον πιο άτιμο τρόπο να μας βγάλη στον πόλεμο.
Θα προσπαθήσωμεν με ό,τι τρόπο μπορούμε να τους νικήσουμε έχοντας προστάτη το Θεό.
Και το αισχρό έγκλημα που μας έκαμαν της 15ης Αυγούστου της Παναγίας θα το πληρώσουν ακριβά.
Έως τώρα βαδίζομεν εμπρός, εύχομαι και ως το τέλος…
Σας φιλώ ο ανεψιός σας
Παναγιώτης
Οι αξιωματικοί Δημήτριος Ράμφος και Ιωάννης Χατζηκλιμάνογλου, ο υπαξιωματικός Νικόλαος Χαραλαμπίδης και ο στρατιώτης Γεώργιος Χατζηκωνσταντής βρίσκονται ανάμεσα στις δεκάδες χιλίαδες Ελλήνων που, από τον παγερό Οκτώβριο του ’40 ως την Άνοιξη του ’41, πολέμησαν ηρωικά στα βουνά της Ηπείρου υποχρεώνοντας σε μια ταπεινωτική ήττα τις πολλαπλάσιες σε αριθμό ιταλικές δυνάμεις.
Στις 26 Οκτωβρίου 1980 «ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ» δημοσιεύει ταχυδρομικές επιστολές από και προς το μέτωπο, τον μόνο τρόπο που είχαν όσοι πολεμούσαν και όσοι έμεναν πίσω, για να μοιραστούν όσα ζούσαν, σκέφτονταν και αισθάνονταν με τους δικούς τους ανθρώπους.
Γράμματα από το μέτωπο
Αποστολεύς: Αξιωματικός Δημήτριος Ράμφος
Φανή μου, η άνοιξις εδώ μύρισε, φαντάζομαι αυτού, τι ομορφιές θα έχεις, τα δεντράκια σου αυτού, τριγύρω τα μαγικά χορταράκια θα τα μαζεύεις και θα λέγεις «που είναι ο Μήτσος να φάει».
Αλλά, Φανή μου, τρώγω και εγώ, βάζω κανένα στρατιώτη και μου μαζεύει πότε – πότε και τα βράζει. Ως εκ τούτου να μη λέγεις ότι στερούμαι από κάτι τέτοια.
Σας φιλώ όλους.
Αγαπητά μου παιδιά Άγγελε, Ντόντο σας φιλώ πολλές φορές.
Αποστολεύς: Αξιωματικός Ιωάννης Χατζηκλιμάνογλου
Χθες έλαβα ένα σας γράμμα και σήμερα άλλο με ένα δεματάκι γλυκά και σαλάμια. Χάρηκα πολύ.
Σας ευχαριστώ και ιδιαιτέρως τη μαμά που με τα γλυκά της με έκανε και νόμισα πως ευρισκόμουνα στο σπίτι.
Την παραμονή του Αγίου Βασιλείου τής είχα στείλει τηλεγραφικώς 500 δρχ. στον Πολύβιο. Πιστεύω να τα έχει πάρει την ίδια μέρα.
Επίσης με ένα προηγούμενο γράμμα σάς έστειλα 3 φωτογραφίες μου διά να ικανοποιήσω την επιθυμία σας. Πιστεύω να τις ελάβατε.
Χαιρετισμούς στη μαμά, στη Μαρία, το Στέλιο, Πολύβιο, Κατίνα και εις όλους τους συγγενείς και γνωστούς.
Αποστολεύς: Υπαξιωματικός Νικόλαος Χαραλαμπίδης
Αγαπητή μου αδελφή,
Προχθες ήλθε ένας συνάδελφός μου, που έχει φωτογραφική μηχανή και μου έβγαλε φωτογραφία μαζί με τους άλλους συναδέλφους μου. Μόλις τη λάβω θα σας τη στείλω.
Τα λεμόνια να τα κόβεις σιγά – σιγά διά να δέσουν νέα τώρα την άνοιξη. Και το γλυκό, που έκανες με τα νεράτζια, εφόσον δεν επιτρέπουν να το στείλεις , καλύτερα να το φάτε στην υγειά μου».
Χθες μας έφεραν δυο κλίβανους και εγώ μεταξύ των πρώτων κλιβανίστηκα και τα ρούχα μου και τις κουβέρτες και έτσι ησυχάσαμε από τις ψείρες. Από υγείαν είμαι πολύ καλά και εύχομαι και όλοι σας να είσθε καλά.
Τώρα τελευταία μάς έρχονται τακτικά ελληνικά και εγγλέζικα αεροπλάνα και αερομαχούν με τα ιταλικά και έτσι κάθε ημέρα έχουμε γλέντι. Προχθές έπεσαν 30 ιταλικά και 2 εγγλέζικα, χθες 7 ιταλικά.
Εδώ που μένουμε είμαι πολλά πρόβατα και έχουμε γάλα άφθονο, σήμερα πήρα 2 οκάδες με τον Αξιωματικόν μου μαζί και έκανα ένα ριζόγλαο πρώτης τάξεως. Πολύ τακτικά φτιάχνομε ριζόγαλο, όταν θα έλθω στην Αθήνα θα το φτιάχνω εγώ, διότι έμαθα καλά.
Και αρνάκια του γάλακτος αγοράζουμε πολύ συχνά.
Εδώ έχω πιάσει ένα φίλο Αλβανό, που τον λέγουν Μιχάλη, είναι Χριστιανός και έχει πρόβατα. Κάθε ημέρα μού φέρνει 1 ½ οκά γάλα πρώτης τάξεως. Χθες του έδωσα 1 λουκούμι και το μεσημέρι εις απάντησιν μού έφερε 2 αυγά τηγανιτά με τυρί.
Θεία, μάθαμε ότι η Γερμανία μας εκήρυξε τον πόλεμο, αλλά εμείς δεν ανησυχούμε, διότι το δικό μας το μέτωπο είναι πολύ στερεό και δεν τολμούν οι Ιταλοί να μας επιτεθούν.
Αποστολεύς: Στρατιώτης Γεώργιος Χατζηκωνσταντής
Είμαι καλά και το αυτό επιθυμώ και δι’ εσάς. Μάθε ότι δύο μέρες τώρα βρίσκομαι μαζί με τον αγαπητόν μου εξάδελφον Νίκον.
Ήλθε εδώ, που βρίσκομαι εγώ για να πάρει κάτι πράγματα και σήμερον έφυγε για τη μονάδα του.
Δε φαντάζεστε τη χαράν και των δυό μας, για τη συνάντηση αυτήν που έγινε ύστερα από πέντε μήνες.
Αποχωριστήκαμε σφίγγοντας ο ένας του αλουνού το χέρι βλέποντας ο ένας τον άλλον στα μάτια, που ήταν πλημμυρισμένα από δάκρυα και των δυό μας και την ελπίδα να συναντηθούμε στα σπίτια μας.
Γράμματα από συγγενείς και φίλους
Αποστολεύς: Ιφιγένεια Κεχαγιά
Πώς τα περνάτε αυτού στα χιονισμένα βουνά;
Διαβάζουμε στις εφημερίδες τα κατορθώματα του Στρατού μας και η ψυχή μας πλημμυρίζει από θαυμασμό και υπερηφάνεια.
Ο κάθε αξιωματικός και στρατιώτης παρουσιάζεται τώρα σας μάτια μας όχι ένας απλός άνθρωπος, αλλά ένας ήρωας, ένας ημίθεος.
Αποστολεύς: Ζωή Καραγεωργίου
1. Να προσέχης εις τα γράμματά σου να μην ονομάζεις τα διάφορα μέρη, που είσαι γιατί τα σβήνει η λογοκρισία.
Εις τα καρτ – ποστάλ, που έστειλες, με πολύ κόπο κατόρθωσα να καταλάβω ότι το έστειλες από την Χειμάρραν.
2. Έτσι μπράβο κυνηγάτε τους τους μακαρονάδες και μην ξεχάσεις να μου φέρεις όταν έλθεις ένα ιταλικό ενθύμιο.
Από τον Δημητράκη έχουμε να πάρουμε γράμμα από τας 30.10.40, γιατί και αυτοί τους έχουν πάρει για καλά στο κυνήγι και δεν μπορούν να μας γράψουν.
Τα μόνα νέα για το Δημητράκη τα μαθαίνουμε από τραυματίας φίλους του, που έρχονται σε νοσοκομεία των Αθηνών.
Αυτήν την εβδομάδα έφεραν και τον Πάντο με κρυοπαγήματα. Ο Πάντος μάς είπε ότι ο Δημητράκης είναι πολύ καλά.
Αποστολεύς: Εμμ. Παρασκευάς
1. Εσύ πώς τα πάς; Τους ξεβράκωσες τους Ιταλούς ή ακόμη; Πάντως όταν θα βάλεις στο κανόνι καμμιά οβίδα γράψε το όνομά σου επάνω για να το διαβάσουν και να φοβηθούν.
2. Στο καφενείο δεν έμεινε κανείς. Όλοι σχεδόν φύγανε και άλλοι θα φύγουν σε λίγο. Εγώ απεσπάσθην από το Υγειονομικό Κέντρον, που ήμουν στον σταθμό Α’ Βοηθειών Ν. Σμύρνης και έχω να περάσω από τη μητέρα σου περίπου 1 ½ μήνα.
Αποστολεύς: Χρήστος Βούσγας
Εψές Κυριακή, περί ώραν 6 ½ εσπερινήν ανηγγέλθη ανά την πόλιν διά κωδωνοκρουσιών και το χαρμόσυνον γεγονός της καταλήψεως παρά του γενναίου Στρατού μας της πόλεως του Αργυροκάστρου, ολόκληρος δε ο λαός της πόλεως εώρτασε σε πανζουρλισμόν και με την ευχήν σύντομα να κατακτήσουμε και τα Τίρανα, για να τσακιστεί μια για πάντα ο τύρανος εκείνος.
Αποστολεύς: Μ. Αβραμίδης
Προ 5 ωρών είχομεν την τύχην να είδωμεν το ωραίον κυνηγητό των δεινών (;) αεροπόρων του ψευτοκαίσαρος και αυτοτιτλοφορούμενου κόσμοκράτορος Μουσολίνι.
Νομίζω ότι είναι περιττόν να σου περιγράψω, διότι συ με τα ίδια τα μάτια σου είσαι θεατής αυτών.
Τα νέα μας είναι τα ίδια – μόνος, ήρεμος με λύπη και στενοχώρια, που δεν ευρίσκομαι και εγώ κοντά στα αδέλφια μας, τα οποία αγωνίζονται τον τόσον ωραίον και λαμπρόν αγώνα στεφανούμενοι τας αιωνίας δάφνας της δόξης και του θαυμασμού, ηρωποιούμενα διαγράφουν επάνω εκεί στα Αλβανικά όρη, φαράγγια, στας ρύμας κα όδους την ένδοξον χρυσή νεωτέραν ιστορίαν της αγαπητής πατρίδος Ελλάδος.
Αποστολεύς: Απ. Πρόκος
Εάν ποτέ περάσεις από το χωρίον Πίτσαρι, κοντά στο Τεπελένι, να πας να επισκεφθείς τον τάφο του αγαπημένου μας Αντώνη.
Καθώς μάθαμε εκεί τον έχουν θάψει.